Με το ξεκίνημα της 15ης Διεθνούς έκθεσης βιβλίου της Θεσσαλονίκης, νιώθω ως εις εκ των πεντακοσιομέδιμνων της αρχαίας αθηναϊκής δημοκρατίας, αφού θα πω δυο τρία λόγια για το βιβλίο του Αντ. Παπαβασιλείου «Ριζωμένα λόγια» σε μια από τις 500 εκδηλώσεις στο χώρο της επικράτειας των εκτεθειμένων βιβλίων χωρίς την αγορά τους και των αλλοφορνούντων εισηγητών πάσης φύσεως χαράς ή θλίψεως, που τρέχουν από “περίπτερο” σε “καφενείο” κι από καφενείο σε ξέφωτο ή στάντ να προλάβουν (τι άραγε;) ή να τους προλάβουν τα ολιγομελή κοπάδια των ακροατών. Αυτό θα γίνει την Κυριακή της Σαμαρείτιδος (6 Μαϊου δηλαδή) την οποία και ως αγία Φωτεινή γνωρίζουμε και τιμούμε, στο “φιλολογικό καφένείο” περίπτερο 13 (δεν θα πουλάνε τσιγάρα και ψιλικά εκεί αλλά φιλολογικές και λογοτεχνικές εξυπνάδες), ώρα 10 έως 11 μαζί με τους φίλτατους Στέλιο Παπαθανασίου φιλόλογο και Νώντα Τσίγκα ιατροφιλόσοφο και ενώ ακόμη στους ναούς η λειτουργία θα είναι στο χειρουβικό ή κοντά στο “ων έκαστος κατά διάνοιαν έχει”.
Αλλά περιπλέον και ως πεντακοσιοαμέριμνος θα υπάρχω και θα περιφέρομαι αφού η «Παρέμβαση» ετέθη εκποδών της διοργάνωσης μετά από χρόνια παρουσία εκεί. Είχαμε θέμα διαξαγωγής εντός του κυρίως αφιερώματος, τη γαλλοφωνία, και πως η γαλλική λογοτεχνία και σκέψη περνά από ένα λογοτεχνικό περιοδικό της επαρχίας· ειδικότερα για την «Αλληλογραφία Αλμπέρ Καμύ και Μαρίας Καζαρές” (σελ. 1200 το αμετάφραστο βιβλίο που μάλλον δεν πρόκειται να μεταφραστεί με τις 830 τόσες επιστολές έρωτος).
Θέμα που δεν επήραν (κι ούτε θα το πάρουν) χαμπάρι αι κυρίαι αρμόδιαι του γαλλικού ινστιτούτου Θεσσαλονίκης. Ας είναι. Ως εκ τούτου δεν θα έχω την αγωνία περι-συλλογής ακροατών αφού κάθε φορά οι διοργανωτές μας έβαζαν στις πιο ακατάλληλες ώρες να μιλούμε ότι μας θεωρούσαν μάλλον επαρχιώτες, αυτοί οι εντελώς χωρικοί της Θεσσαλονίκης.
Ξεφυλλίζω το σημειωματάριο των αναμνήσεων και τσιμπολογώ ενσταντανέ από το άλλοτε της Εκθεσης.
Τον Ανταίο Χρυσοστομίδη σκέφτομαι αυτόν το σπάνιο άνθρωπο και διανοούμενο (και μεταφραστής) στο αναπηρικό του καρότσι και στον αγώνα που έδινε για ζωή να επιμελείται στην έκθεση τα του εκδοτικού του οίκου, να συνάπτει νέες συμφωνίες για τις εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ. Οι λίγες μας κουβέντες εκεί μένουν πολύτιμοι κόμποι στο κομποσκοίνι με τις ακριβές μου γνωριμίες που ξαραδιάζονται σαν την αντίστοιχη λιγόλογη εγκάρδια προσευχή.
Θυμάμαι το Κλαούντιο Μάγκρις με το θρυλικό του ΔΟΥΝΑΒΗ (εκδ. Πόλις μτφρ. Μπ. Λυκούδης) να μας διαπλέει σ’ αυτόν και στον κόσμο της υπέροχης γραφής του, ποτάμι που ξεκινούσε από μια αστρέχα στα ορεινά της Αυστρίας. Οταν βρεθήκαμε κάποτε στην κεντρική Ευρώπη και ταξιδεύαμε παράλληλα του ποταμού σε μια στάση απομακρύνθηκα από τους συνταξιδιώτες βρήκα μια έξοδο προς αυτόν κι έβαλα τα πόδια μου στο κάπως θολό νερό του. Ηθελα και την αίσθηση της υγρής ουσίας του κι όχι μόνον της συναρπαστικής αφήγησης.
Το σπουδαίο Ρουμάνο συγγραφέα Νόρμαν Μενέα («Η επιστροφή του Χούλιγκαν» εκδ. Καστανιώτη με πρόλογο του Αντόνιο Ταμπούκι -μτφρ. προλόγου Ανταίου Χρ.- και μετάφραση του μυθιστορήματος από την Ελευθερία Πρέντα- Ζήκου, να μιλάει σ’ ένα υποψιασμένο κοινό που άκουγε με προσοχή και προσήλωση. Το βιβλίο αυτό το έχω στα ξεχωριστά διαχρονικά μου αποκτήματα.
Περνώ και από τη γνώριμη εστία – φωλιά, αφετηρία της Γαβριηλιάδας μου (4 βιβλία εκδοθέντα +1 ερχόμενο τα «Ενωμένα μυστικά») με τον ξεχωριστό άρχοντα του ευαγούς αυτού οίκου εκδόσεων κ. Σάμη Γαβριηλίδη, να παρατηρεί απόμακρα θαρρείς, τα βιβλιογενόμενα σ’ αυτό το μεγάλο απρόσωπο των βιβλίων πανηγύρι-παζάρι. Οτι δεν τον αφορούν άμεσα όλα αυτά ούτε κι’ αγχώνετε προς τούτο αν και βασικός μέτοχος της βιβλιο-ύπαρξης του τόπου και της ουσίας του, της οποίας φαίνεται να έχει περάσει τα όρια του τρέχοντος πρακτικού λόγου και να τείνει προς το φιλοσοφικό διαρκές της παρουσίας του.
Αυτοί που γράφουν ξεκάθαρα έχουν αναγνώστες. Αυτοί που γράφουν δυσνόητα, έχουν σχολιαστές.
Αναγνώστες και σχολιαστές είχε μόνο όταν έκανε επιθέσεις κατά της εκκλησιάς , γενικός έχει ότι του πρέπει , αδιαφορία