Ο τίτλος του άρθρου είναι προβοκατόρικος, αφού αντιστοιχεί σε μία ευρύτερη λογική για την προσέγγιση των γεγονότων του Πολυτεχνείου που ο αρθρογράφος δεν αποδέχεται. Για μία μεγάλη μερίδα εκείνων που τυπώνουν το σύνθημα του τίτλου, το τυπώνουν μαζί με το «η Χούντα δεν τελείωσε το 73’». Εννοούν απροκάλυπτα ότι η κοινωνία μας δεν έκανε ριζικά βήματα προόδου από τότε ως σήμερα, ότι ο ιστορικός χρόνος είναι νεκρός ως την έλευση της προλεταριακής επανάστασης, και άλλα τέτοια που οδηγούν μάλλον σε αυτό-αναφορικά και απαρχαιωμένα κατά την άποψη μου σχήματα κατανόησης. Τελικά, ενέχει και ένα στοιχείο καταδίωξης, αφού υποθέτει ότι ο δυνάστης είναι ο ίδιος, ότι δεν έβαλε καθόλου μυαλό, και ότι τελικά μπορούμε να τον ξεκάνουμε πουλώντας φτηνό επαναστατισμό και αναμένοντας τον αληθινό χρόνο.
Από την άλλη όμως υπάρχει κάτι που μάλλον είναι ακόμα πιο τρομαχτικό. Ούτως ή άλλως, ελάχιστη σημασία έχουν τα γεγονότα μπροστά σε αυτό που κάνουμε μαζί τους όταν τα συζητάμε, αλλά είναι ενδεικτικό ότι μεγάλη μερίδα εκείνων που τα προκάλεσε σήμερα συντάσσεται με ένα όλο και πιο διαδεδομένο αφήγημα που ξεκίνησε από τους κύκλους του ΛΑΟΣ και έχει γίνει επίσημο σύνθημα πολλών μελών της κυβέρνησης που φυσικά εκφράζουν ένα διερευνώμενο μέρος της κοινωνίας. Μεγάλη μερίδα του άλλοτε προοδευτικού κόσμου που συμμετείχε στην αποκατάσταση της δημοκρατίας σήμερα ασπάζεται την ιδέα μίας «Αριστερής ηγεμονίας», προεξοφλώντας μαζί με την αναγκαία αποκατάσταση της ευνομίας στα πανεπιστήμια την ιδέα ότι πρέπει η χώρα να «ωριμάσει», να πάει μπροστά. Όπως συνέβη άλλωστε με όσους βγήκαν από την Κομμουνιστική αριστερά, η αυτοκριτική αυτή είναι τιμωρητική, περισσότερο σκληρή και από αυτή του χειρότερου αντιπάλου. Δεν αντιμετωπίζετε πλέον η Χούντα, αλλά δεν αντιμετωπίζουμε άραγε νέες προκλήσεις;
Η γενιά του Πολυτεχνείου δεν ήρθε στη δημόσια ζωή για να εκφράσει το τέλος μίας στυγνής δικτατορίας. Μαζί με την έλευση της εξέφρασε έναν εκδημοκρατισμό και μία προοπτική εκσυγχρονισμού της χώρας που ήταν δίχως προηγούμενο. Ήταν ο Μίκης, ο Χατζηδάκης, η πολιτισμική μεταπολίτευση, απλά μία «ηγεμονία της Αριστεράς»; Ήταν το διαζύγιο, η κατάργηση της προίκας, η Μελίνα, το αντίπαλο δέος, ο Κωσταντίνος Καραμανλής, αφού τίποτα δεν υπάρχει χωρίς ένα αντίθετο, το εκκολαπτήριο μίας περιόδου οικονομικής συντριβής; Όλοι όσοι έζησαν τα γεγονότα τότε μπορούσαν καταδικασμένοι όπως ήταν να ζουν μαζί στο χρόνο τους να φανταστούν κάτι που επιστρέφει προς τα πίσω σήμερα αδιακρίτως, για να καταγγείλει ότι δεν ταιριάζει στο σημερινό αφήγημα; Δεν μπορούσαν να αναγνωρίσουν για παράδειγμα τη συνεισφορά ενός Γεώργιου Παπανδρέου που εκτός από ένας ηγέτης του Κέντρου ήταν και ο πρώτος που θεσμοθέτησε τη δωρεάν παιδεία; Ήταν μόνο ένας διαχειριστής της εξουσίας ο Γ.Π που από την εξόριστη στο Λίβανο κυβέρνηση ήθελε να επιβάλλει κρυφά την ηγεμονία των Άγγλων στον αληθινό Λαό της αντίστασης;
Αν το Πολυτεχνείο και η γενιά του, η πρώτη σπουδαγμένη μαζικά γενιά, μέσα από τις αντιθέσεις της, πολιτικές, ύφους, ήθους κ.ο.κ. θεσμοποίησε το άσυλο δεν θεσμοποίησε ή επικύρωσε μία προσπάθεια για παροχή δημόσιας παιδείας; Δεν αναγνώρισε μαζί με αυτό την ανάγκη για την ανασυγκρότηση της χώρας μέσα από υποδομές που και ο ίδιος ο τίτλος της σχολής κατέστησε συμβολικά εφικτές σε μία εποχή που πολλά χωριά ή γειτονιές δεν είχαν ρεύμα, νερό, ασφαλτόστρωση κ.ο.κ; Σήμερα, βλέποντας και προκαλώντας την ιδέα ενός ξεπεσμού, για πολλούς το Πολυτεχνείο είναι απλά ένας στείρος συνδικαλισμός, ένα αχρείαστο (είναι αχρείαστο) άσυλο, και η ιδέα ότι χρειάζονται ιδιωτικά πανεπιστήμια και άριστοι φοιτητές για να σηκώσουν στην πλάτη τους ένα παραγωγικό μοντέλο που καταγγέλλεται από Πολυτεχνεία σε χώρες όπως η Χιλή, ο Λίβανος, η Αϊτή, αλλά και η «πολιτισμένη» και κανονική τάχα Γαλλία. Είναι όλοι αυτοί τρελοί Αριστεροί;
Φυσικά στη Χιλή το τελευταίο «Πολυτεχνείο», που είδε τη νέα γενιά να πρωτοστατεί, ανάγκασε σε μία πρωτοφανή για τα χρονικά των κοινωνικών εξεγέρσεων εξέλιξη – ο ηγέτης της χώρας κάλεσε σε Συντακτική Συνέλευση, πολύ πιθανόν για να θεσμοθετήσει αυτό ακριβώς που έκανε εφικτό το δικό μας Πολυτεχνείο. Φανταστείτε το. Ο κυρίαρχος λαός, χωρίς φοβερούς και τρομερούς ηγέτες που μιλώντας στο όνομα του πολώνουν αχρείαστα το δημόσιο λόγο, δέχτηκε να περιορίσει τη δυναμική ενάντια στο καθεστώς που κατήγγειλε και να επιτρέψει ένα Σύνταγμα, δηλαδή αυτό ακριβώς που περιορίζει στις σημερινές δημοκρατίες την κυριαρχία, μεταξύ αυτών, και του Λαού, και ορίζει το μέλλον της κοινότητας. Η Χιλή δεν επέλεξε προς το παρόν την επέλαση του Μαρξισμού-Λενινισμού που όπου εφαρμόστηκε ήταν στυγνή δικτατορία από την άποψη των πολιτικών ελευθερίων. Πιο πιθανό τώρα είναι να θεσμοθετηθεί επιτέλους η δημόσια παιδεία σε μία χώρα με ιδιωτική και ακριβή εκπαίδευση για την τεράστια ανισότητα που έχει συσσωρεύσει. Και να θεσμοθετηθεί από ανθρώπους ξεχασμένους και αδρανείς μέχρι πριν λίγους μήνες, που θα γράψουν τραγούδια, θα ξανά βρουν χαμένες γειτονιές, θα γίνουν ξανά αγρότες, εργαζόμενοι και νέοι ηγέτες που γαλουχήθηκαν σε αυτή την παράδοση.
Ελάχιστη σημασία θα έχει η κατάληξη της Χιλής αφού όλα είναι αβέβαια όταν η χώρα βρίσκεται σε αυτό το επίπεδο σύγκρουσης. Με αφορμή αυτό, δηλαδή το πως ειρηνικές διαδηλώσεις και δημοκρατικά μέσα συνυπάρχουν, θυμίζω, η δημοκρατία δεν είναι ένα άριστο πολίτευμα για να το διοικούν οι πεφωτισμένοι, όπως οι εχθροί της δημοκρατίας φρόντιζαν να θυμίζουν από τον Πλάτωνα και μετά. Η δημοκρατία είναι άριστο πολίτευμα επειδή μας επιτρέπει να διαχειριζόμαστε τις εντάσεις και τις διαφωνίες που είναι εγγεγραμμένες στο εσωτερικό της κοινωνίας με ένα τρόπο που να μην οδηγεί σε εμφυλίους και κοινωνική εξόντωση. Είναι άριστο επειδή είναι ατελές και προϋποθέτει πολίτες με διάθεση για συνομιλία, καλλιέργεια, κριτική σκέψη, ανοιχτή διάθεση προς το νέο, προς τη σύγκρουση δηλαδή, και τελικά καταλήγει σε αυτό-περιορισμό όταν οι πολίτες αποφασίζουν να εξεγερθούν επειδή κάτι από την αλυσίδα που ορίζει τη κοινωνική συνοχή έχει διαρρηχθεί συστηματικά. Αυτό, η πολιτική διαφωνία, είναι άραγε «Αριστερή ηγεμονία» ή μήπως είναι μόνο ημίμετρα για το δρόμο προς την κοινωνική χειραφέτηση όπως θα μας έλεγε ένας που πιστεύει ότι ζει ακόμα στη Χούντα ή στο μύθο του πεφωτισμένου Λαού;
Για τη γενιά του Πολυτεχνείου τα πράγματα ήταν πιο απλά με τέτοιο τρόπο που πολλές από τις γκρίνιες των νέων ανθρώπων αδυνατεί να τις συμμεριστεί σήμερα. Για αυτό πολλές φορές βλέπει κακομαθημένα παιδιά που κάνουν ακτιβισμό μία στο τόσο από το διαδίκτυο, δεν διαβάζουν μία μόνο εφημερίδα, είναι μέσα στο στρες ενώ της χαρίστηκαν σχεδόν τα πάντα. Φυσικά δεν υπάρχει τίποτα παράλογο όταν οι Times της Ν. Υόρκης, που ανήκουν πλέον στον πιο πλούσιο άνθρωπο στον πλανήτη, δημοσιεύουν (αξίζει να ρωτήσουμε ποιοι δημοσιογράφοι, και για πόσο θα κρατήσουν τις δουλείες τους με αυτό τον ιδιοκτήτη) πως χρειάζονται ριζικές αλλαγές για το περιβάλλον, τις εργασιακές σχέσεις, την ένταξη των εκτοπισμένων που διαρκώς αυξάνονται, και όταν το Bella ciao έχει γίνει το σύμβολο της πιο δημοφιλούς σειράς πολυεθνικής δισεκατομμυρίων στη διασκέδαση ξεκινώντας από τη φτωχή Ισπανία της κοινωνικής κρίσης και αναπαριστώντας τη ληστεία του εθνικού νομισματοκοπείου.
Στα γεγονότα, όπως θα έλεγε η πολιτική θεωρητικός Χάνα Άρεντ, κάθε γενιά φέρνει στον κόσμο μία μοναδική ελπίδα και μία ανάγκη να εκφραστεί το νέο μέσα από νόμους που αν δεν θέσπισε η ίδια τότε τους νιώθει εγγύτερα από αυτούς των προηγουμένων. Είναι άραγε ότι η γενιά «πολυτεχνείων» εθελοτυφλεί, τεμπελιάζει, και δεν αφοσιώνεται στα νέα καθήκοντα; Το «Bella ciao» δεν είναι το Bella ciao των Ιταλών παρτιζάνων. Πλέον είναι από την πρώτη γενιά που είναι τόσο σπουδαγμένη και ταξιδεμένη, τόσο ευδιάθετη για καφέδες και φωτογραφίες κτλ. και ταυτόχρονα τόσο έξω από την πραγματικότητα, εργασιακή, πολιτική κτλ. της χώρας. Όπως μου είχε πει ένας ιστορικός, η ιστορία του 14ου και του 15ου αιώνα δεν διαφέρει ριζικά. Στην εποχή μας και ο ένας χρόνος αλλάζει τη φύση της εργασίας, της επικοινωνίας, των συναλλαγών κ.ο.κ. Είναι να απορεί κανείς με την ανασφάλεια της γενιάς αυτής και με την ανασφάλεια όλων εκείνων που αντιδρούν;
Υπάρχει μία ριζική σύγκρουση, είναι σύγκρουση γενεών, αλλά είναι επίσης η σχεδόν μεταφυσική ιδέα ότι πάντα θα υπάρχει κάποιος που αισθάνεται ριγμένος και κάποιος όχι, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορεί να υπάρχει κοινωνία χωρίς καταπίεση. Κάθε γενιά παλεύει για μία δικαιότερη διαχείριση της. Η διαφορά είναι ότι αυτή τη φορά δεν είναι η Χούντα και μία στερημένη από εμφύλιες και εθνικές συγκρούσεις Ελλάδα. Είναι μία άυλη μορφή καταπίεσης που δεν μπορεί να εκφραστεί εύκολα από τους πολίτες ή τους πολιτικούς ή τέλος πάντων ψάχνει τρόπους να εκφραστεί, επιστρέφοντας στα σύνδρομα του εμφυλίου και του εθνικισμού. Πρώτοι εκείνοι που βλέπουν παντού Δεξιούς και ανελευθερία, ή παιδιά που αγνοούν την πολυπλοκότητα του κόσμου, ή ξένους που αλλοιώνουν την κουλτούρα, και όλες οι άλλες στερεοτυπικές μπούρδες πρέπει να αναρωτηθούν τι είναι ένα Πολυτεχνείο. Τη στιγμή που έρχεται ένα πολυτεχνείο πρέπει να σκεφτούμε πως, όπως οι Χιλιανοί, δεν θα το παραδώσουμε για μία ακόμα φορά σε όσους θεωρούν ότι η δημοκρατία είναι ατελής ή ότι είναι για να τιμωρεί τους υποτιθέμενους εχθρούς της μέσω πεφωτισμένων φιγούρων. Ή ότι αυτό που απέμεινε πλέον είναι να διαχειριζόμαστε την ανασφάλεια μας σαν κυρίαρχα άτομα, χωρίς συλλογικές δράσεις και αγώνες, βουβά. Όπως θα έγραφε ο Γάλλος πολιτικός φιλόσοφος Κλωντ Λεφόρ, η δημοκρατία είναι το μόνο πολίτευμα που αποδέχεται τη βαβούρα, την ανασφάλεια και αντιλαμβάνεται ότι η ελευθερία είναι μία δύσκολη άσκηση που πρέπει να καταλήγει στο σεβασμό των νόμων από όλους και για όλους, όσο αυτό μπορεί να είναι εφικτό. Ιδού λοιπόν μερικές προτάσεις για το νέο Πολυτεχνείο, που δεν μπορεί να θυμίζει το παλιό, αλλά πρέπει να προετοιμάζει μία κοινωνία ανοιχτή στον κόσμο και όχι μία νέα ορθοδοξία.
Στρατάκης Θανάσης
Φοιτητής πολιτικών επιστημών
Θανάση τις υποδομές που αναφέρει (ρεύμα – νερό) τις έκανε η χούντα, δυστυχώς…
Οποιος θελει χουντικους να τους παρει σπιτι του συμπολιτη
Κάθε σπίτι έχει και ένα χουντικό.
Για αυτό δε θα σβήσει ποτέ η φουκαριαρα η πατρίδα.
Θα πέφτει στα τάρταρα αλλά ξανασηκώνεται..
Ναι, ίσως, για αυτό πρέπει ίσως να διαβάζουμε την ιστορία πιο συνολικά και συγκριτικά. Όλοι μπορούν να κάνουν δρόμους αν τους δίνουν λεφτά, οι τολμηροί να ανοίγουν δρόμους όπου δεν υπάρχουν ή να σέβονται τον κόπο και τον ιδρώτα αυτών που τους σκέφτηκαν, και τους έφτιαξαν
Το πολυτεχνειο ηταν στημενο απο τους Αμερικανους για να πεσει ο Παπαδοπουλος και να ερθει μετα ο Ιωαννιδης και να χασουμε την μιση Κυπρο.
Δεν τους έχω για τόσο έξυπνους, και ακόμα περισσότερο για τόσο χαζούς να αφήσουν κάποιους να το ξέρουν. Εκτός αν εσείς είστε πολύ έξυπνος και οι υπόλοιποι είμαστε τόσο χαζοί ώστε να το αγνοούμε
ΜΑΛΛΟΝ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΜΙΛΟΥΜΕ ΓΙΑ ΠΑΛΗ ΤΩΝ ΤΑΞΕΩΝ ΚΙ ΟΧΙ ΠΑΛΗ ΤΩΝ ΓΕΝΕΩΝ. ΚΑΘΕ ΓΕΝΙΑ ΩΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΠΑΛΗΣ ΤΩΝ ΤΑΞΕΩΝ, ΠΟΥ ΠΟΛΛΟΙ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΑΝ ΝΑ ΤΗΝ …”ΚΑΤΑΡΓΗΣΟΥΝ”, ΧΩΡΙΣ ΒΕΒΑΙΑ ΕΠΙΤΥΧΙΑ, ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΗ ΝΑ ΕΧΕΙ ΤΟ ΔΙΚΟ ΤΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΜΕ ΤΗΝ Α΄ η ΄Β ΜΟΡΦΗ ΚΑΙ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ.
Ωχ ωχ ηρθε κ ο μαρξιστης στη παρεα.πες μου κιγο μαρξιστη ππυ ειναι οι εργατες που θα παρουν την εξπυσια τωρα που ο καπιταλισμος αλλαζει;;;
Ο καθένας δίνει μία ερμηνεία. Θεωρώ ότι η πάλη του να κληρονομείς και να νιώθεις το φόβο και το χρέος της δημιουργίας είναι πιο πολύπλοκη και πιο ανοιχτή σε άλλες ερμηνείες από την πάλη των τάξεων. Η τελευταία, όπως γράφει και ο Καστοριάδης, δεν εξηγεί πολλά πράγματα προσπαθώντας να εξηγήσει τα πάντα.
Είναι μία άυλη μορφή καταπίεσης που δεν μπορεί να εκφραστεί εύκολα από τους πολίτες ή τους πολιτικούς .
Κατά την άποψη μου κακώς βάζετε στην εξίσωση τους πολιτικούς. Έχουν αποδείξει τα τελευταία 25 χρόνια ότι δεν τους ενδιαφέρει να εκφράσουν τους πολίτες και να προσπαθήσουν για το κοινό καλό αλλά τους ενδιαφέρει μόνο η ατομική και οικογενειακή αποκατάσταση.
Άρα, οι πολίτες μόνοι τους ότι κάνουν όταν αποκτήσουν βίαια συνειδητοπίηση όπως συνέβη στη Χιλή που κατά την άποψη μου είναι η εικόνα της Ελλάδας σε λίγα χρόνια αν οι πολίτες συνεχίσουν να ζουν σε πνευματική και πολιτική αφασία και αποθεώνουν τη Μαρέβα με τον Τσιτσιπά ζώντας σε φούσκα.
Οι πολιτικοί είναι τεράστιο μέρος του προβλήματος της άυλης πολιτικής καταπίεσης.
Δείτε σχετικά και τις απόψεις του Παναγιώτη Κονδύλη για το πρόβλημα της Ελλάδας λόγω της ανυπαρξίας πραγματικής αστικής τάξης.
Ο Κονδύλης το εξηγεί όντως πολύ ωραία. Στην ερμηνεία μου,
Στην Ελλάδα ζούμε διαρκώς υπό την απειλή ενός εχθρού, ορατού ή αόρατου. Αυτό νομίζει ότι βασίζεται στο μύθο της αποκατάστασης του χαμένου μεγαλείου του έθνους (όπως λέει η Αρβελέρ, του μόνου που δεν ελευθέρωσε την ιστορική πρωτεύουσα). Αυτό μας κάνει να αισθανόμαστε ξεχωριστοί και ακρωτηριασμένοι μαζί. Επίσης δείχνει κάτι για τις προτιμήσεις μας. Έχουμε ένα μεγάλο Λαό, με μεγάλους ηγέτες, και ψυχή, υποτίθεται στα δύσκολα. Έχουμε ένα μικρό λαό, με ασήμαντους πολιτικούς, υποτίθεται πάντα κ.ο.κ. Έχουμε δηλαδή υψηλές προσδοκίες, που πολλές φορές δεν αντιστοιχούν στην πραγματικότητα. Αυτό εξηγεί γιατί το πολιτειακό ζήτημα ήταν πάντα συνδεδεμένο στην Ελλάδα με την αναζήτηση της εθνικής ταυτότητας
Παρόλα αυτά, σωστά γράφετε ότι οι αλλαγές ξεκινάνε από τους πολίτες. Για να έχουν περισσότερα από αυτά που πιστεύουν ότι τους αξίζουν πρέπει να είναι ενεργοί και να κάθονται διαρκώς στο σβέρκο αυτών που εκλέγουν. Αυτό είναι ευκολότερο σε μικρές κλίμακες όπου μιλάμε πρώτα για το τοπικό, δημόσιο συμφέρον και έχουμε άμεση επαφή με όσους εκλέγουμε. Σε εθνική κλίμακα, νομίζω ότι πάντα θα φαίνονται λίγοι είτε είναι είτε όχι αλλά και ότι οι σημερινοί θεσμοί, πολιτικοί και οικονομικοί, δεν επιτρέπουν επαρκή παρακολούθηση. Προσοχή όμως γιατί η καταδίκη δίχως μέτρο και εναλλακτικές προτάσεις των πολιτικών οδηγεί πολλές φορές σε ισχυρές και ανεξέλεγκτες φιγούρες πολιτικών, και αυτό είναι κατά τη γνώμη ένα από τα πράγματα που δεν κάναν οι Χιλιανοί