Μόλις πληροφορήθηκα το θάνατο του σεβαστού μου πρωτοπρεσβύτερου κι ακαδημαϊκού δασκάλου, Γεωργίου Μεταλληνού, το μυαλό μου πήγε πίσω πενήντα τρία χρόνια. Ήταν το έτος (1966), όταν τον γνώρισα για πρώτη φορά στο Ληξούρι της Κεφαλονιάς, τόπο καταγωγής της πρεσβυτέρας του, απ’ όπου ξεκίνησα κι εγώ την επαγγελματική μου καριέρα. Μέχρι που πήρα μετάθεση για την Κοζάνη το 1970, αυτά τα πέντε χρόνια που έμεινα εκεί, σχεδόν όλα τα καλοκαίρια τα περνούσαμε παρέα, κάνοντας εξορμήσεις, συνήθως τις Κυριακές,στα περίχωρα του Ληξουρίου, εκείνος με το να κηρύττει το Θείο Λόγο κι εγώ, ως συνοδός και ακροατής. Δεν αφήναμε ποτέ τη διαδρομή να πάει «χαμένη». Κι άκουγα με προσοχή τα όσα έλεγε. Ακόμη στ’ αυτιά μου ηχούν οι σοφές κουβέντες του, όπως για παράδειγμα: « Μεγάλος, Ναπολέοντα,δεν είναι εκείνος που θέλει να φαίνεται συνέχεια μεγάλος…., αλλά εκείνος που αφήνει και τους μικρούς να φαίνονται μεγάλοι».
Ο μακαριστός διάκονος του Θεού, Γεώργιος Μεταλληνόςδιέθετε, εκτός των άλλων προσόντων και μουσική παιδεία. Γνώριζε να παίζει καλάεπτάμουσικά όργανα. Όπως μου έλεγε, από τα επτά του χρόνια, ήταν στην Μπάντα του Δήμου Κέρκυρας. Ακόμαήταν γνώστης πέντε γλωσσών (Ελληνικά, Γαλλικά, Αγγλικά, Γερμανικά, Ιταλικά). Στα πολλά χαρίσματά του συγκαταλέγεται και το χιούμορ. Και τι χιούμορ; Λεπτό, θυμόσοφο, διδακτικό. Οι ομιλίες του ξεχώριζαν από το γρήγορο ρυθμό που τις διέκρινε. Κι όταν τον ρωτούσες προς τι η βιάση αυτή; Σου απαντούσε: «τα λέω γρήγορα, για να προλάβω να πω περισσότερα».
Για τοΓεώργιο Μεταλληνό, τον ιερωμένο, τον καθηγητή, τον οικογενειάρχη, τον άνθρωπο πουεφάρμοσεπιστά στη ζωή του τη θεϊκή εντολή: «αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και κατακυριεύσατε την γην…»), θα μπορούσα να πω πολλά.Αρκούμαι όμως σ’ αυτά τα λίγα, που αισθάνθηκα την ανάγκη να γράψω, επειδή δεν μπόρεσα να παραβρεθώ στην κηδεία του, που έγινε στην Αθήνα (η ταφή έγινε, ύστερα από επιθυμία του, στη γενέτειρα γη, την Κέρκυρα) και να τον αποχαιρετήσω μετον καθιερωμένο από την ορθόδοξη πίστη μας: «… τελευταίον ασπασμόν…».
Μαζί με τα ειλικρινή μου συλλυπητήρια εύχομαι στην οικογένειά του, που σήμερα αριθμεί δεκαεννέα μέλη (τρία είχε, όταν τον γνώρισα, το 1966), να τον θυμάται και να είναι υπερήφανη για το γενάρχη της.
ΑΙΩΝΙΑ ΤΟΥ Η ΜΝΗΜΗ
ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΓΡ. ΚΟΝΤΟΣ
Κοζάνη, 24-12-2019