Εδώ και δεκαετίες, από τη δημιουργία της ιδιωτικής τηλεόρασης και μετά, το ελληνικό θέατρο φάνηκε ότι θα πλήρωνε τις συνέπειες της ανεξέλεγκτης δημιουργίας σχολών – εργαστηρίων που γεννήθηκαν εξαιτίας των τηλεοπτικών αναγκών – “Η δημιουργία εθνικού σχεδίου για τον πολιτισμό είναι πράξη ευθύνης στις γενιές που έρχονται”
Διαθέτει μεγάλη πείρα και βαθιά γνώση για το θέατρο, τολμηρή σκέψη για τον Πολιτισμό και αιχμηρό λόγο με πολιτικό κριτήριο, που τον διευκολύνει να σχεδιάζει στρατηγικές κινήσεις και να προτείνει λύσεις σε αδιέξοδα. Ο σκηνοθέτης Θέμης Μουμουλίδης μιλά με την ίδια ένταση και θέρμη τόσο για την “Έντα Γκάμπλερ”, που μόλις έκανε πρεμιέρα στο Θέατρο “Άλμα”, όσο και για την ανάγκη δημιουργίας εθνικού σχεδίου για τον Πολιτισμό, χωρίς να κρύβει την αγωνία του για τη «βαθιά και ουσιαστική περιδίνηση» στην οποία έχει περιέλθει, όπως λέει το ελληνικό θέατρο. Κατονομάζει τις αιτίες του πληθωριστικού φαινομένου των παραστάσεων, σχολιάζει τον άνισο ανταγωνισμό μεταξύ παραγωγών και υποστηρίζει ότι χρειάζεται ένα σημείο συνάντησης όλων των δημιουργικών δυνάμεων της χώρας, που οφείλει να αξιοποιήσει τον πολιτισμό της ως ισχυρό οικονομικό πλεονέκτημα.
«Οι πολιτιστικοί θεσμοί είναι εδώ και χρόνια πεπαλαιωμένοι»
Έχοντας ήδη διανύσει περισσότερα από τριάντα έτη δημιουργικής πορείας, ο σκηνοθέτης Θέμης Μουμουλίδης στεγάζει εδώ και ένα χρόνο την 5η Εποχή του στο θέατρο “Άλμα”, με ένα «πολυφωνικό» ρεπερτόριο, οδηγό για το μέλλον. Κάτι που τον βοηθάει, όπως λέει, να συνειδητοποιήσει «ότι το ελληνικό θέατρο μοιάζει να χάνει τον προσανατολισμό του, γιατί φαίνεται να μην υπάρχει στόχος. Ενώ δείχνει να έχουμε μια εξαιρετικά ταλαντούχα νεότερη γενιά δημιουργών, που δεν τους δίνονται πάντα οι κατάλληλες ευκαιρίες, σπανίως καταφέρνουμε να συνυπάρξουμε, κυρίως όμως δεν καταφέρνουμε να δημιουργήσουμε πλαίσιο και κανόνες λειτουργίας. Και αυτό είναι ένα τεράστιο πρόβλημα. Το ελληνικό θέατρο είναι ίσως η πιο ‘άγρια αγορά’, με πραγματική ανεργία που ξεπερνάει το 95% παρά τις 2.000 αθηναϊκές παραγωγές, και τις αδιάκριτες πλέον ‘ενέσεις ευθυμίας’. Φαινόμενο μοναδικό παγκοσμίως, το ελληνικό θέατρο πορεύεται πλέον με ‘σπασμένα φρένα’. Κι όμως ο στόχος να ξαναγίνει το θέατρο επάγγελμα πρέπει να είναι κοινός. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των κάθε είδους παραγωγών είναι πλέον χωρίς κανόνες. Υπάρχουν εξηγήσεις για το φαινόμενο, καθώς εδώ και δεκαετίες, από τη δημιουργία της ιδιωτικής τηλεόρασης και μετά, το ελληνικό θέατρο φάνηκε ότι θα πλήρωνε τις συνέπειες της ανεξέλεγκτης δημιουργίας σχολών – εργαστηρίων που γεννήθηκαν εξαιτίας των τηλεοπτικών αναγκών».
Ανήσυχος και προβληματισμένος, τολμά να παραδεχτεί πως «η Ελλάδα δεν έχει καθόλου αξιοποιήσει, στα διακόσια χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση, το πλεονέκτημά της στον τομέα του Πολιτισμού. Ο πολιτισμός δεν απασχόλησε ουσιαστικά το πολιτικό σύστημα της χώρας, παραμένοντας δυστυχώς σύνθημα κενό περιεχομένου. Με φωτεινές εξαιρέσεις τη Μελίνα Μερκούρη αλλά κυρίως τον Θάνο Μικρούτσικο, που εάν παρέμενε και τον εμπιστευόταν το σύστημα, θα είχαμε σήμερα, έναν άλλον χάρτη Πολιτισμού».
Ο Θέμης Μουμουλίδης, που εκλέχτηκε βουλευτής Κοζάνης με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, διαθέτει αιχμηρή πολιτική σκέψη και δεν διστάζει να διαπιστώσει πως “η Ελλάδα ‘πετάει’ τη δυνατότητά της να αναπτύξει έναν σημαντικό, οικονομικό πυλώνα μέσα από τον πολιτισμό”. «Επιμένω ότι χρειάζεται ένα σημείο συνάντησης όλων των δημιουργικών δυνάμεων. Επιμένω στην άποψη ότι η χώρα χρειάζεται να αξιοποιήσει τον Πολιτισμό της ως ισχυρό οικονομικό πλεονέκτημα με την απαραίτητη δημιουργία ενός εθνικού σχεδίου για τον Πολιτισμό. Ο Πολιτισμός δεν είναι υπόθεση ενός ταλαντούχου υπουργού, αλλά ενός βαθιά επεξεργασμένου εθνικού σχεδίου που να επιβάλλει την αξιοκρατία, να εμπεριέχει αυτονόητα την έννοια της παιδείας και της καλλιτεχνικής εκπαίδευσης, της περιφερειακής ανάπτυξης, ενός σχεδίου που να είναι κοινή υπόθεση και να ξεπερνάει κατά πολύ τις δυο – τρεις κυβερνητικές θητείες. Αυτό που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε είναι ότι οι θεσμοί Πολιτισμού έχουν ολοκληρώσει τον κύκλο τους, είναι ξεπερασμένοι, κανείς δεν τολμά να τους ανανεώσει. Διαθέτουμε διαχρονικά ένα υπουργείο Πολιτισμού με βαθιά διαχειριστική αντίληψη. Τι κρίμα. Η μεγάλη ευκαιρία που χάθηκε με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είναι ακριβώς η μη κατάθεση μιας βαθιά ριζοσπαστικής πρότασης, που θα άλλαζε και θα εξυγίαινε παθογένειες δεκαετιών, κυρίως στον τομέα του σύγχρονου πολιτισμού. Δεν είδαμε την ανάγκη να επιχειρήσουμε εξαιρετικά δυναμικές τομές που να αναδεικνύουν τον Πολιτισμό σε συνείδηση και ανάγκη της κοινωνίας. Να συνδέσουμε την παιδεία με τις τέχνες και τα γράμματα με τον πολιτισμό της καθημερινότητας. Να ενθαρρύνουμε νέους δημιουργούς και να αντιστρέψουμε το γκρίζο πολιτιστικό τοπίο της ελληνικής περιφέρειας. Εδώ έρχεται η πρόκληση. Ένα εθνικό σχέδιο που να αποτελέσει σημείο συνάντησης όλων των πολιτικών δυνάμεων κι η θέση του υπουργού Πολιτισμού να είναι η θέση ενός εθνικού συντονιστή με όραμα».
Ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένος με την ελληνική περιφέρεια, τις δυνατότητες και τη δυναμική της οποίας γνωρίζει καλά, υπογραμμίζει πως «δεν μπορεί να υπάρξει έννοια πολιτισμού χωρίς να ασχοληθούμε σοβαρά με την ελληνική περιφέρεια, η οποία έχει εγκαταλειφθεί, με εκκωφαντικό παράδειγμα την παρακμή των ΔΗΠΕΘΕ. Η όποια πολιτική οφείλει να έχει ως αφετηρία την ελληνική περιφέρεια»
«Η Γκάμπλερ είναι μια μεγάλη σταρ»
Παθιασμένος με την « Έντα Γκάμπλερ», που μόλις ανέβηκε στο «Άλμα», ο Θ. Μουμουλίδης μιλά με ενθουσιασμό για «ένα έργο δυσανάγνωστο, εξαιρετικά δύσκολο, που μπορείς να το διαβάσεις με πολλούς τρόπους. Όταν ο Ίψεν το γράφει, συμβαίνουν σημαντικές ανακατατάξεις στην Ευρώπη και τον κόσμο και φαίνεται να αφουγκράζεται την επερχόμενη οικονομική κρίση καθώς και την πτώση της αστικής τάξης και τη γένεση μιας καινούργιας. Η Γκάμπλερ είναι η μεγάλη σταρ του παγκόσμιου θεάτρου. Αντιμετωπίζουμε το κείμενο με μια κοινωνική και πολιτική ματιά. Κανένας ήρωας δεν είναι αθώος και καθένας έχει τον σκοπό του. Με την Γκάμπλερ ο Ίψεν μας παραδίδει τον κορυφαίο γυναικείο ρόλο του 20ού αιώνα. Η ηρωίδα βιώνει την ανία της αστικής τάξης, έρχεται από το μέλλον της δικής της εποχής, που είναι το δικό μας παρόν, ονειρευόμενη ένα καινούργιο μέλλον».
Οι «Ακύμαντοι» του Ν. Σκορίνη ανεβαίνουν στη σκηνή
Την ώρα που η «Έντα Γκάμπλερ» κάνει πρεμιέρα, ο Θέμης Μουμουλίδης επεξεργάζεται το μυθιστόρημα του Νίκου Σκορίνη «Ακύμαντοι», που θα κάνει πρεμιέρα στις 10 Μαρτίου. Με τον άξονα του βιβλίου να περιστρέφεται γύρω από την ιστορική, πολιτική και κοινωνική ιστορία του τόπου τα τελευταία εξήντα χρόνια. Από τον Εμφύλιο στο ΔΝΤ. «Εξήντα συγκλονιστικά χρόνια, που διαμόρφωσαν τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, όπου χάθηκαν όνειρα αλλά και σημαντικές εθνικές ευκαιρίες. Η ερμηνεία που δίνει ο Νίκος είναι πως η κρίση ήταν προδιαγεγραμμένη και προαποφασισμένη, τη βλέπαμε όσοι θέλαμε να δούμε, απλώς κανείς δεν την έλαβε σοβαρά υπόψιν. Μια πολιτική παράσταση με στοιχεία ντοκιμαντέρ. Με πρωταγωνιστές τέσσερις ήρωες, δυο ζευγάρια που συμβολικά γεννήθηκαν την Πρωτοχρονιά του 1949. Παρακολουθούμε τη ζωή και τις ανατροπές της παρέας, από την παραμονή των Ολυμπιακών Αγώνων μέχρι και την ένταξή μας στο ΔΝΤ μέσα από δύο πολιτικές δολοφονίες. Το θέατρο είναι πράξη βαθιά πολιτική. Μπορεί να μην μπορεί να αλλάξει τον κόσμο, αλλά μπορεί να δημιουργήσει συνειδήσεις. Είναι η μεγάλη σιωπηλή δύναμη που συντηρεί ό,τι καλό συμβαίνει σε μια εποχή που η χώρα και ο σύγχρονος δυτικός πολιτισμός φαίνεται να έχει παραδοθεί στο υποπροϊόν. Και το θέατρο, όπως και η κοινωνία και ο καθένας ξεχωριστά, οφείλει να αντιστέκεται».
Συνέντευξη στη Μάνια Ζούση – http://www.avgi.gr
Επί σύριζανελ είχε κινητήρα καπουτ!!!!! Όπως θα έλεγε η φίλη σας Merkel!
ΝΤΟΥ ΡΑ ΛΥΚΟΥΣ ΜΕ ΠΕΤΑΛΑ.