Πιριστέργια, Πιριστιράιδις κι… διαγουνισμός ή αν χαλέβτι…δημουψήφζμα (του Δημήτρη Βούρκα)

26 Φεβρουαρίου 2021
21:25
Κανένα σχόλιο
Η Κόζιαν φημίζιτι για τ΄ς πιριστιράιδις κι τα πιριστέργια. Ίενα τρανό πουσουστό απ΄τις κάτοικ΄είχιν στου νουβρό κουμάσια μι πιριστέργια. Αυτάια όταν τα σπίτια ήταν χαμπηλά κι όλα λίγου- πουλύ είχαν μια μκρή αυλή. Απού ιτότις όμους που γίνγκαν οι πουλυκατοικίις πουλλοί μι βαριά καρδιά απουφάσισαν να τα απαρατήσν, ταράτσις τα παραπάν σπίτια δεν είχαν κι για του κρύου είχαν κιραμίδια κι όσα είχαν ταράτσις που να τα βάλτς σ΄ν ταράτσα; άσι που τα ινουχλούσαν μι του “μπουκουτούρ, μπουκουτούρ”, τ΄ς απού κάτ΄ αλλά κι ικεί ανέβηναν κι οι άλλ΄κάτοικ΄ απού ΄ν πουλυκατοικία, άπλουναν κι οι γυναίκις τα ρούχα, αλλά κι τι τα γένουνταν κι μι κουτσουλιές, αυτό που του βάντ΄ς!
Πουλλοί που είχαν χουράφια τα πήγαν ικεί, αλλά είνι δύσκουλου να σκουλνάς απού τ΄δλειά σ΄ κι να πχιαλάς να τα σ΄κώισ΄, όσ΄ σιουρδαμάρα κι αν κουβαλνάς, για να κάμς του χαβαλέσ΄ , δε λιέει. Να έχ΄ς κι τουν φόβου να στα φάν οι αλπές.
Άς γυρίσουμι πίσου όμως ΄ν ιπουχή που τα σπίτια ήταν χαμπηλά. “ Tα σπίτια είναι χαμηλά/σαν έρημοι στρατώνες/τα καλοκαίρια μας μικρά/ κι ατέλειωτοι οι χειμώνες”. Α, ρε αθάνατη Σωτηρία!!
Η Σκ.ρκα ήταν ου μαχαλάς μι τ΄ς παραπάν που είχαν πιριστέργια, ήταν κι ο μαχαλάς τ΄ ΑηΔημήτρ΄, η Γιτιά, η Αη-Ανάργιαρ΄, τα Μπουντανάθκα, τ΄Αλώνια, τ΄ Γιούφτ΄κα, του Κιρμαργιό, η Τζαμάρα, όλ΄ η Κόζιαν κι δεν έφτανιν μούνγκι αυτό είχαν οι πιριστιράιδις κι τ΄ θκήτς νταβέρνα, τ΄ νταβέρνα τ΄Θανάσ΄ τ΄Αδαμούλα, γιρός πιριστιράις κι αυτός. Σ΄νταβέρνα δεν άκουγις αλλ΄ μασλάτια ιξόν απού αυτά που είχαν σχέσ΄ μι τα πιριστέρια, όλ΄ ίλιγαν για τα πιριστέργια τ΄ς κι πώς τα κατέβαζαν για να μην τσακώσ΄ καένα του σιαίν΄, πώς ου τάδι τ΄ς τσάκουσιν ιένα πιριστέρ΄ κι δεν τ΄ς του δίν΄ πίσου, κι ίενα σουρό πιριστιράθκις ιστουρίις. Τ΄ς χαλνούσαν λίγου του χαβά οι φαντάρ΄ που ίβρισκαν καλοί μιζέδες κι καλό κρασί, αλλά κι φνό μαγαζί, ήταν γλέπτι κουντά του στρατόπιδου κι σην έξουδου χώνουνταν σ΄νταβέρνα να μην τ΄ς βρίσκν κι οι Ισατζήδις, αλά κι αυτοί πουλλές φουρές κάθουνταν για κάνα πουτηράκ΄μι μιζέν.
Ου δέφτιρους αξάδιρφός μ΄ ου Καλιάκους, απ΄ τα Μπουντανάθκα, τουν ανάφιρα πουλλές φουρές στα «Μπαλίτ΄κα κι Σιουρδίτ΄κα» ικτός που ήταν θανατικός πουδουσφιρόφιλους , έπιζιν κι μπάλα σ΄ν Ιλπίδα, ήταν κι γιρός πιριστιράις. Είχιν πουλλά πιριστέργια κι είχιν του κουμάσ΄ στου νουβρό πουλύ τσιαλιστιμένου κι καθαρό.
Ιγώ πάεινα πουλύ συχνά στου σπίτι τ΄ς, γιατί κάθουνταν ικεί κι η θειά μ΄ η Γίτσα κι κάθι φουρά που πάεινα κουνουμούσα κι κάνα τάλληρου για του σινιμά.
Πουλλές φουρές, τύχινιν να σ΄κων΄ τα πιριστέργια τ΄ου Καλιάκους κι κάθουμαν κι τα χάζιβα, τουν ρουτούσα βέβια να μάθου γιατί μ΄άριζαν κιόλαντς αλλά όχ΄ να ασχουληθώ, κι αρχινούσιν ουλόκληρου μάθημα για τα πιριστέργια. Αρρώστια!!
Λαρσνά, είνι όλα τα πιριστέργια που έχουμι όλ΄ οι πιριστιράιδις κι τα ξιχουρίζουμι απού του χρώμα τ΄ς. Σαντέθκα λιέμι όλα τα μουνόχρουμα πιριστέργια , τα μάβρα τα λιέμι καράθκα, τσινίθκα τα γκρίζα κι τα άσπρα. Αυτά που γλέπ΄ς μι κουντό σουρούκ΄ δεν πιτούν κι πουλύ ψηλά, είνι τα σφιντόνια. Τα μπαρμπούνια είνι αυτά που τα βρίσκουμι κι σι Πλατέες, είνι οι βουσκιάιδις. Τα σκέτα σταχτιά είνι τα σαντέθκα , τσινήθκα είνι τα γκρίζα, αλλά κι αυτά μι ΄ν άσπρ΄νουρά κι αυτά είνι τσινήθκα. Σουλούπουβα είναι αυτά μι ανακατουμένου γκρί κι άσπρου χρώμα, καρακάξαβα είνι τα μάβρα μι άσπρ΄νουρά κι φτιρά, Τσιαπάρκα, τα σταχτιά μι άσπρα φτιρά κι νουρά.
Καραμπέρκα τα γκρίζα μι άσπρα φτιρά, αλατζιάθκα τα πουλύχρουμα, λαδάθκα μι του λαδί χρώμα, τσινάλ΄κα μι άσπρου κιφάλ΄ κι λίγου στου λιμό σαν γραβάτα, σιντιούθκα είνι τα τσουκουλατιά. Τσιαπάρκα είνι κι αυτά μι παρδαλή νουρά κι τα άλλα μι άσπρις πένγκις* στου λιμό. Είνι κι τα γκιφσιένκα.
Όταν ξαναπάεινα τουν ρουτούσα πάλι πως λιέν αυτό του γκρίζου. Μη απαντούσιν , δεν σ΄είπα τσινήθκου! Απού ιτότι δεν τουν ξαναρώτσα. Αυτός τά ήξιριν απού όξου κι ανακατουτά ιγώ πού να τα μάθου μιάν κι όξου. Τα ΄μαθα σιγά-σιγά, σάματ΄ ήμαν κι πιριστιράις!
Αυτός που τα αγάπσιν πουλύ κι τα βαλιν κι σ΄ν ταράτσα τ΄ ήταν ου αξάδιρφους μ΄ ου Μανουλάκς τ΄ς Γίτσας, άρρουστος μι τουν Λασσάν΄ , πουδουσφιρικός κι αθλητικός σύλλουγους, άρρουστους κι μι τα πιριστέργια, πουλύ καλό πιδί, αλλά έφυγιν νουρίς!
Ου Καλιάκους, για να πιτάξ΄ τα πιριστέργια είχιν τρανόν χαβάν, πάεινιν μέσα στου κουμάσ ΄κι μι ΄ν παλάμ΄ ανοιχτή πρους τα παν πλησίαζιν του ράφ΄ απ΄ κάθουνταν του πιριστέρ΄ κι΄αυτό τουν κουσιό έβγινιν όξου, σουστή ιιρουτιλιστία πιριστιράη κι πιριστέρ΄, λιές κι καρτιρούσαν να δούν ΄ν παλάμ΄να παέν΄σ΄αυτά, ίγλιπις ΄ν ανησυχία τ΄ς, τουν κοιτούσαν στα μάτια.
Όταν έβγιναν όξου τόσα όσα ήθιλιν να πιτάξ΄ ιτότις έπιρνιν του μακρύ κι χοντρό καλάμ΄ που σ’ν άκρα είχιν διμένου ιένα παρτάλ΄ συνήθους μάβρου κι μ΄αυτό πιτάρζ΄ τα πιριστέργια ν΄ανιβούν στουν ψήλου. Αυτό ήταν του σκιαχτάρ΄.
Όσου του κνούσιν κι του ΄φιρνιν βόλτις τόσου πιο ψηλά πιτούσαν, αλλά πρόσιχιν κι τίνους άλλου πιριστέργια πιτούσαν . Αν ήταν απού φίλουν δεν πείραζιν αν ήταν απού πιριστιράιν που δεν τα ΄χαν καλά ιτότις πρόσιχιν να μην μπλιχτεί του θκότ΄ του κουπαδ΄ μι του κουπάδ΄ απ΄του άλλουν.
Του πώς ξιχώρζιν τίνους κοπάδ΄ ήταν κι απού ποιόν μαχαλά δεν μπουρώ να του πιριγράψου, τα γνώρζιν όλα απόξου κι ανακατουτά. Αν ίγλιπιν κι κάνα σιαίν΄ να φκιάν΄ φούρλις, ιτότις άφηνιν του σκιαχτάρ τσάκουναν του πιριστέρ΄ που του ΄χειν για πιταστάρ΄, δηλαδής αυτό που όταν το ΄πιανιν απού τα πουδάρια κνούσιν τα φτιρά τ΄ αγλήγουρα.
Του ΄γλιπαν τα πιριστέργια απού ψηλά κι σουντούσαν μι τέτχια ταχύτητα κι κατέβιναν στου κουμάσ΄ λιές κι ήταν αριόπλανα στούκας. Πουλλές φουρές που ήταν πουλύ ψηλά κι δεν ίγλιπαν, σήκουνιν καμόσα σι χαμπηλό ύψους τα κατέβαζιν τα ΄γλιπαν τ΄άλλα απού ψηλά κι σουντούσαν στου κουμάσ΄.
Τα πιριστέργια που κατέβιναν πρώτα ήταν τα καλύτιρα πιριστέργια κι τα ΄λιγαν γκισέμια.
Αυτά στου κατέβασμα έφκιαναν κι κατσκέλις* κι ακούουνταν ου αέρας απού ΄ν ταχύτητα.
Υπήρξαν κι υπάρχν πουλοί πιριστιράιδις που αγαπούν τα πιριστέργια μι παθουλουγική αγάπ΄, αξίζ΄ ιδώια να πούμι κι για ιέναν που δεν τα πίριμινιν καένας να ασχουληθεί μι τα πιριστέργια μιας κι η μεγάλ΄ αγάπη τ΄ ήταν του μπάσκιτ κι μάλιστα μι ιγιτική θέσ΄ κι χουρίς μόνιμ΄κατοικία, λόγου δλειάς. Είνι ου μιγάλους Γιουγκουσλάβους προυπουνητής, ου Ντούσαν Ίβκουβιτς!
Φαντάζιστι στα συμβόλια που υπόγραφιν να βάν΄κι τουν όρου να έχ΄ του σπίτ΄ ταράτσα ή αυλή ή κήπουν ή ακόμα αν άλλαζιν πόλ΄ να τουν μιταφέρν κι του κουμάσ΄ μι τα πιριστέργια; Χαμός.
Ας τουν ακούσουμι όμως να δούμι τι λιέει σι μια συνέντιφκς: “ Από τον αδελφό της γιαγιάς μου, Νίκολα Τέσλα πήρα την αγάπη για τα περιστέρια. Έχω φίλους περιστεράδες όπως τον Αργύρη Καμπούρη*.
Είναι δύσκολο να διαχειρίζεσαι περιστέρια από ό,τι παίκτες. Μπορείς να εξηγήσεις στον παίκτη και να γίνεις δάσκαλος. Στα περιστέρια βέβαια ό, τι τους δίνεις αυτά παίρνουν. Ο παίκτης μπορεί να φάει σοκολάτα. Τα περιστέρια μόνο όσα τους δίνεις.”
Καλά ου “Nτούντα”*, είχιν παράδις κι έφκιάνιν του ” χόμπυ” τ΄, ιδώ οι θκοί μας; τα μι πείς κι αφτοί φκιάν΄ του κέφι τ΄ς, ιντάξ΄του καταλαβαίνου αλλά άμα του ψουμί είνι λιγουστό , λιέου για ΄ν παλιά ιπουχή, η φτώχια να πιρισσέβ΄, μιρουκάματου πότι είχαν κι πότι δεν είχαν, τα έπριπιν να ταΐζν κι τα πιριστέργια ικτός απ΄΄ν οικουγένεια, τώρα τα μι πείς μια χούφτα στιάρ΄, αμ΄κι αφτό ήταν λιγουστό, τι να είνι αφτό που τ΄ς κάμ΄κι έχν τόσ΄ αγάπ΄ για τα πιριστέργια; Λές να γίνουντι ιένα μι τι αφτά κι να πιτάει κι του μπγιαλό τ΄ς κι να φαντάζουντι καλύτιρις μέρις; Άβυσσους η ψχή τ΄ανθρώπ΄.
Ιένας πιριστιράις που μ΄έκαμιν τρανή ιντύπουσ΄, μκρός ιγώ τότι, είχιν πουλύ καλά πιριστέρια κάθουνταν στ΄ γειτουνιά μ΄ στου Κιρμαργιό, ήταν ου Λάζους , ιένα γιρουδιμένου παλληκάρ΄, αυτός πάλιβιν για τ΄λιφτιριά τ΄ς πατρίδας κι όταν γίνουνταν συνγκιντρώσεις έβανιν στου κόρφου τ΄ όσα πιριστέρια χουρούσιν κι πάεινιν σην πλατέα κι τα άφηνιν, αφτά ίφιρναν καμόσις φούρλις κι έφυβγαν κατ΄ιφθείαν για του κουμάσ΄, κάνα χιλιόμιτρου μακρά! Τώρα, τι δλειά έχ΄ ου διαγουνισμός που έβαλα στουν τίτλου; Έχ΄κι παραέχ΄.
Ου Μάνατζιρ (manager) κι Τσίο (CEO) τ΄ς μιγάλις ουμάδας ΚΜΑ – ΕΚ . Τι είνι αυτάια τα κινέζ΄κα ρά που διαβάζουμι, μην είνι η Κατασκιβαστική Μαρινών Αρίνταγα – Ετιρεία Κατασκιβών ; σαν να ακούου του Χαριλάκ΄ να μι λιέι!
Όχ΄ αρά Χαριλάκ΄, είνι η ουμάδα κοινουνικής δυκτύουσης που έφκιασιν ου φίλους μας ου Κώτσιους κι πριν απού καμόσις μέρις, τηλ΄μέρα τουν ιρουτιβμένων, έφκιασιν ιένα ιρουτηματουλόγιου για του ποιός είνι καλύτιρους που μι αναρτήσεις, μι σχόλια χαρίζ΄ σ΄ν ουμάδα γνώσεις, συγκινήσεις, σιουρδαμάρα, κασμέρια κι χάλιβιν να ψηφίσουμι τουν , καλύτιαρου μι τ΄συνείδησ΄ ήσυχ΄ συμπληρώνου ιγώ. Έβαλιν ουχτώ ιννιά γκισέμια, έβαλιν κι τρείς τέσσιαρς βουσκιάιδις. Λάθους σαν σκέψ΄! Τι τ΄ς θέλτς αρά Κώτσιου τ΄ς βουσκιαίδις αυτά τα μύθια. Όσ΄ δεν είχαν φραγμόν για τα πιριστέργια ως σύμβουλα ειρήνης τα ΄φκιαναν καμιά τηγανιά που όσ΄ έτρουγαν άγλιφαν κι τα δάχτυλά τ’ς.
Θέλτς να φκιάσ΄ δημουσκόπησ΄; Πάρι όλα αυτάια τα ουνόματα, τα γκισέμια, κι βάλτα σι πιρίουπτουν θέσ΄ για να τα τιμήισ΄ αφού αυτά είνι χρόνια γκισέμια, τ΄ς βουσκιάιδις απ΄όξου δεν χράζουντι κι βάλι νέα φυντάνια ( γούτ΄ κι πιριστέρις) να γέν΄κι αυτά γκισέμια, τόσα υπάρχν!
*
Πένγκις = Βούλες
Κατσκέλις = τρέξιμο κατ ευθείαν αλλά με κινήσεις δεξιά και αριστερά προσπερνώντας
εμπόδια
“Nτούντα” = Xαϊδευτικό ψευδώνυμο του Ντούσαν Ιβκοβιτς
Αργύρης Καμπούρης. Ποιός δεν γνωρίζει τον “τίμιο γίγαντα”. Eμβηματική φυσιογνωμία του Ολυμπιακού Πειραιώς. Σημαντική στιγμή η ευστοχία του στις δύο βολές του τελικού αγώνα της Εθνικής με την αντίστοιχη της μεγάλης ομάδας της Σοβιετικής Ένωσης για το Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του 1987, που χάρισε το τρόπαιο στην Εθνική Ελλάδος.
Μήκας Ελίμειος
26 Φεβρουαρίου 2021

Αφήστε μία απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

*

Προσοχή!!! Για να δημοσιεύονται, από 'δω και στο εξής, τα σχόλιά σας, θα πρέπει να επιλέγετε, την παρακάτω επιλογή  "Διάβασα και αποδέχομαι τους Πολιτική απορρήτου  " που σημαίνει ότι διαβάσατε κι αποδέχεστε την πολιτική απορρήτου του kozan.gr. Αν, κάποια φορά, ξεχάσετε να το κάνετε θα λάβετε μια ειδοποίηση ότι δεν το πατήσατε (αρα δεν αποδεχτήκατε την πολιτική απορρήτου). Σε αυτή την περίπτωση, για να μη χαθεί το σχόλιο σας, πατήστε να γυρίσετε πίσω  και ξαναπατήστε "δημοσίευση", τσεκάροντας, προηγουμένως, την προαναφερόμενη επιλογή. Η συμπλήρωση των πεδίων όνομα, Ηλ. διεύθυνση και ιστότοπος, της παραπάνω φόρμας, δεν είναι υποχρεωτική.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.