Το 1982 διοργανώθηκαν οι πρώτοι Καμβουνιακοί Αγώνες στίβου στο γήπεδο του Μεταξά, με συνδιοργανωτές τους συλλόγους Λιβαδερού, Μεταξά και Τριγωνικού. Οι αγώνες θα διεξάγονταν κάθε χρονιά σε διαφορετικό χωριό εκ περιτροπής. Έτσι το 1983 διεξήχθησαν στο Τριγωνικό και το 1984 στο Λιβαδερό. Συμμετείχαν σε αυτούς ερασιτέχνες αθλητές με καταγωγή από τα τρία χωριά, σε διαφορετικές ηλικιακές ομάδες. Αργότερα στη διοργάνωση συμμετείχαν και άλλα χωριά της περιοχής των Καμβουνίων, με αντίστοιχες τοποθεσίες διοργάνωσης.
Ήταν κάτι το πρωτόγνωρο και ελπιδοφόρο, συγκέντρωσε το ζωηρό ενδιαφέρον των κατοίκων των χωριών μας και καλλιεργήθηκε ένα πνεύμα συνεργασίας (παρά τα όποια τοπικιστικά φαινόμενα) μεταξύ των κατοίκων και φορέων της περιοχής. Οι αγώνες αυτοί αποτέλεσαν μια ώθηση στα πολιτιστικά και αθλητικά δρώμενα του τόπου.
Μπορεί κανείς να διηγηθεί μικρά κατορθώματα, αστείες ιστορίες και ενδιαφέροντα παραλειπόμενα που έλαβαν χώρα κατά τη διεξαγωγή αυτών των αθλητικών εκδηλώσεων. Σήμερα θα επικεντρωθούμε σε ένα κορυφαίο γεγονός, που έχει μείνει ανεξίτηλο στη μνήμη μας: Η κατάκτηση της πρώτης θέσης από την ομάδα του Λιβαδερού στο αγώνισμα της διελκυστίνδας στους πρώτους αγώνες στο Μεταξά (1982).
Η διελκυστίνδα (του τράβηγμα του σκνι) είναι ένα πανάρχαιο αγώνισμα, πολύ διαδεδομένο τις παλαιότερες εποχές. Μάλιστα από το 1900 έως το 1920 συμπεριλαμβανόταν στους Ολυμπιακούς Αγώνες ως αγώνισμα του στίβου. Το αγώνισμα είναι γνωστό στους περισσότερους: Υπάρχει ένα σχετικά μακρύ και ανθεκτικό σχοινί (φόρτουμα) που την καθεμιά από τις δυο άκρες του κρατούν τα μέλη της κάθε αντίπαλης ομάδας (τα άτομα της ομάδας ποικίλλουν). Η εκκίνηση γίνεται με τα μέλη της κάθε ομάδας να κρατούν σφιχτά την αντίστοιχη άκρη του σχοινιού σε στατική θέση. Μόλις δοθεί το σύνθημα η κάθε ομάδα αρχίζει να τραβά προς το μέρος της το σχοινί, με την αντίπαλη να αντιστέκεται και να τραβά κι αυτή με τη σειρά της προς το μέρος της τους αντιπάλους. Νικήτρια είναι η ομάδα που θα καταφέρει να τραβήξει και να παρασύρει προς το μέρος της και για κάποια απόσταση την αντίπαλη ομάδα.
Βρισκόμαστε λοιπόν στο γήπεδο του Μεταξά, το σωτήριον έτος 1982, οι αγώνες έχουν φτάσει στο τέλος τους και απομένει μόνο το τελευταίο αγώνισμα, η διελκυστίνδα, του σκνι, με αντίπαλες, στον τελικό, τις ομάδες Τριγωνικού και Λιβαδερού. Οι Τριγωνικιώτες είχαν κάνει προετοιμασία με προπονήσεις, κυρίως τακτικής, φορούσαν φόρμες και ποδοσφαιρικά παπούτσια με τάπες για να μαγκώνουν στο έδαφος και να μη γλιστρούν από το τράβηγμα των αντιπάλων. Οι δικοί μας, οι Λιβαδεριώτες, ήταν λιγάκι «χύμα», όλοι με τα καλά τους ρούχα, με παπούτσια σκαρπίνια, σαν να πήγαιναν βόλτα. Είχαμε όμως ένα σοβαρό πλεονέκτημα ως ομάδα: Είχαμε παρατάξει στον αγώνα το «βαρύ πυροβολικό», άνδρες ογκώδεις, βαριούς και γεροδεμένους. Την ομάδα μας αποτελούσαν οι Τζηλαντώνης Γιάννης (Γιαννς τ’ Βιλιούρα), Κλεάνθης Τσιόκανος (Κλεάνθης τ’ Γκίτσιου), Τσιανάκας Γεώργιος (Γκιαλτουγιώρς), Χρήστος Μίχος (Πατάτας), Γιάννης Γκουτζιομήτρος (Γιαννς τ’ Λιατσιουανδρέα).
Στη θέα των δύο αντιπάλων οι Τριγωνικιώτες απέναντι στους Λιβαδεριώτες έμοιαζαν καχεκτικοί, σαν να ήταν της κατηγορίας «πτερού». Αλλά, όταν δόθηκε το σήμα της εκκίνησης, οι δικοί μας αιφνιδιάστηκαν, δεν μπορούσαν να μετακινήσουν τους Τριγωνικιώτες, γιατί οι τάπες των παπουτσιών τους είχαν σκαλώσει στο χώμα και κρατούσαν σθεναρή αντίσταση. Όμως στη συνέχεια υπό τις ιαχές του πλήθους (αρχίντσαμι να ουρλιούμιστι) οι δικοί μας φαρδουπάτσαν κι άρχισαν να τραβούν με μανία, άρχισαν να γρυλίζουν σαν αλτσιαγμένα σκλια, και δεν άργησαν να τραβήξουν προς το μέρος τους τους αντιπάλους, που αυλάκιασαν με τις τάπες το γήπεδο, για καμιά δεκαριά μέτρα. Και είχαν σκοπό να τς σβαρνίξν μέχρι την άκρη του γηπέδου, αν δεν τους σταματούσαν οι κριτές, λέγοντάς τους ότι τέλειωσε το αγώνισμα και είναι οι νικητές. Το τι έγινε δεν περιγράφεται! Ορμήξαμε όλοι μέσα στο γήπεδο, αγκαλιαζόμασταν, σκούζαμε, χοροπηδούσαμε και κάναμε ένα σωρό σαλαμάρες. Στο επίκεντρο των πανηγυρισμών ήταν φυσικά τα μέλη της ομάδας μας, που ανέδειξαν με τη νίκη τους το «μεγαλείο της Λιβαδεριώτικης φυλής». Το έπαθλο ήταν ένα μεγάλο κύπελλο, έτοιμο να γεμίσει με σαμπάνια ή μπύρες…
Στη φωτογραφία ο Τζιαναβός (κατά κόσμο Νικόλαος Δανίλης) με το βαρύτιμο έπαθλο ανά χείρας, περιχαρής και τρισευτυχισμένος, σπεύδει προς τους νικητές!