Οι Αρμένιοι, κυριολεκτικά την επομένη της γενοκτονίας των συμπατριωτών τους, κατέστρωσαν το «Σχέδιο Νέμεσις» που προέβλεπε την παραδειγματική τιμωρία των ιθυνόντων που σχεδίασαν και διέταξαν την εξόντωση των αρμενικών πληθυσμών της Ανατολίας.
Αφού εκτέλεσαν 26 πρωτεργάτες της γενοκτονίας, εργάστηκαν μεθοδικά, στα πλαίσια μιας στρατηγικής που περιλαμβάνει τέσσερις φάσεις:
- Η πρώτη, που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1970, αφορά την ευαισθητοποίηση της διεθνούς κοινής γνώμης για το θέμα μέσα από μια σειρά ενεργειών στις οποίες συμπεριλαμβανόταν και η ένοπλη δράση εναντίον στελεχών του τουρκικού κράτους –κυρίως διπλωματών– που προπαγάνδιζαν το ανήκουστο διεθνώς, ότι δηλαδή οι Αρμένιοι ήταν εκείνοι που διέπραξαν σφαγές και γενοκτονία εναντίον των Τούρκων και όχι το αντίθετο.
- Η δεύτερη φάση, μετά την ευαισθητοποίηση της διεθνούς κοινής γνώμης, είναι η δημιουργία ομάδων πολιτικής επιρροής, με στόχο την αναγνώριση της γενοκτονίας από τα κοινοβούλια κρατών.
- Η τρίτη είναι η φάση της διεκδίκησης αποζημιώσεων μέσω δικαστικών διαδικασιών που θα ξεκινούσαν αρμενικής καταγωγής πολίτες μεγάλων χωρών, εναντίον ασφαλιστικών εταιρειών αλλά και εναντίον της ίδιας της Τουρκίας, που σφετερίζεται μέχρι σήμερα τις περιουσίες των Αρμενίων.
- Η τέταρτη φάση είναι η διεκδίκηση εδαφών, είτε μέσω της διεκδίκησης των περιουσιών σε ατομικό επίπεδο είτε μέσω μαζικής διεκδίκησης από ομάδες Αρμενίων, ακόμα και από το ίδιο το αρμενικό κράτος.
Σημειωτέον ότι όλα αυτά έγιναν χωρίς τη συμμετοχή του αρμενικού κράτους, το οποίο άλλωστε ανακήρυξε την ανεξαρτησία του μόλις το 1991.
Το πού ακριβώς βρίσκεται η υπόθεση της γενοκτονίας των Αρμενίων είναι θέμα ειδικής ενημέρωσης από τους αρμόδιους φορείς του αρμενικού κινήματος.
Πάντως, να υπογραμμίσουμε ότι η υπόθεση αυτή σε μεγάλο βαθμό κρατιέται μακριά από το κράτος της Αρμενίας και αποτελεί κυρίως ζήτημα των ανά τον κόσμο αρμενικών κοινοτήτων, της λεγόμενης διασποράς.
Όσον αφορά την Ελλάδα, ενώ ιστορικοί όπως ο Βαλαβάνης, ο Ενεπεκίδης, ο Λαμψίδης μιλούσαν για γενοκτονία από το 1924, σε επίπεδο κοινωνίας και πολιτικής ξυπνήσαμε –ή μάλλον μας ξύπνησαν οι Αρμένιοι– τη δεκαετία του 1980, για να αναγνωριστεί ομόφωνα από το ελληνικό Κοινοβούλιο το 1994 η 19η Μαΐου ως Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, και το 1998 η 14η
Σεπτεμβρίου ως Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας.
Και δεν εννοούμε τον Φίλη, αυτός ήταν ο –πολιτικά– αφελής της παρέας. Υπάρχουν άλλοι που κινούνται υπογείως, όπως έχουν μάθει δεκαετίες και όπως επιβάλλει ο ρόλος και το… στάτους τους.
Αυτή είναι η κατάσταση σε αδρές γραμμές που επικρατεί στο μείζον ζήτημα του ξεκληρισμού των Ελλήνων της Θράκης, του Πόντου και της Μικράς Ασίας από το τουρκικό κράτος, με βάση σαφώς καθορισμένο σχέδιο, που υλοποιήθηκε με εγκληματική ψυχραιμία από όλους όσους κυβέρνησαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία, την Τουρκία, μέχρι τα πρόσφατα χρόνια.
Γιατί η πολιτική της Γενοκτονίας δεν τελείωσε το 1923, με την υπογραφή της Συνθήκης της Λοζάνης. Συνεχίστηκε το 1942 με το Βαρλίκ Βεργκισί, το 1955 με τα Σεπτεμβριανά, το 1964 με τις απελάσεις των Ελλήνων της Πόλης, το 1974 με την εισβολή στην Κύπρο, με την «εξαέρωση» των 20.000 εγκλωβισμένων στα Κατεχόμενα, με τις απαράδεκτες διεκδικήσεις στην Κύπρο, το Αιγαίο και τη Θράκη.
Όσο για τη στρατηγική, μην ψάχνετε κάτι τέτοιο. Για να αναζητήσεις στρατηγική, πρέπει να υπάρχει ενότητα και ένα κέντρο που να την σχεδιάσει.
Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πρόσωπα και ομάδες που εργάζονται με σχέδιο, ζήλο και αυτοθυσία, για το θέμα. Όμως όταν ο παρονομαστής του κλάσματος είναι μηδέν…
Σ’ αυτή την δύσκολη πραγματικότητα, το Εργατικό Κέντρο Ν. Κοζάνης, αυτά τα χρόνια της λειτουργίας του, ξεπερνώντας παθογένειες και προκαταλήψεις που ταλαιπωρούν το χώρο δεκαετίες τώρα, προσπάθησε –και θα συνεχίσει να το κάνει– καταρχάς να αναδείξει το μείζον θέμα της Γενοκτονίας, να καταγγείλει και να κατακεραυνώσει απόπειρες ακύρωσης της αναγνώρισης, και να αποτελέσει μια πλατφόρμα προβολής όλων των ιδεών και των απόψεων που υπάρχουν για το θέμα, χωρίς χειραγωγήσεις και χωρίς αποκλεισμούς.
Ας ελπίσουμε ο αγώνας δεκάδων ανθρώπων που εργάζονται νυχθημερόν στον τομέα αυτόν της έντιμης και ανεξάρτητης ενημέρωσης να φέρει αποτέλεσμα στο ζήτημα της ενότητας και της κοινής στρατηγικής.