Τέτοιον καιρό , περίπου κάνα μήνα πριν απ τον Αϊ Γιωργη και πριν βάλουμε τις στρούγκες , όταν «παίρνει ο Μάρτης δώδεκα κι Απριλης δεκαπέντε» που λέει και το δημοτικό τραγούδι , φορτώνοντας πάλι όλα τα «συμπράγκαλα» ανέβαζαν οι τρανοί με τους τζιομπαναραίους με τη βοήθεια των πιτσιρικάδων ,τα κοπάδια από τα χειμαδιά και τα χειμερινά μαντριά στα ανοιξιάτικα..!
Έχοντας τα τζομπανόσκυλα άγρυπνους φυλακες κι ακολουθώντας το ίδιο σχεδόν δρομολόγιο που είχαν περάσει τον Αϊ Δημήτρη κατεβαίνοντας, ανέβαζαν επι τέλους τα γίδια μαζί με τα φετεινά κατσίκια στ ανοιξιάτικα μαντριά της Λευκοπηγης: «Αντε πήρε να καλουκιριάζει.!» έλεγαν «κι άμα το γυρίσει σε κάνα χιόνι θα το παλαιψουμε… τα κατσίκια τράνεψαν τώρα ».!
Τ ανοιξιάτικα μαντριά «έπιαναν» το μέρος πάνω μετά την Ελαφόπετρα στις απάνεμες-προσήλιες πλαγιές με το πυκνό πουρνάρι, χτισμένα τα πιο πολλά στα «ΜΕΣΟΡΑΧΙΑ» κι έφταναν μέχρι το «Γκουλουϊάννη» και το «Καστρί» στον καλοκαιρινό βοσκότοπο του «Ζγκόστι»…
Στο «τρανό το καγκέλι» αριστερά του «Μπαρακόλουκα» πάνω απ του «τυρικόμπ τ’ φουλιά» είχε ο Τζιαχανοσπύρος το πρώτο μαντρί πάνω απ τα απότομα βράχια , που μόνο τα μικρά αρπαχτικά γεράκια οι «τυροκόμοι» έφτχιαχναν τη φωλιά τους, τα οποία σύμφωνα με τον Αλέξ. Ιω Βαταλη πήραν την ονομασία αυτή επειδή άρπαζαν το τυρί απ τα «μπατζιριά»-τυροκομεία της περιοχης στον «Κουϊμτζη»-ΑϊΘανάση.
Εκεί πάνω ακριβώς απ τη φωλιά των γερακιών είχε ο Σπυρος Δουγαλής τ ανοιξιάτικο μαντρί του , που ήταν απόρθητο από λύκους , όχι μόνο λόγω φυσικης θέσης αλλα γιατί όπως θυμάμαι είχε και το καλύτερο και πιο ικανό τσομπανόσκυλο με μια χαίτη λιονταριού που δέσποζε πάνω στο βράχο και χωρίς να γαυγίζει καθόλου χτένιζε παρακολουθώντας ολόκληρη την περιοχή κάτω «στου Θανάση το λάκο» κι απέναντι στη «Στράτνα». Οι πεινασμένοι λύκοι «ήξεραν» την ικανότητα και τη δύναμη του και δεν πλησίαζαν εύκολα στο κοπάδι και το μαντρί.
Τα ερείπιά του μαντριού και της Καλύβας σώζονται ακόμα όπως τ άφησε «φεύγοντας» απ τη ζωή ο μπάρμπαΣπύρος. Στη συνέχεια μετά το «Μικρό καγκέλι» , που κατεβαίνει ο λακος απ την «Αγροκερασιά» , ήταν τα περισσότερα ανοιξιάτικα μαντριά των κτηνοτρόφων της Λευκοπηγης σε μια μεγάλη οροσειρά με ήπιο κλίμα που την ονομάζουμε «Μεσοράχια» , επειδή βρίσκεται σε ράχες στη μέση περίπου της διαδρομής από το χωριό προς τα καλοκαιρινά βοσκοτόπια στο «Ζγκόστι» , το «Ασπροβούνι» και το Μπούρινο.
Εκεί ψηλά , κάτω από ένα μεγάλο βράχωμα είχαμε κι εμείς το μαντρί πάντα μαζί με τους «Ταλιωλιάδες» .Κάτω χαμηλά στο δρόμο πριν αντικρύσουμε τον Αϊθαναση , ήταν τα «Μηντιλάθκα» τα μαντριά (Αντώνη Δουγαλη κλπ) , που δίπλα τους σ ένα πυκνοβραχώδες δύσβατο και για τους ανθρώπους ακόμα μονοπάτι , δυσκολεύονταν να περάσουν οι γάϊδαροι και τα αλογομούλαρα , όπότε έκαναν μικρές πυκνές κι απότομες στροφές γι αυτό το ονομάζαμε «καγκέλια». Λίγο πιο πάνω δεξιά σ ένα πολύ απότομο μέρος κτισμένο κυριολεκτικά μέσα στους βράχους είχε το μαντρί του για τα πρόβατα ο Γιαννάκης Δουγαλης .!
Στη συνέχεια ακριβώς στο απέναντι απότομο πλάϊ από «τ Λιόλη το πηγάδι» είχαμε ακόμα ένα πιο πρόχειρο-καλοκαιρινό μαντρί που χρησιμοποιούνταν μετά τις στρούγκες για τις βροχερές και κρύες νύχτες.
Στο αμέσως επόμενο λάκωμα-απότομο πλάι που κατεβαίνει από τη μαυρόπετρα είχαν τα μαντριά τους οι «Καραϊνάδες»(Μάρκος, Θανασης Καραγιαννης κλπ) . Ακόμα και τώρα μου διηγείται ο ξάδερφος ο Γουλας-Γιώργος Καραγιαννης του Θανάση μια περιπέτεια που είχε ,όντας ακόμα πιτσιρικάς περί το 1960 , με τους λύκους όταν όρμηξαν στο κοπάδι κοντα στο μαντρί και τους έδιωξε μαζί με τα ικανά τζομπανόσσκυλά του.
Και τέλος δεξιά από το στόμιο του Μπούρινου το λάκο , κάτω απ το Καστρί , ήταν τα «Φλωράθκα» τα μαντριά και η στρούγκα του «Τέγου»-Φλώρου Στέργιου και των άλλων Φλωράδων.
Στα ανοιξιάτικα μαντριά την περίοδο αυτή των 30-40 ημερών πριν απ το Πάσχα και πριν βάλουν τις στρούγκες ξεκαθάριζαν οι τσελιγκαδες και οι μικρότεροι νοικοκυραίοι ποια κατσίκια θα κρατήσουν απ τα καλύτερα «νταμάρια» για την ανανέωση και το μεγάλωμα του κοπαδιού και ποια θα πουλήσουν στον έμπορα-χασάπη για να πάρουν κάποια χρήματα να πληρώσουν τα χρέη από τα έξοδα του χειμώνα.
Μετα τις γέννες ήταν η πιο δύσκολη μεταβατική περίοδος για τους κτηνοτρόφους και για τα ίδια τα ζώα και ιδιαιτερα τα μικρά κατσίκια κι αρνιά που περνούσαν την προσαρμογή από το βύζαγμα του γάλατος , στο «ξέκωμα» και το πέρασμα στη βοσκή χωρίς πλέον τη φροντίδα της μάνας …
Για τα μεγάλα ζώα τελείωναν οι ζωοτροφές που είχαν αποθηκευτεί το καλοκαίρι και δυσκολεύονταν πολύ ιδιαίτερα σε χρονιές σαν τη φετινή που ενώ φτάσαμε στη μέση της άνοιξης-Μάρτη-Απρίλη , περνάμε συνθήκες χειμώνα με πολλά χιόνια και χαμηλές θερμοκρασίες χωρίς ακόμα να μπορει η γη να βγάλει τα φρέσκα χορτάρια και το πουρνάρι ν ανθίσει το πολύχρωμο τρυφερό «ξιφύλι».!
Θυμάμαι τα κατσικάκια που υπόφεραν μόλις ξεκόβονταν από τη μάνα-γίδα και προσπαθούσαν να βοσκήσουν στο αγκαθωτό ακόμα πουρνάρι , έβγαζαν στα τρυφερά τους χείλη τη «Μπούζα», όπως λέγαμε τον έρπητα και τα βάζαμε γουρουνίσιο λιπος-λίγδα για να μαλακώσουν και να ξεπρηστουν τα χείλια τους :!
Βασανιστικά επίσης ήταν τα «τσιμπούρια» που έβγαιναν και κολλούσαν στο γυμνό-μαλακό πίσω μέρος των κατσικιών χωρίς πλέον τη φροντίδα της μάνας τους , οπότε τα αλοίφαμε με κατράνι ή κρυολίνη για να πέσουν τα τσιμπούρια…
Θυμάμαι επίσης τα γοερά βελάσματα των μανάδων και των κατσικιών τις πρώτες μέρες μετά το «ξέκωμα» , γιατί οι κτηνοτρόφοι τρεις μήνες μετά τις γέννες έπρεπε να αρχίσουν να παίρνουν πλέον το γάλα για να το πουλήσουν ή να τυροκομίσουν , διοτι απ το γάλα αντλούσαν το μεγαλύτερο έσοδο της χρονιάς για να φροντίσουν την πολυμελή συνηθως «φαμπλιά»-οικογένεια .
Το πιο επώδυνο ομως για τα κατσίκια και τ αρνιά αυτή την περίοδο ήταν το σημάδεμα , με κόψιμο ή σχισιμο μέρους του αφτιού ή και των δυο αφτιών πάνω στα οποία αποτυπώνονταν αιματηρά στο κάθε μικρό ζώο το «σμάδι-πιστοποιητικό ιδιοκτησίας» των κτηνοτρόφων , αλλά αυτό θα περιγραφεί με ιδιαίτερη αναφορά …
Και αμέσως μετά τον Αιγιώργη όταν έμπαινε για τα καλά η Άνοιξη και άνθιζαν τα πάντα , αφού ξέκοβαν τα στείρα απ τα γαλάρια , έφευγαν τα κοπάδια απ τ ανοιξιάτικα μαντριά ανέβαιναν ακόμα πιο ψηλά και βάζαμε τις στρούγκες για τα γαλάρια , στο Ζγκόστι για τα γίδια και στο Μπαράκο για τα πρόβατα .
Λευκοπηγή 11/4/2022
Γιώργος Μητλιάγκας του Ιωάννη