Την δυναμική «επιστροφή» του λιγνίτη στο ενεργειακό μίγμα της Ευρώπης επιβεβαιώνει η τελευταία έκθεση της Κομισιόν για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας για το δεύτερο τρίμηνο του 2022.
Αν και πρόκειται για μια εξέλιξη, απόρροια τόσο των σημαντικά αυξημένων τιμών του φυσικού αερίου όσο και των ανωμαλιών στον εφοδιασμό του καυσίμου, αποδεικνύεται ότι η επιχειρούμενη απανθρακοποίηση της ευρωπαϊκής οικονομίας δεν αποτελεί μια εύκολη υπόθεση, δεδομένων των πάγιων και επειγουσών αναγκών που μπορεί να προκύπτουν στην κάλυψη της ζήτησης, όταν μάλιστα, μιλάμε σε ένα «περιβάλλον» χωρίς δυνατότητα αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας.
Η συμμετοχή των λιγνιτικών μονάδων στην ηλεκτροπαραγωγή αυξήθηκε κατά 20% από χρόνο σε χρόνο (περισσότερο από 8 TWh) και η αντίστοιχη του λιθάνθρακα αυξήθηκε κατά 17% σε σχέση με πέρυσι (6 TWh).
Συνολικότερα, ως αποτέλεσμα της μειωμένης συμμετοχής των πυρηνικών και των υδροηλεκτρικών στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, η χρήση των ορυκτών καύσιμων έφτασε στο 36% το δεύτερο τρίμηνο του 2022 (από 33% το αντίστοιχο τρίμηνο του 2021). Την ίδια στιγμή οι ΑΠΕ αύξησαν ελαφρά το μερίδιό τους στο 43% έναντι 42% το Q2 του 2021.
Η απώλεια των πυρηνικών μονάδων της Γαλλίας επέφερε μείωση στο μερίδιο των πυρηνικών στο ενεργειακό μίγμα της Ευρώπης που βρέθηκε στο 21% έναντι 25% το ίδιο τρίμηνο ένα χρόνο πριν με την παραγωγή τους να υποχωρεί κατά 17% (-27 TWh) το εξεταζόμενο διάστημα.
Ειδικότερα για την λιγνιτική παραγωγή, το παρακάτω διάγραμμα αποτυπώνει την επιστροφή του λιγνίτη, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η έκθεση της Κομισιόν, μετά την μείωση που υπέστη στη διάρκεια του 2020, «υποβοηθούμενη» από τις υψηλές τιμές αερίου και λιθάνθρακα.
Πιο συγκεκριμένα, τα περισσότερα κράτη-μέλη με διαθέσιμο στόλο λιγνιτικών μονάδων αύξησαν την παραγωγή τους στη διάρκεια του δεύτερου τριμήνου του 2022 με εξαίρεση την χώρα μας. Σε μηνιαία βάση, η μεγαλύτερη παραγωγή καταγράφηκε τον Ιούνιο, σχεδόν 18 TWh.
Η περίπτωση της Ελλάδας
Σε ότι αφορά την Ελλάδα να σημειώσουμε ότι αρχής γενομένης από το καλοκαίρι και ιδιαίτερα όταν τέθηκε σε εφαρμογή το σχέδιο «λιγνίτης», η λιγνιτική παραγωγή αυξάνεται. Στόχος είναι από τις 5 TWh να φτάσει για τους επόμενους 12 μήνες (Αύγουστος 2022-Αύγουστος 2023) στις 10 TWh. Από τις αρχές του καλοκαιριού η ενέργεια που παράγεται από τις λιγνιτικές μονάδες αυξάνεται, αναμένοντας και την εκκίνηση (δοκιμαστικά) της νέας μονάδας «Πτολεμαΐδα 5» εντός του επόμενου μήνα. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, η συμμετοχή των λιγνιτικών μονάδων στο ενεργειακό μίγμα της χώρας είχε υπερδιπλασιαστεί τον Ιούνιο σε σχέση με τον αντίστοιχο περσινό μήνα, τον Ιούλιο αυξήθηκε κατά 61% έναντι του ίδιου μήνα του 2021, ενώ τον Αύγουστο η λιγνιτική παραγωγή ανέβηκε πάνω από 27%.
Η πρώτη τριάδα στην Ευρώπη
Στη Γερμανία, η χώρα με τον μεγαλύτερο στόλο λιγνιτικών μονάδων, η παραγωγή από λιγνίτη αυξήθηκε κατά 24% από χρόνο σε χρόνο το δεύτερο τρίμηνο του 2022, λόγω κυρίως των υψηλών τιμών φυσικού αερίου και συνδυασμό με την προγραμματισμένη μείωση-απόσυρση των πυρηνικών μονάδων. Αντίστοιχα η ηλεκτροπαραγωγή από λιγνίτη αυξήθηκε στην Πολωνία κατά 5% από χρόνο σε χρόνο, υποστηριζόμενη από την μικρότερη ηλεκτροπαραγωγή με αέριο. Στην περίπτωση της Τσεχίας, η λιγνιτική παραγωγή αυξήθηκε κατά 30% σε σχέση με ένα χρόνο πριν.
Τα εν λόγω 3 κράτη μέλη αντιπροσωπεύουν το 82% της συνολικής ηλεκτροπαραγωγής με λιγνίτη σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης το δεύτερο τρίμηνο του 2022. Στην περίπτωση της Ελλάδας, η λιγνιτική παραγωγή μειώθηκε κατά 16% από χρόνο σε χρόνο στη βάση της μειωμένης λιγνιτικής ισχύος, αυξήθηκε η παραγωγή με καύσιμο το πετρέλαιο και συνάμα βελτίωση υπήρξε στην παραγωγή από αιολικά και φωτοβολταϊκά σε συνδυασμό με μια μικρή μείωση στην ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας. Στον αντίποδα κινήθηκε η γειτονική χώρα Βουλγαρία που μέτρησε +55% σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2021.
Το ευρωπαϊκό ενεργειακό μίγμα
Σε επίπεδο ευρωπαϊκού ενεργειακού μίγματος, το μερίδιο των λιγνιτικών μονάδων ανήλθε σε 8% το δεύτερο τρίμηνο του 2022, ενώ ευθύνεται για το 34% περίπου των εκπομπών άνθρακα στον τομέα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας κατά το τρίμηνο αναφοράς.
Γιατί λιγνίτη και όχι λιθάνθρακα
Επεξηγώντας γιατί η χρήση λιγνίτη είναι μεγαλύτερη της χρήσης λιθάνθρακα, οι συντάκτες της έκθεσης υπογραμμίζουν ότι η λιγνιτική παραγωγή παραδοσιακά εμφανίζουν πιο ανταγωνιστικά οριακά κόστη ανά μονάδα παραγόμενης ενέργειας ακόμη και με το υφιστάμενο επίπεδο τιμών CO2. Αυτό προκύπτει κυρίως από τα χαμηλά κόστη παραγωγής του καυσίμου, το οποίο συνήθως εξορύσσεται κοντά στις μονάδες όπου θα χρησιμοποιηθεί. Αντίθετα, τα λιγνιτικά έχουν μεγαλύτερο ανθρακικό αποτύπωμα ανά παραγόμενη μεγαβατώρα (περίπου κατά 20% σε σχέση με τον άνθρακα), πράγμα που συνεπάγεται μεγαλύτερο κόστος όταν τα δικαιώματα εκπομπών κοστίζουν περισσότερο.
energypress.gr