Η συμφωνία για την κλιματική αλλαγή που πραγματοποιήθηκε με πρωτοβουλία του ΟΗΕ την προηγούμενη χρονιά στο Παρίσι και η σύνοδος στο Μαρακές του Μαρόκου (7.11.2016), που έθεσε σε ισχύ την ιδιαίτερα μεγάλη συμφωνία, σηματοδοτεί σημαντικές εξελίξεις.
Από το τέλος του 20ου αιώνα υπήρξε προβληματισμός κι αναζήτηση για συγκεκριμένες πρωτοβουλίες για την προστασία του περιβάλλοντος. Η Διάσκεψη τον Ιούνιο του 1992 στο Ρίο της Βραζιλίας ήταν καθοριστική. Για πρώτη φορά, σε μια διεθνή συνάντηση συζητήθηκαν με συμμετοχή όλων των ηγετών του κόσμου και με έντονη παρουσία χιλιάδων επιστημόνων στελεχών μη κυβερνητικών οργανώσεων οι μεγάλες προκλήσεις του πλανήτη. Η πλούσια παραγωγική και ζωντανή αναζήτηση είχε σαν αποτέλεσμα έναν νέο προβληματισμό για την προστασία του περιβάλλοντος και η σύνδεσή του με τα μεγάλα προβλήματα της ανθρωπότητας, την φτώχεια, την κοινωνική ανισότητα, την πείνα, τις φυσικές καταστροφές, την ξηρασία, τις πλημμύρες, τις πυρκαγιές, και γενικότερα την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής. Το πνεύμα του Ρίο, ιδιαίτερα με την πρόταση, προοπτική της βιώσιμης ανάπτυξης, δημιούργησε ένα νέο τρόπο σκέψης και δράσης σε παγκόσμιο επίπεδο, την ευρέως γνωστή «Αgenda 21».
Με την «Αgenda 21» γεννήθηκε μια νέα αντίληψη, θέση για δράση, κινητοποίηση της κοινωνίας σε παγκόσμιο, εθνικό και τοπικό επίπεδο. Η προοπτική της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας κι ανάπτυξης για τις βασικές ανάγκες των ανθρώπων για διατροφή κι εργασία καθορίζουν τις εξελίξεις. Η στενή οικονομίστικη ανάλυση της ανάπτυξης είναι πλέον ξεπερασμένη. Ο πλανήτης βιώνει μια νέα κατάσταση με εξαιρετικά σύνθετες διεργασίες.
Η Συνθήκη – πλαίσιο του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή, η οποία πέντε χρόνια αργότερα, με την υπογραφή του Πρωτοκόλλου του Κιότο στην Ιαπωνία έκανε ένα μικρό αλλά τολμηρό βήμα στην πορεία της νέας αντίληψης και κινητοποίησης της κοινωνίας για τα σοβαρά ζητήματα του κόσμου. Με λίγα λόγια άνοιξε, έστω και με πολλές δυσκολίες, ο δρόμος για τη συμφωνία του Παρισιού και του Μαρακές, η οποία προβλέπει την σταδιακή κατάργηση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου έως το δεύτερο μισό του αιώνα και τον περιορισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη αρκετά κάτω από τους δύο βαθμούς κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή.
Η παγκόσμια αυτή συμφωνία για την κλιματική αλλαγή που αποτελεί μια από τις πιο σοβαρές προκλήσεις, με την συμμετοχή όλων των χωρών του πλανήτη, συνδέεται άμεσα με το παγκόσμιο οικονομικό και πολιτικό γίγνεσθαι. Η οικοδόμηση αυτής της συλλογικής πολιτικής πρωτοβουλίας έγινε πραγματικότητα με τις έξυπνες και σημαντικές πρωτοβουλίες του ΟΗΕ, ο οποίος εμπλούτισε με νέες μεθόδους την διεθνή διπλωματία και τις διεθνείς διαπραγματεύσεις.
Η διεθνής κοινότητα συνειδητοποίησε ότι μπορεί και πρέπει να πάρει στα χέρια της το μέλλον του πλανήτη με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες.
Η κλιματική αλλαγή επιβάλλει μια τεράστια αναδιάρθρωση της παγκόσμιας ενεργειακής οικονομίας.
Στην Ελλάδα η ενέργεια ήταν και είναι από τους σημαντικότερους κλάδους της οικονομίας. Η ΔΕΗ, που έχει συμβάλλει καταλυτικά στην ανάπτυξη της χώρας μας, ήταν εργαλείο άσκησης οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής. Δυστυχώς, όμως δεν υπήρξε σοβαρός εθνικός ενεργειακός σχεδιασμός. Επείγει ιδιαίτερα στην κρίσιμη οικονομική και κοινωνική περίοδο να καλυφθεί το μεγάλο κενό. Επιβάλλεται το συντομότερο να σχεδιασθεί η μακρόχρονη ενεργειακή στρατηγική. Με δημοκρατικές διαδικασίες να πάρει η Κυβέρνηση την πρωτοβουλία για δημόσια διαβούλευση. Να γίνει ουσιαστική συζήτηση στο Ελληνικό Κοινοβούλιο για να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση. Να γίνει ουσιαστική συζήτηση για το ενεργειακό μείγμα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Να ξαναγίνει η ΔΕΗ βασικός παράγοντας για την επανεκκίνηση της Ελληνικής Οικονομίας, αξιοποιώντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και παίρνοντας υπ’ όψη την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού.
Η σημερινή διοίκηση της ΔΕΗ έχει καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις για την ισχυροποίηση της επιχείρησης, για να ξεπεράσει τις παθογένειες του παρελθόντος και για να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην βαλκανική αγορά των γειτονικών χωρών.
Στρατηγικός της στόχος είναι στη χώρα μας προγραμματισμένα να γίνει η μετάβαση από το εγχώριο καύσιμο, το λιγνίτη, στις Ανανεώσιμες Πηγές ενέργειας στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πολιτικής για μείωσης της ενεργειακής εξάρτησης της Ευρώπης κι εναρμόνιση για την κλιματική αλλαγή.
Η νέα στρατηγική της ΔΕΗ για καθαρότερη ενέργεια επιτυγχάνεται με την συνύπαρξη λιγνίτη, φυσικού αερίου, υδροηλεκτρικών μονάδων και ΑΠΕ.
Τα πλεονεκτήματα από την ανέγερση της νέας μονάδας Πτολεμαΐδα 5 και η προοπτική της Μελίτης 2, μετά την πολύ σημαντική συμφωνία με τους Κινέζους, ενισχύουν την ορθολογική και με σύγχρονες τεχνολογίες καύσης αξιοποίησης των λιγνιτικών κοιτασμάτων της Δυτικής Μακεδονίας. Πέρα από την ισχυροποίηση της ΔΕΗ, γιατί χωρίς τις νέες μονάδες η ΔΕΗ τελειώνει ουσιαστικά, μειώνεται σε μεγάλο βαθμό η ρύπανση στην περιοχή, εξασφαλίζεται η τηλεθέρμανση στην Πτολεμαΐδα και την Φλώρινα, η περιφερειακή ανάπτυξη της Δ. Μακεδονίας και η απασχόληση χιλιάδων εργαζομένων.
Το Τεχνικό Επιμελητήριο Δ. Μακεδονίας με μελέτη που έκανε το 2012 και 2013 ανέδειξε τον ρόλο της περιοχής για την ΔΕΗ για την ανάπτυξη της χώρας αλλά και τις επιπτώσεις σε πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό, περιβαλλοντικό επίπεδο.
Δυστυχώς, για το ζητούμενο της ρύπανσης δεν υπήρξαν σοβαρά μέτρα προστασίας της κοινωνίας. Είναι μεγάλο πρόβλημα και πρέπει να υπάρξουν άμεσα πρωτοβουλίες. Ίσως ένα ειδικά περιβαλλοντικό σχέδιο, που θα προβλέπει και μέτρα ουσιαστικά για την υγεία των εργαζομένων και των κατοίκων. Άμεσα πρέπει να γίνει επιδημιολογική μελέτη η οποία πριν μερικά χρόνια είχε απασχολήσει τους τοπικούς φορείς, αλλά ουσιαστικά δεν έγινε τίποτα.
Η υγεία, όπως και η εργασία, είναι πέρα από την ποιότητα ζωής, πολλαπλασιαστικοί παράγοντες για την κοινωνία, για την ανάπτυξη, για την ψυχολογία των εργαζομένων και των κατοίκων.
Ο ενεργειακός σχεδιασμός θα πρέπει να έχει βασικό στόχο το ξεπέρασμα της ύφεσης και την προοπτική της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Μια ισχυρή και δημόσια ΔΕΗ σήμερα έχει όλα τα περιθώρια να συμβάλλει στην σταδιακή «απολιγνιτοποίηση» αξιοποιώντας το επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό της επιχείρησης για την έρευνα και την τεχνολογία, ένα τομέα, που μέχρι σήμερα δεν έδωσε μεγάλη βαρύτητα. Στην προσπάθεια αυτή σημαντικός είναι και ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα χωρίς τις ακραίες περιπτώσεις του ΝΟΜΕ (Δημοπρασίες Ηλεκτρικής Ενέργειας), οι οποίες πλήττουν επιχειρησιακά και οικονομικά τη ΔΕΗ.
Αναμφίβολα η έρευνα και η τεχνολογία, η ενεργειακή τεχνολογία πέρα από την λύση που μπορεί να δώσει στα ενεργειακά και κλιματικά μας προβλήματα μπορεί να δρομολογήσει νέες μορφές παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Στην Ελλάδα υπάρχει πλέον το νομοθετικό πλαίσιο για την έρευνα μετά από την ψήφιση πρόσφατα από τη Βουλή για χρηματοδότηση των ερευνητικών κέντρων με στόχο την αξιοποίηση νέων τεχνολογιών. Η ΔΕΗ, αξιοποιώντας το άριστα καταρτισμένο δυναμικό της μαζί με τους τοπικούς φορείς, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, μπορεί να πάρει πρωτοβουλία για την ίδρυση ερευνητικού κέντρου για την ενέργεια. Επίσης, θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν οι νέες επιστήμονες, που ζουν στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Στην προοπτική αυτή μπορεί να δρομολογηθεί το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο, ένας σημαντικός τομέας που λείπει από την χώρα μας.
Έχει έρθει η ώρα για δράση, υπάρχουν τα εργαλεία, οι δυνατότητες για την αλλαγή της παραγωγής και την κατανάλωση ενέργειας με τρόπους που ωφελούν την οικονομία, το περιβάλλον και την κοινωνία γενικότερα.