Ολοκληρώθηκε από τον ΑΔΜΗΕ η «ακτινογραφία» του ηλεκτρικού συστήματος, για τη δυνατότητα εγκατάστασης νέων data centers. Υπενθυμίζεται ότι η ανάλυση του Διαχειριστή υλοποιήθηκε για λογαριασμό των υπουργείων Ψηφιακής Διακυβέρνησης και του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, με σκοπό να αποτυπωθεί από την άποψη των περιθωρίων σύνδεσης, η τάξη μεγέθους των data centers που μπορεί να «υποδεχτεί» κάθε περιοχή ανά την επικράτεια.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο ενεργειακός «χάρτης» περιλαμβάνει τα περιθώρια σύνδεσης στα Κέντρα Υψηλής Τάσης και τους υποσταθμούς του ΕΣΜΗΕ. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα περιθώρια αυτά υπολογίστηκαν όπως αυτά θα διαμορφωθούν τα αμέσως επόμενα έτη, συνυπολογίζοντας δηλαδή τα έργα αναβάθμισης του ΕΣΜΗΕ που δρομολογεί ο Διαχειριστής και τα οποία, όπως είναι φυσικό, θα διευρύνουν τον διαθέσιμο ηλεκτρικό «χώρο».
Σύμφωνα με πληροφορίες του energypress, ομαδοποιώντας τα στοιχεία του «χάρτη» σε επίπεδο Περιφέρειας, προκύπτει ότι η περιοχή με τα μεγαλύτερα περιθώρια σύνδεσης είναι η Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας, η οποία δυνητικά μπορεί να «φιλοξενήσει» data centers συνολικής δυναμικότητας 700 Μεγαβάτ περίπου. Στη δεύτερη θέση έρχεται η Περιφέρεια Θεσσαλίας, όπου μπορούν να εγκατασταθούν έργα συνολικής δυναμικότητας της τάξης των 650 Μεγαβάτ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στις εν λόγω δύο Περιφέρειες βρίσκονται και τα σημεία σύνδεσης του ΕΣΜΗΕ με τον περισσότερο ηλεκτρικό «χώρο», στα επίπεδα των 300 Μεγαβάτ.
Με κριτήριο και πάλι τα μεγαλύτερα περιθώρια σύνδεσης, ακολουθούν οι Περιφέρειες Κεντρικής Μακεδονίας και Στερεάς Ελλάδας, κάθε μία από τις οποίες μπορεί να υποδεχτεί data centers συνολικής δυναμικότητας της τάξης των 500 Μεγαβάτ. Ελαφρώς μικρότερα περιθώρια σύνδεσης έχουν οι Περιφέρειες Ηπείρου και Δυτικής Ελλάδας, όπου και στις δύο αθροιστικά είναι δυνατόν να εγκατασταθούν υποδομές της τάξης των 400 Μεγαβάτ.
Τα παραπάνω στοιχεία καταδεικνύουν τα περιφερειακά χαρακτηριστικά που μπορεί να έχει το επόμενο «κύμα» επενδύσεων στον κλάδο, με το ηλεκτρικό σύστημα στην Αττική να έχει ήδη μπει σε φάση κορεσμού, εξαιτίας των έργων που έχει κλειδώσει ηλεκτρικό «χώρο». Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον «χάρτη», στο Λεκανοπέδιο τα διαθέσιμα περιθώρια σύνδεσης δεν ξεπερνούν τα τα 250 Μεγαβάτ.
Ενδεικτικό είναι επίσης ότι με μία μόνο εξαίρεση, στην Αττική δεν υπάρχει σημείο σύνδεσης με περιθώρια μεγαλύτερα από λίγες δεκάδες Μεγαβάτ. Από την άποψη της συνολικής διαθέσιμης δυναμικότητας, μικρότερη από το Λεκανοπέδιο έχει μόνο η Κρήτη, όπου κινείται στα επίπεδα των 100 Μεγαβάτ.
Όπως έχει γράψει το energypress, ο ενεργειακός χάρτης θα ενσωματωθεί στη μελέτη που εκπονεί η PWC για λογαριασμό των δύο υπουργείων, με σκοπό να εντοπιστούν όλες οι περιοχές στη χώρα που μπορούν να υποδεχθούν επενδύσεις σε data center και, με αυτό τον τρόπο, να δοθεί πλήρης ορατότητα στους «παίκτες» του κλάδου για τις δυνατότητες χωροθέτησης νέων έργων. Στο πλαίσιο αυτό, πέρα από τη διαθεσιμότητα του ηλεκτρικού και τηλεπικοινωνιακού δικτύου, θα λαμβάνοντας υπόψη και άλλα κριτήρια, ώστε να αξιολογηθεί η καταλληλότητα μίας περιοχής.
Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, που μένει ωστόσο να αποτυπωθούν στο τελικό κείμενο της μελέτης, το εν δυνάμει επενδυτικό «πακέτο» μέχρι τα τέλη της δεκαετίας κυμαίνεται στα 2 έως 5 δισεκατομμύρια ευρώ με διάκριση σε δύο σενάρια, όπου το βασικό προβλέπει νέα κέντρα δεδομένων συνολικής ισχύος 200 MW και το αισιόδοξο 400-500 MW, όταν το κόστος κατασκευής ανά Μεγαβατ προσδιορίζεται περί τα 10 εκατ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι τα data centers αποτελούν σημαντικό «πυλώνα» για ενίσχυση της ζήτησης, η οποία με τη σειρά της είναι το μοναδικό οριστικό «αντίδοτο» για την αντιμετώπιση των περικοπών ΑΠΕ ή των μηδενικών – αρνητικών τιμών. Ωστόσο, σημαντική προϋπόθεση για αυτό είναι η δημιουργία ενός «καλαθιού» πηγών ηλεκτροδότησης, το οποίο να μπορεί να εξασφαλίζει αδιάλειπτη τροφοδοσία.