: Κατηγορηματική αντίθεση για τον σχεδιασμό ανάθεσης των προγραμμάτων “Εξοικονομώ” στους παρόχους ενέργειας
Αξιότιμοι κύριοι,
Τα μέλη της παράταξης «Δυναμικό ΤΕΕ» του Περιφερειακού Τμήματος ΤΕΕ Δυτικής Μακεδονίας, εκφράζουμε την έντονη ανησυχία και την κατηγορηματική μας αντίθεση απέναντι στη δρομολογούμενη μεταβολή στη δομή και διαχείριση των προγραμμάτων «Εξοικονομώ», με τη μεταφορά τους στους μεγάλους παρόχους ενέργειας. Επισημαίνεται ότι η επιχειρούμενη αλλαγή στη διαχείριση των προγραμμάτων «Εξοικονομώ» προωθείται χωρίς ουσιαστική δημόσια διαβούλευση και χωρίς τη συμμετοχή του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας ή των επαγγελματικών φορέων του τεχνικού κόσμου, γεγονός που υπονομεύει τις αρχές του θεσμικού διαλόγου και της διαφάνειας.
Ως πρόσχημα γι’ αυτήν την επιλογή, προβάλλεται η ανάγκη απλοποίησης των διαδικασιών, η διεύρυνση των ωφελουμένων, η στήριξη των πολύ μικρών επιχειρήσεων και η υιοθέτηση “καινοτόμων χρηματοδοτικών εργαλείων” που – όπως υποστηρίζεται – έχουν εφαρμοστεί επιτυχώς στο εξωτερικό (ESCO, Pay-As-You-Save, On-billFinancing, Ταμεία Εγγυήσεων, Πράσινα Μισθωτήρια κ.λπ.), και ότι θα απαλλάξουν τον πολίτη από το αρχικό κόστος επένδυσης, θα μειώσουν το ρίσκο και θα καταστήσουν τα προγράμματα αποτελεσματικότερα.
Όμως η πραγματικότητα είναι ριζικά διαφορετική, και οφείλουμε να προειδοποιήσουμε για τις πραγματικές συνέπειες:
Είναι προς το συμφέρον της κοινωνίας και των πολιτών να εξαρτώνται πλέον από τους μεγάλους παρόχους ενέργειας;
Η εξάρτηση αυτή σημαίνει πρακτικά ότι κάθε ενεργειακή αναβάθμιση του σπιτιού ή της επιχείρησης θα περνάει υποχρεωτικά από τα “πακέτα” των μεγάλων εταιρειών. Η επιλογή μηχανικού, τεχνίτη και προμηθευτή θα γίνεται με βάση τα εμπορικά συμφέροντα των παρόχων – όχι τις πραγματικές ανάγκες του πολίτη ή της τοπικής αγοράς.
Θα υπάρχει πραγματική ελευθερία επιλογής ή θα είναι οι πολίτες δέσμιοι στα ψιλά γράμματα μακροχρόνιων συμβολαίων;
Η εμπειρία δείχνει πως όταν τέτοιες υπηρεσίες περνούν στα χέρια λίγων μεγάλων ομίλων, ο πολίτης εγκλωβίζεται σε όρους και συμβόλαια που καθορίζει η εταιρεία, χωρίς διαφάνεια ή ανταγωνισμό. Η ελευθερία επιλογής εξαφανίζεται και η αγορά παύει να λειτουργεί προς όφελος του καταναλωτή.
Μπορεί να θεωρηθεί δημόσιο όφελος η περαιτέρω συγκέντρωση των ενεργειακών έργων στα χέρια ελάχιστων μεγάλων ομίλων;
Η διεθνής και ελληνική εμπειρία έχει δείξει πως κάθε συγκέντρωση δημόσιων προγραμμάτων σε λίγους οδηγεί σε αθέμιτο ανταγωνισμό, μονοπωλιακές πρακτικές, χειραγώγηση τιμών, απώλεια διαφάνειας και τελικά μεγαλύτερο κόστος για το κοινωνικό σύνολο. Η τοπική αγορά και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποκλείονται, και οι πόροι συσσωρεύονται στα χέρια των ισχυρών.
Η ανάθεση των προγραμμάτων στους ίδιους που αμείβονται από την κατανάλωση ρεύματος δημιουργεί προφανές και επικίνδυνο αντικρουόμενο συμφέρον:
Ο πάροχος ενέργειας που κερδίζει όσο περισσότερο ρεύμα καταναλώνεται, θα διαχειρίζεται και τις εργασίες που, υποτίθεται, θα μειώσουν την κατανάλωση. Ποιος εγγυάται ότι οι λύσεις που θα προτείνουν θα υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον και όχι τα δικά τους εμπορικά συμφέροντα;
Η προώθηση των μεγάλων παρόχων ως “λύση” υπονομεύει τον υγιή ανταγωνισμό, οδηγεί στον αποκλεισμό των ελευθέρων επαγγελματιών μηχανικών και των μικρομεσαίων προμηθευτών, απειλεί άμεσα την τοπική μικρομεσαία επιχειρηματικότητα και, τελικά, ακυρώνει τον ίδιο τον στόχο του προγράμματος: τη θωράκιση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων μέσω πραγματικής εξοικονόμησης ενέργειας.
Η εμπειρία μας δείχνει ότι τέτοιες πρακτικές, αντί να απλοποιούν τα πράγματα, καταλήγουν να καταστρέφουν τον ανταγωνισμό και να συρρικνώνουν τον κύκλο εργασιών των συναδέλφων μηχανικών. Η εργασιακή επισφάλεια στον τεχνικό κόσμο θα ενταθεί, ενώ ο επαγγελματικός του ρόλος τίθεται σε αμφισβήτηση.
Η διαχείριση των προγραμμάτων «Εξοικονομώ» από το ΤΕΕ αποτελεί εγγύηση διαφάνειας, επιστημονικής τεκμηρίωσης και προστασίας του δημοσίου συμφέροντος, καθώς έχει αποδείξει διαχρονικά την αξιοπιστία και την επιτυχία του, με τη ζήτηση να υπερβαίνει κάθε προηγούμενο στο «Εξοικονομώ 2025». Η δυναμική αυτή επιβεβαιώνει την αποτελεσματικότητα του υφιστάμενου μοντέλου προς όφελος των πολιτών, των επαγγελματιών και της εθνικής οικονομίας. Οι πάροχοι ενέργειας δεν μπορούν και δεν πρέπει να υποκαταστήσουν τον θεσμικό ρόλο του ΤΕΕ ως επιστημονικού συμβούλου της Πολιτείας. Η ενεργειακή αναβάθμιση συνιστά εξαιρετικά σύνθετη επιστημονική και τεχνική διαδικασία, που απαιτεί την ενεργή συμμετοχή εξειδικευμένων μηχανικών, τεχνικών εταιρειών και πιστοποιημένων ενεργειακών επιθεωρητών. Ο ρόλος αυτός δεν μπορεί να υποκατασταθεί από εμπορικές δομές παρόχων ενέργειας, χωρίς σοβαρό πλήγμα στη διαφάνεια, την ποιότητα και το δημόσιο συμφέρον.
Άλλωστε η επιτυχία των προγραμμάτων μετριέται όχι μόνο σε αριθμούς, αλλά και στην κοινωνική, περιβαλλοντική και αναπτυξιακή τους συμβολή και η συνέχιση της διαχείρισης των προγραμμάτων “Εξοικονομώ” από το ΤΕΕ αποτελεί τη μόνη πραγματική εγγύηση διαφάνειας, επιστημονικής τεκμηρίωσης και υπεράσπισης του δημόσιου συμφέροντος.
Αντιθέτως, η παράδοση των προγραμμάτων στους παρόχους:
- Τα μετατρέπει σε εμπορικά εργαλεία μάρκετινγκ, με έμφαση στην πώληση υπηρεσιών και όχι στη μείωση της κατανάλωσης.
- Στερεί από τους πολίτες την πραγματική ελευθερία επιλογής.
- Εγκυμονεί κινδύνους αθέμιτου ανταγωνισμού, που μπορούν να προσβληθούν και νομικά.
- Θίγει ευθέως τα επαγγελματικά δικαιώματα χιλιάδων μηχανικών και επιχειρήσεων που επί χρόνια στήριξαν το πρόγραμμα.
- Διακυβεύει τη διαφάνεια, την αξιοπιστία και τη βιωσιμότητα των προγραμμάτων, με άμεσες συνέπειες στην τοπική ανάπτυξη.
Η κυβέρνηση οφείλει να προστατεύσει το δημόσιο συμφέρον, την ελεύθερη επιλογή των πολιτών και τον θεσμικό ρόλο του ΤΕΕ.
Η παράδοση των προγραμμάτων «Εξοικονομώ» στους παρόχους ενέργειας είναι ένα βαρύ θεσμικό, επαγγελματικό και νομικό λάθος που στρεβλώνει τον ανταγωνισμό, βλάπτει τους πολίτες και απειλεί την τοπική οικονομία.
Η επιχειρηματολογία περί “καινοτόμων χρηματοδοτικών εργαλείων” και υιοθέτησης επιτυχημένων διεθνών μοντέλων χρήζει ιδιαίτερης προσοχής και τεκμηριωμένης αξιολόγησης, καθώς η αυτούσια μεταφορά ξένων πρακτικών στην ελληνική πραγματικότητα ενέχει σοβαρούς κινδύνους και στρεβλώσεις. Συγκεκριμένα:
- “Επιτυχημένα διεθνή μοντέλα και καινοτόμα εργαλεία”;
Η επίκληση επιτυχών εφαρμογών στο εξωτερικό δεν σημαίνει ότι τα ίδια μοντέλα θα αποδώσουν στην ελληνική πραγματικότητα.
Η Ελλάδα διαθέτει μικρότερες και πιο ευάλωτες τοπικές αγορές, περιορισμένη εποπτεία, αδύναμες ρυθμιστικές αρχές και καταναλωτές με χαμηλότερο επίπεδο προστασίας.
Στις χώρες όπου εφαρμόστηκαν τα συγκεκριμένα εργαλεία, υπήρχε αυστηρή ρύθμιση, ανεξάρτητος έλεγχος και διασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος. Αντίθετα, η νέα αρχιτεκτονική που προτείνει το ΥΠΕΝ παραδίδει το ρόλο του ελεγκτή και ρυθμιστή στους ίδιους τους παρόχους ενέργειας, που γίνονται ταυτόχρονα διαχειριστές και ωφελούμενοι.
- “Απαλλαγή από το αρχικό κόστος – Μηδενικό ρίσκο”;
Η προβολή ότι ο πολίτης απαλλάσσεται από το αρχικό κόστος και αποπληρώνει “μόνο από την εξοικονόμηση” είναι παραπλανητική:
Τα μοντέλα τύπου Pay As You Save, On-bill Financing, ESCO ή PACE αποτελούν στην ουσία ιδιωτικά δάνεια, με κρυφούς όρους και επιπλέον επιβαρύνσεις για τον καταναλωτή, που συνδέονται με τον λογαριασμό ενέργειας ή ακόμα και με το ίδιο το ακίνητο. Σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμής, ο κίνδυνος μεταφέρεται αποκλειστικά στον πολίτη, ενώ δημιουργούνται επιπρόσθετα βάρη ή και περιορισμοί στη μεταβίβαση ακινήτων.
Η “μείωση του κινδύνου” είναι εικονική, καθώς οι όροι χρηματοδότησης τίθενται μονομερώς από τον πάροχο, χωρίς δημόσιες εγγυήσεις ή κοινωνικά κριτήρια.
- “Ενίσχυση της αγοράς και μόχλευση”;
Στην πραγματικότητα, τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία ενισχύουν την περαιτέρω συγκέντρωση της αγοράς στα χέρια λίγων μεγάλων ομίλων, με όρους που οι ίδιοι θέτουν.
Αντί να τονώνουν τον ανταγωνισμό, αποκλείουν σταδιακά τους τοπικούς επαγγελματίες, μικρομεσαίους προμηθευτές και ελεύθερους επαγγελματίες μηχανικούς, καταστρέφοντας τον υγιή ανταγωνισμό και συρρικνώνοντας την τοπική επιχειρηματικότητα.
Οι πόροι και τα οφέλη συσσωρεύονται στους ισχυρούς και όχι στο κοινωνικό σύνολο.
- “Προστασία ευάλωτων νοικοκυριών”;
Η ανάγκη στήριξης των ευάλωτων ομάδων δεν εξυπηρετείται με την εισαγωγή πολυσύνθετων εμπορικών προϊόντων και συμβάσεων μακράς διάρκειας που περιορίζουν την ελευθερία επιλογής και δημιουργούν νέα βάρη στους πολίτες.
Η εμπειρία δείχνει ότι τέτοιες λύσεις συνοδεύονται από αδιαφανείς όρους, συμβάσεις που ευνοούν τους παρόχους και διαρκή εξάρτηση των πολιτών.
- “Λύση στις καθυστερήσεις πληρωμών”;
Το ΥΠΕΝ αναγνωρίζει καθυστερήσεις στην υλοποίηση και εκταμίευση στα υπάρχοντα προγράμματα («Εξοικονομώ 2021», «Εξοικονομώ Ανακαινίζω», «Εξοικονομώ 2023» κ.ά.).
Όμως η λύση δεν είναι η εκχώρηση της διαχείρισης και των πόρων στους ιδιώτες, αλλά η ενίσχυση της δημόσιας διοίκησης, η διαφάνεια και η αποτελεσματική εποπτεία στη διαδικασία ελέγχου και εκταμίευσης.
Η μεταφορά της διαχείρισης σε εταιρείες κοινής ωφελείας δεν εγγυάται ταχύτερη ή δικαιότερη πληρωμή. Αντίθετα, όταν απουσιάζει ο δημόσιος έλεγχος, εντείνεται η αδιαφάνεια και οι καθυστερήσεις.
- “Εναλλακτικά χρηματοδοτικά εργαλεία”;
Τα ταμεία εγγυήσεων, τα revolving loans, τα πράσινα μισθωτήρια, τα λευκά ομόλογα κ.ά. μπορεί να έχουν θέση σε ώριμες αγορές,
όμως δεν υποκαθιστούν τη δημόσια χρηματοδότηση ούτε διασφαλίζουν καθολική και δίκαιη πρόσβαση για όλους.
Η εισαγωγή τέτοιων εργαλείων στην Ελλάδα, χωρίς θεσμικές δικλείδες, κινδυνεύει να ενισχύσει τον αποκλεισμό των μικρών, των τοπικών επαγγελματιών και των ευάλωτων ομάδων.
- Νομικά και θεσμικά ζητήματα
Η συγκεντρωτική κατεύθυνση και η ανάθεση των προγραμμάτων Εξοικονομώ στους παρόχους ενέργειας παραβιάζει την αρχή του υγιούς ανταγωνισμού και δημιουργεί αντικρουόμενα συμφέροντα που μπορούν να προσβληθούν και νομικά, τόσο στην Επιτροπή Ανταγωνισμού όσο και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια.καθώς αντιβαίνει ευθέως στην αρχή της ίσης μεταχείρισης και του ελεύθερου ανταγωνισμού που κατοχυρώνονται τόσο στο εθνικό όσο και στο ενωσιακό δίκαιο.
Η απομάκρυνση του ΤΕΕ και του τεχνικού κόσμου από τον θεσμικό ρόλο τους ως εγγυητών επιστημονικής αξιοπιστίας και διαφάνειας αποδυναμώνει τη δημόσια λογοδοσία και υπονομεύει το δημόσιο συμφέρον.
- Πραγματικός αντίκτυπος στην τοπική κοινωνία και την ανάπτυξη
Η μετατροπή του Εξοικονομώ από πρόγραμμα κρατικής επιδότησης με μικρή ιδιωτική συμμετοχή σε εργαλείο ιδιωτικής χρηματοδότησης
θέτει σε κίνδυνο τη διαφάνεια, τη βιωσιμότητα των προγραμμάτων και απειλεί την τοπική επιχειρηματικότητα.
Θίγονται ευθέως τα επαγγελματικά δικαιώματα των μηχανικών, οι οποίοι διασφάλιζαν έως σήμερα την ποιότητα, τη διαφάνεια και την επιστημονική εγκυρότητα των παρεμβάσεων.
Συμπέρασμα
Η ανάθεση των προγραμμάτων «Εξοικονομώ» στους παρόχους ενέργειας είναι ένα βαρύ θεσμικό, επαγγελματικό και νομικό σφάλμα που οδηγεί σε συγκέντρωση της αγοράς, απώλεια διαφάνειας, υποβάθμιση της ποιότητας και τελικά πλήττει το κοινωνικό σύνολο, τους πολίτες, τους μηχανικούς, τις τοπικές κοινωνίες και την εθνική οικονομία.
Καλούμε την κυβέρνηση και τα αρμόδια υπουργεία να αποσύρουν άμεσα κάθε σκέψη και σχεδιασμό που οδηγεί στη συγκέντρωση της διαχείρισης των προγραμμάτων Εξοικονομώ σε ολιγοπωλιακές δομές.
Τα προγράμματα αυτά ανήκουν στους πολίτες, στις οικογένειες, στους μηχανικούς, στις τοπικές κοινωνίες – όχι στους λίγους και ισχυρούς.
Οι παρεμβάσεις μας εδράζονται στη μακρόχρονη εμπειρία του ΤΕΕ ως θεσμικού συμβούλου της Πολιτείας και επιστημονικού φορέα διαχείρισης ανάλογων προγραμμάτων, καθώς και στη γνώση της ελληνικής αγοράς και των τοπικών κοινωνιών.
Υποστηρίζουμε κάθε καινοτόμο πρωτοβουλία που υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, με διαφάνεια, κοινωνικό έλεγχο και εγγύηση ίσης πρόσβασης για όλους.
Στεκόμαστε δίπλα στον τεχνικό κόσμο, την τοπική οικονομία και το δημόσιο συμφέρον.
Ζητούμε:
- Τη διενέργεια ουσιαστικής δημόσιας διαβούλευσης με τη συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων επαγγελματικών ομάδων και του ΤΕΕ.
- Τη διατήρηση και ενίσχυση των υφιστάμενων ελεγκτικών και εποπτικών μηχανισμών του ΤΕΕ, με πλήρη αναγνώριση του θεσμικού και επιστημονικού ρόλου των μηχανικών.
- Την άμεση ακύρωση κάθε σχετικής απόφασης ή σχεδιασμού που οδηγεί στον αποκλεισμό του τεχνικού κόσμου και στη συγκέντρωση των προγραμμάτων στους παρόχους ενέργειας.
Η ενεργειακή αναβάθμιση αποτελεί δημόσιο αγαθό και οφείλει να παραμένει υπό τη θεσμική εποπτεία του ΤΕΕ και των πιστοποιημένων τεχνικών.
Κάθε αλλαγή πρέπει να γίνεται με διαφάνεια και συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων μερών.
Με εκτίμηση,
Η Επικεφαλής του
«Δυναμικού ΤΕΕ» Δυτικής Μακεδονίας
|
Παρασκευή Χριστοπούλου
|