Με την ευκαιρία του εορτασμού της παγκόσμιας Ημέρας Ατόμων με Αναπηρία αξίζει ο προβολέας της δημοσιότητας να φωτίσει μία παιδαγωγό που εισηγήθηκε και πραγματοποίησε μέσα σε δύσκολες πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες την ίδρυση του πρώτου Ειδικού Σχολείου για άτομα με αναπηρία, νοητική υστέρηση και μαθησιακές δυσκολίες στον ιστορικό χώρο του σκοπευτηρίου της Καισαριανής στην Αθήνα το 1937. H Ρόζα Ιμβριώτη ανήκει στον αστερισμό των μεγάλων εκείνων Ελλήνων παιδαγωγών που καθόρισαν τις εξελίξεις στον χώρο της παιδείας σε μια ταραγμένη για την εποχή Ελλάδα. Με τις καινοτομίες της όμως σφράγισε με το έργο της τον 20ο αιώνα.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1898 όπου στην Ελλάδα αναδεικνύονται τα πρώτα κοινωνικοπολιτικά και προοδευτικά κινήματα. Μεγάλωσε μέσα σε ένα εύπορο οικονομικό και προοδευτικό περιβάλλον με τις σημαντικές παρουσίες του πατέρα της Νίκου Ιωάννου, καθηγητή Φιλολογίας και της μητέρας της που η ίδια τους αναγνωρίζει ως «τα ιερά πρόσωπα που έφτιαξαν με γαλήνη και ηρεμία τη γερή βάση της ζωής της».
Με την αποφοίτησή της από το Γυμνάσιο εγγράφεται στην Φιλοσοφική Σχολή που πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ ταυτόχρονα διδάσκει στο «Κυριακό Σχολείο Εργασιών» με σκοπό να μορφωθούν οι γυναίκες της λαϊκής τάξης ώστε να πάψουν να είναι θύματα των εργοδοτών. Από δω αρχίζει πλέον το κοινωνικό της έργο που στηρίζεται στην εδραία πεποίθηση της ότι η αναμόρφωση της Ελληνικής κοινωνίας θα επιτευχθεί μέσω της παιδείας.
Το 1917 εντάσσεται στον «Εκπαιδευτικό Όμιλο», όπου σκοπός του συλλόγου ήταν η προώθηση της δημοτικής γλώσσας στα σχολεία τουλάχιστον αρχικά στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Το 1924 υπηρετεί στο Μαράσλειο Διδασκαλείο με διευθυντή τον Αλέξανδρο Δελμούζο και άλλους προοδευτικούς εκπαιδευτικούς με όραμα ένα καλύτερο σχολείο. Οδηγείται όμως σε μετάθεση σε άλλο γυμνάσιο όταν ο διευθυντής δέχτηκε πιέσεις επειδή η ανώτερη τάξη ένοιωσε να απειλούνται τα κοινωνικά και οικονομικά τους κεκτημένα.
Από το 1927 μέχρι το 1930 με τον σύζυγό της πηγαίνουν στην Γερμανία όπου με την παραμονή της εκεί παρακολουθεί το εκπαιδευτικό Σύστημα της χώρας και με μια σειρά άρθρων εκθέτει τις απόψεις της δημοσιοποιώντας τις στο Δελτίο της ΟΛΜΕ.
Το 1933 την βρίσκουμε λόγω δυσμενούς μετάθεσης από την Θεσσαλονίκη στο Κιλκίς όχι όμως σαν απλή εκπαιδευτικό αλλά με τον βαθμό της Γυμνασιάρχου και είναι πλέον η πρώτη γυναίκα Γυμνασιάρχης στην Ελλάδα.
Η Ιμβριώτη είχε πιά την δυνατότητα να οργανώσει τον τρόπο διδασκαλίας σύμφωνα με το όραμά της και εφάρμοσε μια σειρά καινοτομίες μέσα στην τάξη, βγάζοντας την έδρα και βάζοντας τα θρανία σε σχήμα Π και στο άνοιγμα του Π τοποθέτησε το δικό της θρανίο ώστε όλοι να βλέπουν να βλέπουν τους συμμαθητές και τον δάσκαλό τους.
Είχε έμπρακτη παιδαγωγική αγάπη και τον δικό της τρόπο προσέγγισης στους μαθητές, «ποτέ δεν μας διέταξε» αναφέρει ένας πρώην μαθητής της, αλλά μας άφηνε να προβληματιστούμε στην μεθόδευση και πραγμάτωση των στόχων μας. Οργάνωσε στο σχολείο συσσίτιο για τους μαθητές και ανέβασε την Ιφιγένεια εν Αυλίδι στην τοπική κοινωνία προκειμένου, να βοηθήσει οικονομικά τους μαθητές της να πραγματοποιήσουν εκπαιδευτικό ταξίδι στην Αθήνα. Η προσφορά της Ιμβριώτη προς τα παιδιά της Αγροτικής Κωμόπολης ήταν σημαντική και τόση ήταν η αγάπη των γονέων και των μαθητών στο πρόσωπό της ώστε όταν τέθηκε σε διαθεσιμότητα από την τότε κυβέρνηση για τις πολιτικές της πεποιθήσεις, όλο το Κιλκίς ενεργοποιήθηκε και κατάφερε να την επαναφέρει σε τρείς μήνες πάλι κοντά τους. Στο Κιλκίς έμεινε δύο χρόνια από το ΄34 μέχρι το ΄36. Η δικτατορία του Μεταξά απολύει πολλούς εκπαιδευτικούς, την Ιμβριώτη δεν την απέλυσε αλλά κλήθηκε από τον δικτάτορα να επιλέξει κάτι άλλο αρκεί να είναι μακριά από τους νέους. Και η Καθηγήτρια θα επιλέξει πάλι το σχολείο από διαφορετικό δρόμο αυτή τη φορά.
Εισηγείται στον Ιωάννη Μεταξά το φθινόπωρο του ΄36 την ίδρυση ενός σχολείου για άτομα με μαθησιακά προβλήματα και νοητική υστέρηση. Η συνεργασία της Ιμβριώτη με τον Μεταξά εγείρει πολλά ερωτηματικά ιδιαίτερα σε μια περίοδο εκφασισμού της χώρας μας. Όμως από τους ερευνητές της υπάρχει η άποψη ότι η Ιμβριώτη ήταν πάνω από κόμματα και παρατάξεις και δεν μπορούσε να σκεφτεί τον εαυτό της μακριά από το σχολείο. Ήταν γι΄αυτήν ζωτικός χώρος υπαρξιακής έκφρασης και δημιουργίας. Από την άλλη ο Μεταξάς έψαχνε την λαϊκή αναγνώριση και είχε ανάγκη να παρουσιάσει εκπαιδευτικό έργο. Η ίδρυση λοιπόν ενός σχολείου για άτομα με νοητική υστέρηση εντάσσεται μέσα σε αυτή την προσπάθεια όπως και η ίδρυση του ΙΚΑ, και η παγίωση του θεσμού των συλλογικών συμβάσεων. Με την σημείωση ότι οι σημαντικοί διανοούμενοι της εποχής δεν ήθελαν να έχουν καμία σχέση μαζί του η παρουσία της Ιμβριώτη του έδινε μία αξία και κάλυπτε αυτό το πολιτικό κενό.
Έτσι τον Μάιο του 1937 ιδρύεται στο ειδυλλιακό τοπίο της Καισαριανής σε ένα χώρο 8,5 στρεμμάτων το πρώτο Ειδικό Σχολείο, πρότυπο όπως έλεγε η ίδια από άποψη σχολικής οικοδομικής. Το κτίριο είχε πέντε αίθουσες διδασκαλίας, μία αίθουσα χειροτεχνίας, λουτρά, χώρο γυμναστικής, παιδική χαρά, αυλή, ορνιθώνα, και κήπο. Στην έκθεσή της σημειώνει ότι υπάρχει αρκετός χώρος αλλά και ανάγκη για την ανέγερση ενός οικοτροφείου γιατί πίστευε ότι η αρνητική επίδραση της οικογένειας καταστρέφει ότι το σχολείο έκτιζε στις ψυχές των παιδιών αυτών.
Το προσωπικό του σχολείου αποτελείτο από τον Διευθυντή, έξι δασκάλους ή δασκάλες, έναν καθηγητή Γυμναστικής, έναν ειδικό γιατρό κατά προτίμηση ψυχίατρο, έναν κηπουρό και μία κυρία για την φροντίδα των παιδιών στην σίτιση και την καθαριότητά τους.
Ένα παιδί για να φοιτήσει στο Ειδικό Σχολείο έπρεπε να οδηγηθεί εκεί είτε από τους γονείς του είτε από σχετική εισήγηση της δασκάλας του ότι το μαθησιακό του δυναμικό είναι τέτοιο που δεν μπορεί να παρακολουθήσει το πρόγραμμα του τυπικού σχολείου.
Από κε και πέρα συμπληρώνονταν μια σειρά από δελτία όπως η γνωμάτευση του γιατρού, πιστοποιητικό Υγείας από το Παιδολογικό Κέντρο Αθηνών με συμπεράσματα που υποβάλλει ειδικός, δελτίο πληροφοριών που συμπληρώνει υπάλληλος του Παιδολογικού Κέντρου και τέλος ένα δελτίο που λεγόταν δελτίο Ατομικότητας. Θεωρείται πολύ σημαντικό διότι σκιαγραφεί την εξέλιξη του παιδιού, την υφιστάμενη του κατάσταση από την στιγμή που έρχεται στο σχολείο, περιλαμβάνει συμπεράσματα που προκύπτουν μετά την παιδαγωγική εξέταση του μαθητή με βάση την κλίμακα Binet-Simon- Berman. To δελτίο ολοκληρώνεται με ένα μονοσέλιδο ιατρικό δελτίο που πληροφορεί για την διαμόρφωση της κατάστασης του παιδιού κατά την έξοδό του από το σχολείο.
Το θεραπευτικό έργο του σχολείου θεωρείτο πολύ σημαντικό για την διαπαιδαγώγηση των μαθητών που μεριμνούσε να διδάξει υγιεινό τρόπο ζωής, διατροφή και σωματική καθαριότητα. Περιλάμβανε ακόμη συγκεντρώσεις και ομιλίες προς τους γονείς των παιδιών τόσο σε θέματα αλκοολισμού, θέματα οικιακής οικονομίας που αφορούσαν συνθήκες καθαριότητας και διατροφής και απαραίτητα συμπεριφορικά σχήματα των γονέων προς τα παιδιά τους.
Το διδακτικό έργο του Ειδικού Σχολείου εκτός από το μαθησιακό κομμάτι, έπρεπε να προσφέρει στους μαθητές απλούς τρόπους προσαρμογής στην κανονική ζωή. Γι΄αυτό και η μέθοδος που ακολουθήθηκε ήταν σύνθετη. Βασίζονταν στις αρχές του φυσικού σχολείου εργασίας το οποίο προσφέρει συγκεκριμένες εποπτικές εμπειρίες, επειδή ακριβώς βοηθάει πολύ το παιδί αυτό που γίνεται μπροστά στα μάτια του, που συνδυάστηκε με την μέθοδο Decroly, σύμφωνα με την οποία η παρατήρηση ερεθίζει όλες τις αισθήσεις του παιδιού και το βοηθάει στην δημιουργία παραστάσεων με συνεπίκουρο τη Μ. Montessori.
Στις αίθουσες διδασκαλίας του Ειδικού Σχολείου υπήρχε ένα μεγάλο τραπέζι όπου συγκεντρώνονταν όλοι μαθητές και ο δάσκαλος κινείται ανάμεσά τους. Όταν χρειαζόταν τραπέζια και καρέκλες ήταν τοποθετημένα με τέτοιο τρόπο, ώστε να βλέπει το ένα παιδί το άλλο για την καλύτερη συνεργασία και επικοινωνία. Το σημαντικότερο είναι ότι αρκετή από την διδακτική διαδικασία γινόταν στον κήπο, στην αυλή, στην αίθουσα χειροτεχνίας ανάλογα με την διδασκαλική ενότητα. Πολύτιμοι για την επιτυχία του σκοπού του Ειδικού Σχολείου θεωρούνταν από την παιδαγωγό οι εκπαιδευτικοί περίπατοι. Ήταν απολύτως απαραίτητοι στο πρόγραμμα και προηγούνταν του μαθήματος για την συλλογή παρατηρήσεων, παραστάσεων και εμπειριών.
Η Ιμβριώτη θεωρούσε το Ειδικό Σχολείο έργο υψηλής αποστολής και γι΄αυτό και ενδιαφερόταν και για την επιμόρφωση του προσωπικού, ώστε να καταστεί ικανό να ανταπεξέλθει στις ιδιότυπες ανάγκες ενός ειδικού σχολείου. Η διευθύντρια και το προσωπικό του σχολείου πραγματοποιούσαν παιδαγωγικές και διδακτικές συνεδριάσεις δύο φορές την εβδομάδα , όπου γίνονταν εισηγήσεις τόσο από την Ιμβριώτη όσο και από το διδακτική προσωπικό για θέματα θεραπευτικής παιδαγωγικής κάθε Τρίτη και θέματα ειδικής διδακτικής κάθε Παρασκευή.
Οι ειδικές γνώσεις της Ιμβριώτη και ικανότητες που απέδειξε κατά την οργάνωση και λειτουργία του σχολείου οφείλονται στην εμπειρία της από την Μέση Εκπαίδευση αλλά και την τριετή παραμονή της στην Γερμανία, όπου μαζί με τον σύζυγό της είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει και παράλληλες τάξεις για ειδικούς μαθητές. Ο τρόπος που οργάνωσε το Ειδικό Σχολείο μας οδηγεί στην διαπίστωση ότι είχε σαν πρότυπο το λεγόμενο «Γερμανικό Σχολείο» (Hilfsschule).
Το πρότυπο ειδικό σχολείο της Καισαριανής λειτούργησε από τον Μάιο του 1937 μέχρι τις 28 Οκτωβρίου του 1940, ημερομηνία κήρυξης του ελληνοιταλικού πολέμου. Η προσφορά του σχολείου στην ειδική αγωγή ήταν πολύτιμη και θα μπορούσε να προσφέρει κι άλλα αν δεν ακολουθούσε ο πόλεμος. Η Κατοχή μετέπειτα δημιούργησαν στην χώρα άμεσα προβλήματα επιβίωσης και απελευθέρωσης. Η Ιμβριώτη από την αρχή τάχτηκε στις ομάδες αντίστασης και στο τρίπτυχο «ψωμί παιδία ελευθερία.»
Στον εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε βρίσκουμε την Ιμβριώτη από το 1948 μέχρι το 1951 με άλλους ανθρώπους των γραμμάτων στα στρατόπεδα εξορίας, συγκεκριμένα στο Τρίκερι κι εκεί δεν σταματά το εκπαιδευτικό της έργο και διδάσκει τις συγκρατούμενες της και κάποιες μάλιστα κάποιες τις προγυμνάζει και για τις εξετάσεις του Πανεπιστημίου!
Η ζωή της Ιμβριώτη είναι συναρπαστική από την ωραιότητα των αγώνων της, την αφοσίωση στο σχολείο και το πάθος της για την εκπαίδευση και την αναμόρφωση της ελληνικής κοινωνίας μέσω της παιδείας.
Πέθανε το 1977 πιστή στις ιδέες της και τα οράματά της.
- Τις πληροφορίες για την ζωή και το έργο της Ρόζας Ιμβριώτη αλίευσα από το βιβλίο της Δρ Φιλοσοφίας και συγγραφέως Χρύσας Χρονόπουλου – Πανταζή «Ρόζα Ιμβριώτη, της ζωής και του σχολείου». Το συγκεκριμένο πόνημα υπήρξε και το θέμα της διδακτορικής της διατριβής. Την ευχαριστώ για την άδεια της να μεταφέρω αυτές τις πληροφορίες του σπουδαίου έργου της.Επίσης το χρονικό διάστημα που υπηρετούσα στο Κιλκίς ως εκπαιδευτικός έτυχε να έρθω σε επαφή με δημοσιεύματα της εποχής που κρατούσαν ως ενθύμιο οι απόγονοι των μαθητών της Ρόζας Ιμβριώτη την περίοδο που ήταν Γυμνασιάρχης στο Κιλκίς.
Τους ευχαριστώ για το ενδιαφέρον που έδειξαν στην αναζήτηση πληροφοριών από μέρους μου για την περίοδο που η Ρόζα Ιμβριώτη ήταν γυμνασιάρχης στο Κιλκίς.
Η Νίκη Α. Βουλκίδου είναι εκπαιδευτικός της ΔΔΕ Κοζάνης
και προπτυχιακή φοιτήτρια στο τμήμα Πολιτικών
Επιστημών στο Α.Π.Θ.
E-mail: [email protected]
Ο 21ος αιώνας χαρακτηρίστηκε από διάφορους κοινωνιολόγους ως η εποχή ορόσημο στην οποία οι μειονότητες θα διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους.
Ως μειονότητες χαρακτηρίζονται ς ομάδες με διαφορετικά πολιτιστικά και θρησκευτικά στοιχεία (κουρδική μειονότητα στην Τουρκία, μουσουλμανική μειονότητα στην Ελλάδα) κ ή και ευπαθείς ομάδες πληθυσμών με χρόνια νοσήματα, άτομα με αναπηρία και επιπλέον οι οροθετικοί που φέρουν τον ιό HIV της ασθένειας του ΑIDS. Τα οροθετικά άτομα ανήκουν πλέον στην ευρύτερη ομάδα των ατόμων με αναπηρία και μπορούν και αυτά να αξιοποιούν ένα πλήθος από κοινωνικές παροχές που προσφέρει ένα κράτος πρόνοιας σε αυτές τις περιπτώσεις. Τα άτομα με αναπηρία στην εποχή μας συλλογικά διεκδικούν από την πολιτεία τα δικαιώματά τους τόσο στην κοινωνική όσο και στην επαγγελματική ζωή, στον χώρο της εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες με ειδικευμένο και ευαισθητοποιημένο εκπαιδευτικό προσωπικό διαφόρων ειδικοτήτων και ειδικό εκπαιδευτικό προσωπικό..
Έτσι το σχολείο μας έχει δύο φιλολόγους, δύο μαθηματικούς, μία γυμνάστρια μία εκπαιδευτικό πληροφορικής, δύο γεωπόνους με δική τους αίθουσα διδασκαλίας και δύο θερμοκήπια – έτσι ώστε να γίνεται και πρακτική εφαρμογή όλων όσων μαθαίνουμε μέσα στην αίθουσα, εργαστήριο κλωστοϋφαντουργίας όπου σε ένα πλήρες εξοπλισμένο εργαστήριο με μηχανήματα με την επίβλεψη του συναδέλφου τα παιδιά φτιάχνουν κασκόλ, μαξιλαράκια κλπ, μία συνάδελφο καλλιτεχνικών (θα δείτε κάποιες δράσεις που θα κάνετε μαζί τα δύο σχολεία τις οποίες έχει επιμεληθεί η συνάδελφος ) έναν εργοθεραπευτή, μία φυσικοθεραπεύτρια ,λογοθεραπεύτρια, κοινωνικό λειτουργό, ψυχολόγο, και δύο κοπέλες που φροντίζουν την σίτιση και την ατομική υγιεινή των μαθητών μας που δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν τον εαυτό τους σε αυτό το επίπεδο. Δεν κάνω τυχαία την αναφορά των ειδικοτήτων του σχολείου μας – είναι άμεσα συνδεδεμένο με το θέμα που θα σας παρουσιάσω.
Πολλοί γιατροί στην αρχή ασχολήθηκαν επισταμένα με τα άτομα με αναπηρία. Η Μαρία Μοντεσσόρι ήταν γιατρός. Μελέτησε και ασχολήθηκε ευρύτερα με τα άτομα αυτά ώστε να προτείνει ένα ειδικό πρόγραμμα εκπαίδευσης τους που υιοθετήθηκε από πολλούς παιδαγωγούς ώστε σήμερα να μιλάμε για το σύστημα Μοντεσσόρι.
Στην Ελλάδα τώρα, η πρώτη εκπαιδευτικός που ασχολήθηκε συστηματικά οργανώνοντας ένα σχολείο για παιδιά με νοητική υστέρηση, είναι η παιδαγωγός Ρόζα Ιμβριώτη.
Η Ρόζα Ιμβριώτη ανήκει στον αστερισμό των μεγάλων Ελλήνων εκπαιδευτικών που καθόρισαν τις εξελίξεις στον χώρο της παιδείας σε μια ταραγμένη εποχή για την Ελλάδα. Η Ιμβριώτη όμως με τις καινοτομίες που εισηγήθηκε σφράγισε με το έργο της τον 20ο αιώνα.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1898, σε μια εποχή όπου στην Ελλάδα αναδεικνύονται τα πρώτα κοινωνικοπολιτικά και προοδευτικά κινήματα. Μεγάλωσε μέσα σε ένα εύπορο οικογενειακό και προοδευτικό περιβάλλον με τις σημαντικές παρουσίες των γονέων της, του πατέρα της Νίκου Ιωάννου και της μητέρας της που η ίδια τους αναγνωρίζει σαν « ιερά πρόσωπα που έφτιαξαν με γαλήνη και ηρεμία τη γερή βάση» της ζωής της (Χρύσα Πολυχρονοπούλου-Πανταζή, Ρόζα Ιμβριώτη – της ζωής και του σχολείου, εκδ Εμπειρία Εκδοτική,2011 σελ.17).
Με την αποφοίτησή της από το Γυμνάσιο στην ηλικία των δεκαέξι ετών εγγράφεται στην Φιλοσοφική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών και διδάσκει στο Κυριακό Σχολείο Εργατριών που φοιτούσαν κοπέλες από 12 ετών και πάνω. Η λειτουργία του Σχολείου στηρίχτηκε στην φιλοσοφία να μορφωθούν οι γυναίκες της λαϊκής τάξης ώστε να πάψουν να είναι θύματα εκμετάλλευσης από τους εργοδότες τους.
Εμπνέεται από πρωτοποριακά κινήματα της εποχής και μάχεται για τα δικαιώματα των γυναικών στην μόρφωση και στην εργασία.
Το 1917 Εντάσσεται στον Εκπαιδευτικό Όμιλο όπου Δελμούζος, Γληνός και Μανώλης Τριανταφυλλίδης μάχονται για την εφαρμογή των παιδαγωγικών ιδεών του δημοτικιστικού κινήματος που εκτός από ένα γλωσσικό κίνημα ήταν ένας αγώνας για την αναγέννηση της παιδείας, την αναβάθμιση του κοινωνικού και πολιτιστικού επιπέδου του λαού μας.
Σημαντικός σταθμός στην πορεία της Ιμβριώτη αποτελεί η συμμετοχή της στην μεταρρυθμιστική προσπάθεια που επιχειρήθηκε στο Μαράσλειο Διδασκαλείο το 1924 με όραμα ένα καλύτερο σχολείο. Κατά την Ιμβριώτη ο καλείται να διδάξει στην τάξη οφείλει να ενεργοποιεί τον μαθητή σε δύο επίπεδα, ως άτομο και ως ομάδα. Οι παιδαγωγικές της απόψεις και μέθοδοι προωθούν μια ατμόσφαιρα δημιουργίας μέσα στην τάξη, υπάρχει η ελευθερία της έκφρασης, ακούγονται και κρίνονται όλες οι απόψεις. Η συμμετοχή στην ομάδα μεταβάλλει το άτομο σε ένα ζωντανό οργανισμό που συμβάλλει με αυτό τον τρόπο στην καλυτέρευση της κοινωνίας. Οδηγήθηκε σε μετάθεση όταν η ανώτερη τάξη ένοιωσε να απειλούνται τα κοινωνικά και οικονομικά τους κεκτημένα..
Από το 1927 μέχρι και το 1930 με τον σύζυγό της πηγαίνουν στην Γερμανία όπου κατά την παραμονή τους εκεί παρακολουθεί το εκπαιδευτικό της σύστημα και με μια σειρά άρθρων εκθέτει τις απόψεις της δημοσιοποιώντας της στο Δελτίο της Ολμε.
Γυμνασιάρχης στο Κιλκίς
Το 1933 την βρίσκουμε στο Κιλκίς όχι σαν απλή εκπαιδευτικό αλλά με το βαθμό του Γυμνασιάρχη. Η προαγωγή της στην θέση αυτή έρχεται ως ικανοποίηση των αγώνων της για την επαγγελματική καταξίωσή τους όταν αυτές διαθέτουν τα κατάλληλα προσόντα. « Ότι γνωρίζουμε για την δράση της στο Κιλκίς προέρχονται από έναν μαθητή της Στέφανο Χατζηστεφανίδη. Ο τρόπος που εφάρμοσε στην διδασκαλία ήταν πολύ προοδευτικός για τα δεδομένα της εποχής και του σχολείου. Αντικατέστησε την έδρα του καθηγητή και τα θρανία των μαθητών με τραπέζια και καρέκλες, τα οποία τοποθέτησε σε σχήμα Π. Στο άνοιγμα του Π ήταν το τραπέζι το δικό της. « Έτσι την ώρα της διδασκαλίας», συνεχίζει ο Χατζηστεφανίδης, «βλέπαμε όλοι τον δάσκαλό μας και τους συμμαθητές μας ». «Μας είχε μοιράσει σε ομάδες εργασίας», συνεχίζει, «και ο καθένας ήταν υπεύθυνος για την ατομική του δουλειά και συνυπεύθυνος για την δουλειά της ομάδας του. Και όλες μαζί οι ομάδες μαζί για την δουλειά της τάξης. Μας βαθμολογούσε σαν άτομα, σαν ομάδα, σαν τάξη. Η ίδια ήταν υπεύθυνη για όλους». Για ότι ότι αφορά την σχέση της με τους μαθητές ο Χατζηστεφανίδης λέει τα εξής σημαντικά για κάθε δάσκαλο. «Ποτέ δεν μας διέταξε. Μας κεντούσε την ευγενική άμιλλα και μας άφηνε να προβληματιστούμε στην μεθόδευση και πραγμάτωση των στόχων μας. Ήταν ένα με εμάς. Έτσι, το πιο άμεσο πλησίασμα, το πλησίασμα της μάνας με το παιδί, το ζήσαμε όλοι οι μαθητές της».
Κατά την εφαρμογή των νέων αυτών μεθόδων διδασκαλίας η ψυχρή τάξη μετατρέπεται σε τάξη εργαστήριο. Αρκούν λίγα τραπέζια και καρέκλες αντί για τα θρανία και την ψηλή έδρα του δασκάλου, καθώς και η έμπρακτη παιδαγωγική αγάπη. Τέτοιες αλλαγές, όπως υποστηρίζει η παιδαγωγός, «σημαίνουν αλλαγή και μεταβολή του παλαιού ανθρώπου σε νέο. Σημαίνουν αγώνα με τον ίδιο τον εαυτό σου, πρέπει να πετάξεις ότι πίστεψες, ότι αγάπησες και τέτοιοι αγώνες και δύσκολοι είναι και πονούν». Και συνεχίζει τα λόγια είναι λίγα. Η εργασία σφύζει, τα παιδιά κινούνται σαν μικροί ερευνητές ανάμεσα στα βοηθητικά βιβλία, τα εργαλεία τα διδακτικά, τον κήπο, το χημείο, τον δρόμο, το λιβάδι, το δάσος, το βουνό, την θάλασσα. Σε μια τέτοια ομαδική δράση το παιδί περιορίζει το εγώ του για το καλό του συνόλου. Αρκεί το υπουργείο, να αφήνει τον δάσκαλο μεγάλη ελευθερία και στην εκλογή της ύλης και στον τρόπο που θα δουλέψει.
Η κοινωνική της προσφορά στο Κιλκίς δεν περιορίστηκε μόνο στο σχολείο. Με δικές της προσπάθειες ίδρυσε στο σχολείο και συσσίτιο για τους μαθητές και προκειμένου να τους βοηθήσει οικονομικά να πραγματοποιήσουν εκπαιδευτικό ταξίδι στην Αθήνα, δίδαξε την Ιφιγένεια εν Αυλίδι και την παρουσίασε στην τοπική κοινωνία.
Ήταν αγαπητή σ ε όλους και όλοι την θυμούνται σαν τη νέα και όμορφη γυμνασιάρχη που έκανε το γυμνάσιό τους το πιο ξακουστό της περιοχής. Τόση ήταν η αγάπη γονιών και μαθητών ώστε όταν τέθηκε σε διαθεσιμότητα από την τότε κυβέρνηση για τις πολιτικές της πεποιθήσεις, όλο το Κιλκίς ενεργοποιήθηκε και κατάφερε μετά από τρείς μήνες να την έχει πάλι κοντά του.
Η προσφορά της Ιμβριώτη προς τα παιδιά της αγροτικής κωμόπολης, ήταν σημαντική, γιατί έβαλε τις βάσεις συνεργασίας δασκάλων και μαθητών και καλλιέργησε στους μαθητές την πρωτοβουλία και την ελεύθερη δραστηριότητα. Στο Κιλκίς ενδιαφέρθηκε τόσο για την αναβάθμιση του σχολείου όσο και για την αναβάθμιση της κοινωνίας, όπως μας βεβαιώνει ο μαθητής της Χατζηστεφανίδης.
Στο Κιλκίς έμεινε δύο χρόνια, από το 1934 μέχρι το 1936. Όταν επιβλήθηκε η δικτατορία του Μεταξά, δεν απολύθηκε από την υπηρεσία, όπως συνέβει με άλλους εκπαιδευτικούς, αλλά κλήθηκε από τον Μεταξά να επιλέξει κάτι άλλο, μακριά από τους νέους. Και η καθηγήτρια θα διαλέξει πάλι το σχολείο, αλλά από διαφορετικό μετερίζι αυτή τη φορά.
Ένα σχολείο για παιδιά με νοητική υστέρηση
Η πρόταση της ίδρυσης σχολείου στην Ελλάδα για παιδιά με νοητική υστέρηση, έγινε από την Ρόζα Ιμβριώτη στον Ιωάννη Μεταξά. Η παιδαγωγός πρότεινε στον δικτάτορα την ίδρυση ενός σχολείου για παιδιά με μαθησιακά προβλήματα το φθινόπωρο του ΄36, όταν την κάλεσε στο γραφείο του όχι να της ανακοινώσει την απόλυσή της αλλά την απομάκρυνση της μόνο από το σχολείο. Η συνεργασία της Ιμβριώτη και του Μεταξά για την Ίδρυση Σχολείου Ειδικής Αγωγής σε μια περίοδο εκφασισμού της χώρας, γεννά εύλογα ερωτήματα σε όσους γνωρίζουν τις πολιτικές πεποιθήσεις της παιδαγωγού. Κατά την άποψη των ερευνητών που αναρωτήθηκαν για αυτή την απόφαση της Ιμβριώτη, αποφαίνονται ότι τόσο η Ιμβριώτη όσο και ο Μεταξάς αποδέχτηκαν την μεταξύ τους συνεργασία για τους δικούς του λόγους ο καθένας. Η Ιμβριώτη φαίνεται να ακολουθεί μία μοναχική πορεία πάνω από κόμματα και παρατάξεις και περιορίζει τις ανησυχίες και τις δράσεις της μόνο στον χώρο τη εκπαίδευσης όσο και το γεγονός ότι δεν μπορούσε να σκεφτεί τον εαυτό της μακριά από το σχολείο . Το σχολείο ήταν αυτήν ζωτικός χώρος υπαρξιακής έκφρασης και δημιουργίας. Μια άλλη άποψη σύμφωνα μ ε τον δημοσιογράφο Κ. Καλατζή που επικαλείται προσωπική μαρτυρία της Ιμβριώτη, μας πληροφορεί ότι ο Μεταξάς δεν την απέλυσε επειδή ήταν μαθήτρια του γερμανού ψυχολόγου και παιδαγωγού Spranger στο Βερολίνο του οποίου και ο Μεταξάς ήταν μαθητής και θαυμαστής.
Από την πλευρά του δικτάτορα τώρα, προκειμένου να αποκτήσει λαϊκό έρεισμα και την απαιτούμενη λαϊκή αναγνώριση είχε ανάγκη να παρουσιάσει κοινωνικό έργο. Η ίδρυση λοιπόν ενός σχολείου για μαθητές με νοητική υστέρηση και μαθησιακές δυσκολίες εντάσσεται σε αυτήν την προσπάθεια, όπως και άλλες μεταρρυθμίσεις που πραγματοποίησε ο Μεταξάς κατά την διάρκεια της τετράχρονης διακυβέρνησής του. Όπως είναι η ίδρυση του Ι.Κ.Α. , παγίωση του θεσμού των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και δικαίωμα αδείας δύο εβδομάδων στους εργαζομένους. Με την απαραίτητη επισήμανση ότι σημαντικοί διανοούμενοι απέφευγαν κάθε συνεργασία μαζί του, η παρουσία και η προσφορά της Ιμβριώτη ερχόταν να καλύψει αυτή την πολιτικό του κενό.
Με εισηγητική της έκθεση λοιπόν ψηφίζεται ο πρώτος νόμος για την δημιουργία του Πρότυπου Ειδικού Σχολείου Αθηνών.
Ο νόμος προβλέπει ότι την θέση του Διευθυντή θα αναλάβει εκπαιδευτικός στοιχειώδους η μέσης εκπαίδευσης που έχει τουλάχιστον διετή εκπαίδευση στα κοινωνικά σχολεία και σχετικές δημοσιευμένες εργασίες. Το προσωπικό του σχολείου αποτελείται από τον διευθυντή, έξι δασκάλους ή δασκάλες, έναν καθηγητή γυμναστικής, έναν ειδικό γιατρό κατά προτίμηση ψυχίατρο, έναν κηπουρό, μία επιστάτρια και μία κυρία για την φροντίδα των παιδιών.
Ως χώρος για να κτιστεί το διδακτήριο επιλέχτηκε το Σκοπευτήριο της Καισαριανής για δύο λόγους. Τα παιδιά των προσφύγων λόγω των κακών συνθηκών ζωής και της ουζοποσίας των γεννητόρων τους παρέχουν άφθονες αφορμές για μελέτη σχετικά με τις αιτίες που δημιουργούν τις αιτίες για την πνευματική καθυστέρηση. Ο δεύτερος και πολύ σημαντικός λόγος είχε να κάνει με τον χώρο του Σκοπευτηρίου που ήταν μια μεγάλη έκταση 8,5 στρεμμάτων. Στον ειδυλλιακό αυτό τόπο της Καισαριανής χτίστηκε «ημιυπαίθριο νεότατου τύπου, πρότυπο από άποψη σχολικής οικοδομικής…» όπως το χαρακτηρίζει στην έκθεσή της η παιδαγωγός. Είχε πέντε αίθουσες διδασκαλίας, μία αίθουσα χειροτεχνίας, γραφείου διευθυντού, ιατρείο, λουτρά, χώρο γυμναστικής, παιδική χαρά, αυλή, ορνιθώνα, και κήπο. Πληροφορεί ακόμη στην έκθεσή της ότι υπάρχει αρκετός χώρος για την ανέγερση οικοτροφείου και την θεωρούσε σημαντική γιατί πίστευε ότι η αρνητική επίδραση της οικογένειας κατέστρεφε ότι το σχολείο έκτιζε στην ψυχή των παιδιών αυτών. Επιθυμία της παιδαγωγού ήταν τα σχολεία αυτά να είναι ανεξάρτητα από τα άλλα σχολεία και να διδάσκει προσωπικό με ειδικές σπουδές στην Ειδική Αγωγή. Πίστευε ότι ο σκοπός του σχολείου ήταν η μόρφωση ίδιος με τον σκοπό των κανονικών σχολείων. Τα ειδικά σχολεία όμως είχαν έναν επιπρόσθετο προορισμό. Να προετοιμάσουν για την ζωή τα παιδιά με νοητική υστέρηση, επειδή θα μείνουν με την μόρφωση μόνο του Ειδικού Σχολείου και τις λίγες δεξιότητες που θα μπορούσαν να αναπτύξουν για να ακολουθήσουν κάποιο επάγγελμα.
Για τον μαθητικό πληθυσμό η παιδαγωγός υποστηρίζει ότι στο Ειδικό Σχολείο πρέπει να φοιτήσουν πνευματική αδυναμία τέτοιου βαθμού, που δεν τους επιτρέπει βέβαια «να παρακολουθήσουν το κανονικό σχολείο είτε για ένα χρονικό διάστημα είτε για όλη την σχολική περίοδο, όπως είναι δυνατόν να μορφωθούν». Η άποψη αυτή της Ιμβριώτη μας οδηγεί στην διαπίστωση ότι για το Ειδικό Σχολείο είχε ως πρότυπο το λεγόμενο «Γερμανικό Σχολείο»(Ηilfsschule ).
Ένα παιδί για να γίνει δεκτό στο Ειδικό Σχολείο έπρεπε να οδηγηθεί εκεί είτε από τους γονείς του, είτε με την υπόδειξη της δασκάλας του. Από την στιγμή που ερχόταν εκεί πέντε δελτία σφράγιζαν την ψυχοπνευματική του κατάσταση. Το πρώτο από την δασκάλα που εισηγήθηκε την φοίτηση του μαθητή στο Ειδικό Σχολείο, το δεύτερο ήταν δελτίο Υγείας από το Παιδολογικό κέντρο Αθηνών με συμπεράσματα των εξετάσεων που υποβάλλει ο ειδικός. Το τρίτο, είναι το δελτίο πληροφοριών το οποίο συμπληρώνει υπάλληλος του Παιδολογικού κέντρου, το τέταρτο δελτίο το συμπληρώνει ο ψυχίατρος ο οποίος εξετάζει πρώτα τους γονείς και διαπιστώνει τις κληρονομικές επιδράσεις αν υπάρχουν. Και στο τέλος εξετάζει το ίδιο το παιδί νευρολογικά και ψυχιατρικά και αποφαίνεται αν πρέπει να γίνει δεκτό ή όχι στο σχολείο.
Το πέμπτο δελτίο τιτλοφορείται Δελτίο Ατομικότητας. Θεωρείται πολύ σημαντικό διότι σκιαγραφεί την εξέλιξη του παιδιού. Περιλαμβάνει συμπεράσματα που προκύπτουν μετά την παιδαγωγική εξέταση του μαθητή με βάση την κλίμακα «Binet- Simon- Berman». To δελτίο ατομικότητας ολοκληρώνεται με ένα μονοσέλιδο ιατρικό δελτίο που πληροφορεί για
την διαμόρφωση της κατάστασης του παιδιού κατά την έξοδο του από το σχολείο.
Το ειδικό σχολείο διαιρέθηκε σε τρείς βαθμίδες , Κατώτερη, Μέση και Ανώτερη, κάθε βαθμίδα είχε δύο τάξεις και ο μαθητής φοιτούσε στην αντίστοιχη τάξη στο βαθμό που του επέτρεπε η νοημοσύνη του.
Το θεραπευτικό έργο του σχολείου «θεωρείτο πολύ σημαντικό για την διαπαιδαγώγηση των μαθητών» που μεριμνούσε να διδάξει υγιεινό τρόπο ζωής, διατροφή και σωματική καθαριότητας. Το θεραπευτικό της έργο όμως δεν σταματούσε μόνο στα παιδιά αλλά περιλάμβανε και τους γονείς. Έκανε συγκεντρώσεις και ομιλίες για την καταπολέμηση του αλκοολισμού της τοξικομανίας και γενικά για την υγιεινή αναβάθμιση του επιπέδου ζωής τόσο των γονέων όσο και των παιδιών.
Το διδακτικό έργο του Ειδικού Σχολείου εκτός από το μαθησιακό κομμάτι, έπρεπε να προσφέρει στους μαθητές απλού τρόπους προσαρμογής στην κανονική ζωή. Γι΄αυτό και η μέθοδος που ακολουθήθηκε ήταν σύνθετη. Βασίζονταν στις αρχές του φυσικού σχολείου εργασίας το οποίο προσφέρει συγκεκριμένες εποπτικές εμπειρίες επειδή ακριβώς βοηθάει πολύ το παιδί αυτό που γίνεται μπροστά στα μάτια του, που συνδυάστηκε με την μέθοδο Decroly, σύμφωνα με την οποία η παρατήρηση ερεθίζει όλες τις αισθήσεις του παιδιού και το βοηθάει στην δημιουργία παραστάσεων με συνεπίκουρο τη Μontessori.
Στις αίθουσες διδασκαλίας του Ειδικού Σχολείου υπήρχε ένα μεγάλο τραπέζι όπου συγκεντρώνονταν όλοι μαθητές και ο δάσκαλος να κινείται ανάμεσά τους. Όταν χρειαζόταν τραπέζια και καρέκλες ήταν τοποθημένα με τέτοιο τρόπο ώστε να βλέπει το ένα παιδί το άλλο για την καλύτρη συνεργασία και επικοινωνία. Το σημαντικότερο είναι ότι αρκετή από την διδακτική διαδικασία γινόταν στον κήπο, στην αυλή, στην αίθουσα χειροτεχνίας ανάλογα με την διδασκαλική ενότητα. Πολύτιμοι για την επιτυχία του σκοπού του Ειδικού Σχολείου θεωρούνταν από την παιδαγωγό οι εκπαιδευτικοί περίπατοι. Ήταν απολύτως απαραίτητοι στο πρόγραμμα και προηγούνταν του μαθήματος για την συλλογή παρατηρήσεων, παραστάσεων και εμπειριών.
Η Ιμβριώτη θεωρούσε το Ειδικό Σχολείο έργο υψηλής αποστολής και γι΄αυτό και ενδιαφερόταν και για την επιμόρφωση του προσωπικού ώστε να καταστεί ικανό να ανταπεξέλθει στις ιδιότυπες ανάγκες ενός ειδικού σχολείου. Η διευθύντρια και το προσωπικό του σχολείου πραγματοποιούσαν παιδαγωγικές και διδακτικές συνεδριάσεις δύο φορές την εβδομάδα , όπου γίνονταν εισηγήσεις τόσο από την Ιμβριώτη όσο και από το διδακτική προσωπικό για θέματα θεραπευτικής παιδαγωγικής κάθε Τρίτη και θέματα ειδικής διδακτικής κάθε Παρασκευή.
Οι ειδικές γνώσεις της Ιμβριώτη και ικανότητες που απέδειξε κατά την οργάνωση και λειτουργία του σχολείου οφείλονται στην εμπειρία της από την Μέση Εκπαίδευση αλλά και την τριετή παραμονή της στην Γερμανία όπου μαζί με τον σύζυγό της είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει και παράλληλες τάξεις για ειδικούς μαθητές.
Το πρότυπο ειδικό σχολείο της Καισαριανής λειτούργησε από τον Μάιο του 1937 μέχρι τις 28 Οκτωβρίου του 1940, ημερομηνία κήρυξης του ελληνοιταλικού πολέμου. Η προσφορά του σχολείου στην ειδική αγωγή ήταν πολύτιμη και θα μπορούσε να προσφέρει κι άλλα αν δεν ακολουθούσε ο πόλεμος. Η Κατοχή μετέπειτα δημιούργησαν στην χώρα άμεσα άμεσα προβλήματα επιβίωσης και απελευθέρωσης. Η Ιμβριώτη από την αρχή τάχτηκε στις ομάδες αντίστασης και στο τρίπτυχο «ψωμί παιδία ελευθερία.»
Στον εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε βρίσκουμε την Ιμβριώτη από το 1948 μέχρι το 1951 με άλλους ανθρώπους των γραμμάτων στα στρατόπεδα εξορίας όπου κι εκεί δεν σταματά το εκπαιδευτικό της έργο και διδάσκει τις συγκρατούμενες της και κάποιες μάλιστα κάποιες τις προγυμνάζει και για τις εξετάσεις του Πανεπιστημίου!
Η ζωή της Ιμβριώτη είναι συναρπαστική από την ωραιότητα των αγώνων της, την αφοσίωση στο σχολείο, και το πάθος της για την εκπαίδευση και την αναμόρφωση της ελληνικής κοινωνίας μέσω της παιδείας.
Πέθανε το 1977 πιστή στις ιδέες της και τα οράματά της.













































