Αυτή η περίεργη “εξωτική” φωνή από τον Πόντο, την Τετάρτη 30 Μαρτίου 2005, ο γνωστός Χρύσανθος, έφυγε σε ηλικία 72 ετών “για το βουνό”, λέγοντας το τελευταίο του τραγούδι στο νοσοκομείο Παπαγεωργίου της Θεσσαλονίκης, γύρω στις 8.00 το βράδυ, όπου είχε μεταφερθεί επειγόντως μετά από έμφραγμα του μυοκαρδίου.
Η κηδεία του έγινε το πρωί της 2ας Απριλίου, στον Εύοσμο, με έξοδα του δήμου Πολίχνης, της οποίας ήταν κάτοικος τα τελευταία εννιά χρόνια, ως ελάχιστος φόρος τιμής στον άνθρωπο που σφράγισε με την φωνή του, τους πόνους, τους καημούς και τις αγωνίες των ξεριζωμένων Ελλήνων του Πόντου.
Η σορός του είχε εκτεθεί σε λαϊκό προσκύνημα και τον έκλαψαν κυριολεκτικά οι χιλιάδες Πόντιοι από τα διάφορα μέρη της Ελλάδας, αλλά και το εξωτερικό που κατέφθασαν για να παρευρεθούν στο πένθος για τον αγαπημένο τους καλλιτέχνη!
Ο Χρύσανθος γεννήθηκε τον Δεκέμβρη του 1933 στην Οινόη Κοζάνης, από γονείς πρόσφυγες αγρότες πού κατάγονταν από το χωριό Πεζιρκιάν Κιατσίτ της περιοχής Καρς του Καυκάσου.
Τελείωσε το δημοτικό σχολείο στο χωριό του και συνέχισε τις σπουδές του στο Βαλταδώριο γυμνάσιο της Κοζάνης.
Ένα γεγονός όμως που τραυμάτισε την παιδική του ηλικία, η δολοφονία του πατέρα του Κωνσταντίνου από συμμορία παρακρατικών το 1949 (στην διάρκεια τού εμφυλίου), ανάγκασε την οικογένειά του να φύγει και να εγκατασταθεί στην τότε προσφυγογειτονιά της Δραπετσώνας στον Πειραιά.
Ο νεαρός Χρύσανθος χωρίς πολλές επιλογές, ρίχνεται μαζί με τα υπόλοιπα αδέλφια του στον σκληρό αγώνα της επιβίωσης, αλλά παράλληλα διψώντας για μόρφωση παρακολουθεί μαθήματα στο Α’ Γυμνάσιο Πειραιά (την σημερινή Ιωνίδειο Πρότυπο Σχολή).
Απ’ το 1951 ως το 1958 παρουσιάζει στο έκπληκτο Αθηναϊκό κοινό το μουσικό και φωνητικό του ειδικά ταλέντο σε λαογραφικές εκπομπές του ραδιοφωνικού σταθμού Αθηνών, μεταφέροντας και μεταδίδοντας μαζί με τα συγκροτήματα του Νίκου Παπαβραμίδη και του Νίκου Σπανίδη την πλούσια μουσική κληρονομιά και τα βιώματα που είχε από την Ποντιακή παράδοση του χωριού του.
Ο μουσικός Νίκος Παπαβραμίδης και ο θεατράνθρωπος Νίκος Σπανίδης ήταν πρωτεργάτες της Ποντιακής μουσικής και καλλιτεχνικής σκηνής.
Το 1954 ηχογραφεί τον πρώτο του δίσκο (78 στροφών), στον οποίο τον συνοδεύει ο λυράρης Νίκος Λαζαρίδης.
Μετά το τέλος της στρατιωτικής του θητείας, το 1959, ο Χρύσανθος, επιστρέφει στην Πολίχνη της Θεσσαλονίκης, αποφασισμένος να ασχοληθεί επαγγελματικά με το παραδοσιακό τραγούδι.
Τότε γνωρίζει τον μεγάλο λυράρη, Γώγο Πετρίδη, τον επονομαζόμενο “Πατριάρχη της λύρας” και από αυτή την “θρυλική συνεργασία” δύο ανθρώπων με σπάνια και πλούσια μουσικά χαρίσματα, καθιερώνεται και καταξιώνεται τα επόμενα χρόνια η Ποντιακή μουσική.
Τότε “ανοίγουν” τις πόρτες τους, για πρώτη φορά στην Ποντιακή μουσική έκφραση, αρκετά νυχτερινά κέντρα διασκέδασης, ξεκινώντας από εκείνα της Καλαμαριάς και της Πολίχνης.
Αυτή η παρουσία των δύο μεγάλων μορφών της μουσικής του Πόντου, θα βάλει τις βάσεις για την δημιουργία του σημερινού Ποντιακού τραγουδιού και παρακίνησε αρκετούς νέους να ενταχθούν στην μουσική Ποντιακή λαϊκή παράδοση.
Η “ιστορική” συνύπαρξη Χρύσανθου και Γώγου θα αποτυπωθεί σε τρεις μικρούς δίσκους βινυλίου, καθώς και σε αρκετές (αλλά δυσεύρετες σήμερα) ερασιτεχνικές ηχογραφήσεις.
Εκτός από τις εμφανίσεις του, ο Χρύσανθος στα πρώτα νυχτερινά κέντρα της Θεσσαλονίκης, συμμετέχει ενεργά στις λαογραφικές εκπομπές της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης και στην συνέχεια του Φάρου Ποντίων Θεσσαλονίκης, ως στενός συνεργάτης του ακούραστου ερευνητή της Ποντιακής μουσικής λαογραφίας, Στάθη Ευσταθιάδη.
Το εξαιρετικό του ταλέντο και κυρίως το σπάνιο ηχόχρωμα της φωνής του θα προκαλέσουν το ενδιαφέρον σημαντικών Ελλήνων συνθετών.
Με μια “βαλίτσα” από προτάσεις για μια καριέρα στον χώρο του έντεχνου λαϊκού τραγουδιού, ο Χρύσανθος παίρνει το 1975 την μεγάλη απόφαση να κατέβει στην Αθήνα.
Εμφανίζεται στη μπουάτ “Αποσπερίδα” με τους Νίκο Ξυλούρη, την Μαρίζα Κωχ και τον συνθέτη Χριστόδουλο Χάλαρη.
Το 1976 παίρνει μέρος σε μουσική περιοδεία σε όλη την Ελλάδα, με τον Ν. Ξυλούρη και τον Χ. Χάλαρη.
Το 1979-80 συμμετέχει ξανά σε συναυλίες του Χ. Χάλαρη στον Λυκαβηττό και με τα έργα “Πέρσες”, “Ρωμανός ο Μελωδός” κ.α.
Το 1980 λαμβάνει μέρος στο φεστιβάλ της Αβινιόν και σε τρεις ακόμη πόλεις της Ν. Γαλλίας.
Το 1981 πηγαίνει στη Λιλ της Γαλλίας για να τραγουδήσει σε μια συναυλία πανεπιστημιακής σχολής που τον είχε προσκαλέσει.
Τον Φεβρουάριο του 1983 σε συναυλίες στην Δ. Γερμανία (Βόννη, Ντίσελντορφ) και στην Γενεύη.
Επίσης τον Μάϊο του 1983 ερμηνεύει στην Μασσαλία το έργο του Χ. Χάλαρη “Πάθη Απόκρυφα”, σε ποιητική απόδοση του Γιάννη Κακουλίδη.
Τα μουσικά του ταξίδια στο εξωτερικό θα συνεχισθούν στα οποία ο Χρύσανθος θα συνδυάσει το ρεπερτόριο από το έντεχνο τραγούδι και εκείνο από την παραδοσιακή Ποντιακή μουσική.
Το 1996, μετά από παραμονή 20 χρόνων στην Αθήνα, αποφασίζει τον δρόμο του γυρισμού στην Βόρεια Ελλάδα και μένει στην Θεσσαλονίκη. Άλλωστε, παρά το μεγάλο διάστημα που έμενε στην Αθήνα, δεν ξέχασε τους τόπους που ξεκίνησε και ανέβαινε κατά καιρούς στην Β. Ελλάδα για εμφανίσεις σε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις και σε νυχτερινά κέντρα.
Η καλλιτεχνική προσφορά του Χρύσανθου δεν περιορίσθηκε μόνο στο τραγούδι. Πέρα από ορισμένα παραδοσιακά τραγούδια που προέρχονταν από τον ιστορικό Πόντο, καθώς και άλλα διάσπαρτα δίστιχα που συμπεριλήφθηκαν κατά καιρούς στη δισκογραφική του παραγωγή, όλοι οι υπόλοιποι στίχοι των τραγουδιών που ερμήνευσε (γύρω στα 190!) έχουν γραφεί από τον ίδιο.
Στα 50 χρόνια της καλλιτεχνικής του παρουσίας, ο Χρύσανθος θα σμίξει με τους σημαντικότερους Πόντιους λυράρηδες.
Πολλοί από αυτούς έμαθαν πολλά δίπλα του και σήμερα πρωταγωνιστούν στο Ποντιακό καλλιτεχνικό στερέωμα.
Εκτός από τον μεγάλο αείμνηστο λυράρη Γώγο, στην μνήμη του οποίου αφιέρωσε το 1984 έναν δίσκο του, συνεργάτες του υπήρξαν και οι Γεωργούλης Κουγιουμτζίδης, Δημήτρης Κουγιουμτζίδης, ο αείμνηστος Κωστίκας Τσακαλίδης, ο Γιώργος Κουσίδης, ο Παναγιώτης Ασλανίδης, ο Νίκος Ιωαννίδης, ο Μιχάλης Καλιοντζίδης, ο Χρήστος Χρυσανθόπουλος, ο γιος τού λυράρη Γώγου, Κωστάκης Πετρίδης, ο γιος του Γεωργούλη Κουγιουμτζίδη, Ανδρέας, ο Χρήστος Τσενεκίδης, ο Θεόδωρος Βεροιώτης και ο Δημήτρης Πιπερίδης.
Τελειώνοντας θα ήταν άδικο να μην αναφερθούμε στην σημαντική παρουσία της συντρόφου του Αναστασίας Παχατουρίδου, που σχεδόν 40 χρόνια δεν έλειψε από κοντά του ούτε στιγμή.
Δισκογραφία
Το 1954 ο Χρύσανθος ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο 78 στροφών. Μέσα στην περίοδο 1958-1974 ηχογράφησε 30 μικρούς δίσκους (45 στροφών), το περιεχόμενο των οποίων αποτελεί σήμερα τον “σκελετό” του σύγχρονου Ποντιακού τραγουδιού.
Μεγάλοι δίσκοι του Χρύσανθου, είναι:
– Τραγούδια του Πόντου (1973, λύρα Γ. Κουγιουμτζίδης)
– Τραγούδια του Πόντου Νο2 (1975, λύρα Γ. Κουγιουμτζίδης)
– Επιμένω στην Παράδοση (1978, λύρα Γ. Κουγιουμτζίδης)
– Ποντιακή Παράδοση (1978, λύρα Γ. Κουγιουμτζίδης)
– Θέμ΄ενέσπαλες τ΄ανθρώπς (1980, λύρα Χ. Χρυσανθόπουλος)
– Ο Χρύσανθος τραγουδά Ματσούκα (1986, λύρα Κ. Πετρίδης)
– Στον Ορφέα της Λύρας, Γώγο (1989, λύρα Κ. Πετρίδης)
– Χρυσή Παράδοση (1990, λύρα Δ. Κουγιουμτζίδης)
– Τα αηδόνια του Πόντου, μαζί με τον Στέλιο Καζαντζίδη (1994, λύρα Χ. Χρυσανθόπουλος και Δ. Κουγιουμτζίδης)
– Μια βραδιά στο Μίθριο (2000, λύρα Θ. Βεροιώτης)
– Η ιστορία συνεχίζεται (2004, λύρα Δ. Πιπερίδης)
Από τον χώρο του έντεχνου λαϊκού τραγουδιού, μερικοί δίσκοι του Χρύσανθου:
– “Δροσουλίτες” σε μουσική Χ. Χάλαρη και στίχους του ποιητή Νίκου Γκάτσου. Τα μισά τραγούδια του δίσκου ερμηνεύει η Δ. Γαλάνη
– “Μέγας Αλέξανδρος”, σάουντρακ της ομώνυμης ταινίας του Θ. Αγγελόπουλου, σε μουσική του Χ. Χάλαρη και στίχους του Γ. Κακουλίδη και Θ. Αγγελόπουλου
– “Πάθη Απόκρυφα” σε μουσική του Χ. Χάλαρη και ποιητική απόδοση του Γ. Κακουλίδη
– “Τα παιδικά” των Χ. Χάλαρη και Γ. Λογοθέτη.
Πηγή https://epontos.blogspot.gr/2018/03/13.html
Ένας και μοναδικός. Αθάνατος.