Το έγραφε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς κατά τον 14ο αι. (διαχρονικός «τόπος»). Έγραφε ακριβώς: «ούτε τότε περί των λέξεων ο σκοπός εμοί, αλλ’ άπας ο αγών περί των πραγμάτων. Ούτε νυν περί ονομάτων … αλλά των πραγμάτων» (PG, 151.1011). Δηλαδή, πίσω από τις λέξεις και τα ονόματα υπάρχει κάποια ουσία. Να θυμίσω και την περίφημη διαμάχη του γιώτα στο «Πιστεύω» (ομοούσιος/ομοιούσιος). Ονόματα και λέξεις αναφέρονται σε κάποιο νόημα («σημαίνον-σημαινόμενον»), έχουν περιεχόμενο, προφανώς όμως δεν αποτελούν την ουσία αλλά δηλώνουν την ύπαρξη και τις ιδιότητες του πράγματος (πρβλ. νομιναλισμός). Οι λέξεις είναι σύμβαση και όχι αυτά καθεαυτά τα πράγματα. Κάπως πρέπει να συνεννοούμαστε όμως! Mutatis mutandis, μια εικόνα/φωτογραφία δεν είναι ο εικονιζόμενος ο ίδιος, αλλά αποτυπώνει κάποιο πρόσωπο. Αιώνες πριν, ο Αντισθένης ο Κυνικός έλεγε «αρχή παιδεύσεως η των ονομάτων επίσκεψις», ενώ ο Σωκράτης άρχισε «από της των ονομάτων επισκέψεως» (Επίκτητος, Διατριβαί 1.17.12). Σήμερα, η ΕΕ διατηρεί Υπηρεσία Απόδοσης Όρων, οικονομίας, τεχνολογίας, δικαίου κ.λπ., ακόμη και για «καρφίτσες», ώστε να καταλαβαίνουμε όλοι το ίδιο με κάθε όρο.
Στη «συμφωνία των Πρεσπών», λοιπόν, αναφέρεται (7.1): «Τα Μέρη αναγνωρίζουν ότι η εκατέρωθεν αντίληψή τους ως προς τους όρους ‘Μακεδονία’ και ‘Μακεδόνας’ αναφέρεται σε διαφορετικό ιστορικό πλαίσιο και πολιτιστική κληρονομιά». Δηλαδή (7.2): «Αναφορικά με το Πρώτο Μέρος [ενν. Ελλάδα], με αυτούς τους όρους νοούνται όχι μόνο η περιοχή και ο πληθυσμός της βόρειας περιοχής του Πρώτου Μέρους, αλλά και τα χαρακτηριστικά τους, καθώς και ο Ελληνικός πολιτισμός, η ιστορία, η κουλτούρα και η κληρονομιά αυτής της περιοχής από την αρχαιότητα έως σήμερα». Υπάρχει όμως και συνέχεια (7.3): «Αναφορικά με το Δεύτερο Μέρος [πΓΔΜ], με αυτούς τους όρους νοούνται η επικράτεια, η γλώσσα, ο πληθυσμός και τα χαρακτηριστικά τους, με τη δική τους ιστορία, πολιτισμό και κληρονομιά, διακριτώς διαφορετικά από αυτά που αναφέρονται στο άρθρο 7(2)». Με άλλα λόγια, καθένας, με τους όρους ‘Μακεδονία’, ‘Μακεδόνας’ και ‘ιστορία’ θα εννοεί ό,τι θέλει.
Η σύγχυση γίνεται μεγαλύτερη, όταν η χώρα αναγνωρίζεται ως «Β. Μακεδονία», ιθαγένεια «Μακεδονική/πολίτης της Δημοκρατίας της Β. Μακεδονίας» και η γλώσσα «Μακεδονική» (Μέρος 1, άρθρο 1.3αβγ). Κι όμως υπάρχει συνέχεια (Μέρος 1, άρθρο 1.3ε): Οι πινακίδες αυτοκινήτων της χώρας θα είναι ΝΜ[Κ] («North Macedonia») και για όλες τις άλλες χρήσεις ΜΚ[D] (σκέτο «Μακεδονία»). Η χώρα δηλ. θα λέγεται «Β. Μακεδονία», οι πολίτες «Μακεδόνες», που επικαλούνται την ιστορία της δικής τους «Μακεδονίας», όχι την ελληνική ιστορία της Μακεδονίας (ποιος θα αποφασίσει τι είναι ελληνική και τι σλαβική;), τα αυτοκίνητα θα γράφουν ΝΜ[Κ] («Β. Μακεδονία»), ενώ τα προϊόντα ΜΚ («Μακεδονία»). Τα διαβατήρια θα γράφουν «Β. Μακεδονία» (σλάβικα κυριλλικά και αγγλικά) αλλά το σήμα των διαβατηρίων και τα διπλώματα οδήγησης κ.λπ. ΜΚ («Μακεδονία»)! Έχω μπερδευτεί. Αυτά τα πράγματα δεν είναι σοβαρά. Γι’ αυτό και οι εθνικιστές τους, μέσα στο ψεύδος και τις εθνικές ανιστόρητες φαντασιώσεις, έχουν τουλάχιστον μια λογική συνεπή στο κατασκεύασμά τους. Ο Έλληνας ΥπΕξ ισχυρίζεται ότι «πήρε πίσω το όνομα Μακεδονία», αλλά και οι γείτονές μας ότι το διατήρησαν. Όταν ρώτησε κάποιος τον Νασρεντίν Χότζα πώς είναι δυνατόν να έχει και ο ένας δίκιο και ο άλλος, απάντησε: «Κι εσύ δίκο έχεις»!
Η ονομασία λοιπόν «Μακεδονία» δεν είναι μια κούφια λέξη, που την κολλάμε κατά βούλησιν, ούτε είναι ένας εθνικιστικός παροξυσμός. Ακόμη και οι Σκοπιανοί, όταν δηλώνουν «(ψευδο)Μακεδόνες» της «(ψευδο)Μακεδονίας», κάτι εννοούνε, πέρα από τις φαντασιώσεις τους. Προφανώς σε κάθε γλώσσα πάμπολλες λέξεις είναι πολυσήμαντες, όπως π.χ. η λέξη «λόγος», και αλλάζουν νόημα αναλόγως των συμφραζομένων. Σε ζητήματα όμως προσώπων δεν χωράει πολυσημία και διχασμός, πολλώ μάλλον στην περίπτωση της Μακεδονίας, η οποία έχει μεγάλη ιστορία, πολιτισμό και πολύ αίμα. Μπορεί ο άνθρωπος φιλοσοφικά να είναι «αόριστος» (δεν είναι δυνατόν να οριστεί, δεν έχει όρια), όπως και οι λαοί, αλλά και οι ταλαίπωροι γείτονες δεν θέλουν μια εθνική ταυτότητα «χύμα», ούτε κι εμείς θέλουμε μπερδέματα με την ιστορία μας. Με τη συμφωνία των Πρεσπών όμως ο όρος «Μακεδόνες» κινδυνεύει πλέον να γίνει ανέκδοτο, όπως και η μακεδονική σαλάτα και ο χαλβάς.
Τα εθνικά ονόματα και σύμβολα για κάποιους είναι σκέτος εθνικισμός, δηλ. η αρρώστια του εθνοφυλετισμού, η αποξένωση από τον άλλο, ή/και η επιθετικότητα και βιαιοπραγία, όπως γίνεται στο ποδόσφαιρο, κατά το οποίο η ταύτιση του οπαδού με μιαν ομάδα μόνον ψυχολογικά μπορεί να εξηγηθεί (χρώμα φανέλας, επιτυχίες, εντοπιότητα κ.λπ.). Ονομασίες και σύμβολα όμως υποδηλώνουν ταυτότητες συλλογικοτήτων, καθώς η κοινωνικότητα (βλ. Αριστοτέλης) και το «συνανήκειν» είναι οντολογική νομοτέλεια, δεδομένου ότι η ύπαρξη του «άλλου» (στην αρνητική έκφανση: η κατασκευή του «κακού άλλου») δίνει οντότητα στο πρόσωπό μου. Αυτά τα λένε και σύγχρονοι ψυχολόγοι, οι οποίοι, χωρίς να έχουν καμία σχέση με τον χριστιανισμό, επιβεβαιώνουν τρόπον τινά τη διδασκαλία του Χριστού: Αποκτάμε οντότητα μέσω των άλλων, υπάρχουμε επειδή υπάρχει ο άλλος! Η έκσταση (έξοδος) από τον εαυτό μου προκαλείται από τον άλλο. Και αν δεν υπάρχει ο άλλος, δεν έχω οντότητα, γιατί απλώς κανέναν δεν θα ενδιαφέρει η ύπαρξή μου. Και αν μείνω μόνος στο σύμπαν (ούτε θεός ούτε άνθρωπος), δεν έχω λόγο ύπαρξης. Ακόμη και ο θεός δεν υπάρχει (να με συγχωρούν οι θεολόγοι), αν δεν υπάρχει ο άνθρωπος ως πρόσωπο, γιατί δεν θα ενδιαφέρει κανέναν η ύπαρξη του θεού, αν ο ίδιος ο άνθρωπος δεν υπάρχει. Όχι πως μας έχει ανάγκη ο θεός. Υπάρχω μέσω του άλλου. Έτσι, όταν ο Φίλιππος ζητά από τον Χριστό «δείξον ημίν τον πατέρα», αυτός αποκρίθηκε: «όποιος βλέπει εμένα, βλέπει τον πατέρα»! Και στα παιδιά αποτυπώνονται τρόπον τινά οι γονείς, χωρίς τα ίδια να χάνουν την ιδιοπροσωπία τους.
Η προσωπικότητα του ανθρώπου εξαρτάται όμως από τη στάση του έναντι του «άλλου»: Αν δώσει όλον του τον εαυτό στους άλλους, τότε τους έχει όλους στην καρδιά του, χωρίς να έχει ανάγκη να τους κατέχει. Και τότε πραγματικά τους κατέχει (τους «σκλαβώνει»)! Αυτό το λένε Αγάπη, και αυτό είναι ο Χριστός. Αν τους εχθρεύεται όλους, οδηγείται στον αφανισμό της προσωπικότητας, τον πνευματικό θάνατο, όπως ο εξωαποδώ! Τα προβλήματα αρχίζουν όμως, όταν ο άλλος σε πολεμά. Ο Χριστός είπε «αγαπάτε τους εχθρούς ημών». Εντάξει, το «παράκανε», αλλά ακριβώς αυτό είναι προϋπόθεση sine qua non για τη χριστιανική ζωή. Κανένα μίσος, λοιπόν, για τους γείτονες Σλάβους και Αλβανούς (έχω ακριβούς φίλους Βούλγαρους, Ρώσους, Σέρβους και Αλβανούς) και σέβομαι την ιστορία τους. Στην περίπτωση όμως της Μακεδονίας το ζήτημα δεν είναι προσωπικό, αλλά συλλογικό, και σχετίζεται με την αποδοχή ενός ψεύδους το οποίο ακυρώνει την προσωπικότητα ενός λαού, και δεν χρειάζεται περαιτέρω αναφορά. Σου παίρνει το σπίτι η τράπεζα, χωρίς να χρωστάς! Το ζητούμενο όμως είναι η έννοια των εθνικών ονομάτων και συμβόλων. Τι σημαίνει Ελλάδα και Μακεδονία σήμερα, πέρα από τον ψυχοπαθολογικό εθνικισμό και τη δαιμονοποίηση του «άλλου», Τούρκου, Σκοπιανού, Γερμανού κ.λπ., αλλά και την ελαφρότητα του διεθνισμού;
Ελλάδα και Μακεδονία δεν υπάρχουν οντολογικά. Αυτό που υπάρχει είναι Έλληνες και Μακεδόνες (εννοείται Έλληνες, όπως Κρητικοί Έλληνες κ.λπ.). Ελλάδα και Μακεδονία, ελληνική σημαία, γλώσσα, και όλα γενικώς τα ελληνικά σύμβολα, υποδηλώνουν αφενός μιαν ιστορική πορεία, πολιτισμό, μοίρες ανθρώπων κάποιου λαού σε χρόνο και τόπο, αφετέρου τη βούληση ενός λαού για κοινή πορεία, κράτος, θεσμούς αξίες, με διαφωνίες και διχασμούς, με λάθη και επιτεύγματα. Πάνω από όλα υπονοούν μια Κοινότητα μέσα στην πολυμορφία. Προφανώς η έννοια του έθνους είναι δυναμική, ώστε το έθνος έχει συνέχειες και ασυνέχειες, μεταλλάξεις και μεταβολές. Προφανώς επίσης είναι έννοια πολιτισμική και όχι φυλετική (τα περί αίματος τα έλεγε ο Χίτλερ). Υπάρχει όμως ένσταση από πολλούς σύγχρονους ιστορικούς ότι τα έθνη είναι κατασκευές, οι οποίες στηρίζονται σε εθνικά αφηγήματα. Και αυτό μπορεί να συμβαίνει. Τα παραδείγματα πάμπολλα, αλλά να μην βλέπουμε αποκλειστικά και μόνον το δικό μας «εθνικό αφήγημα». Ας δούμε και αυτό των γειτόνων, που μπορεί να πάρει βραβείο Όσκαρ κατασκευής έθνους. Πώς κάποιοι ιστορικοί δέχονται ανενδοίαστα το δικαίωμα αυθαίρετης κατασκευής έθνους στους γείτονες και της πλαστογράφησης της ιστορίας, ενώ αρνούνται να παραδεχθούν το δικαίωμα των Ελλήνων στην επίκληση σχέσης με την ελληνική Αρχαιότητα και το Βυζάντιο (ή Ρωμανία αν θέλετε);
Εδώ όμως ακριβώς είναι το πρόβλημα της νεοελληνικής ταυτότητας, που μας ταλανίζει από την προεπαναστατική εποχή: «Η διάσπαση του λόγου» σε πολιτική, προφητική και ορθολογιστική συνιστώσα, μεταξύ Πατριαρχείου (Φαναριωτών), ησυχαστών και διαφωτιστών. Οι τρεις συνιστώσες δεν επέτυχαν να συγκλίνουν στην ιδεολογία του νέου Ελληνισμού, προκειμένου να αποφασίσουν τι κράτος θέλουνε: εθνικό κράτος με αναφορά στην Αρχαιότητα και τον ευρωπαϊκό (γαλλικό) Διαφωτισμό ή ελληνοθωμανικοβαλκανικό που θα διασώζει κάπως τη βυζαντινή αυτοκρατορική ιδέα; Η σύνδεση με την Αρχαιότητα έγινε από τον νεοελληνικό Διαφωτισμό, ενώ ακόμη και ο Ρήγας δεν τα είχε ξεκαθαρίσει μέσα του: Ήθελε μια βαλκανική πολυεθνική αυτοκρατορία με βάση τους Έλληνες (και οι Τούρκοι μέσα), η οποία όμως θα βασίζεται στις γαλλικές δημοκρατικές αρχές και την ελληνική Αρχαιότητα. Το Πατριαρχείο προωθούσε μεν την αρχαιοελληνική παιδεία στα σχολεία, ένιωθε όμως ότι συνέχιζε τη βυζαντινοχριστιανική παράδοση. Ο Κοραής ήθελε πρώτα να μορφωθεί ό λαός, ώστε να αποκτήσει αυτοσυνείδηση, και μετά να εξεγερθεί.
Με άλλα λόγια: Και τότε και τώρα είμαστε ως λαός «δέσμιοι» της ιστορίας μας, πολλώ μάλλον υπάρχει η αντινομία μεταξύ Αρχαιότητας και Βυζαντίου στην ιδεολογία μας. Το Βυζάντιο επέτυχε να εκχριστιανίσει τον ελληνισμό και να εξελληνίσει τον χριστιανισμό, ώστε δεν είχε τη δική μας σύγχυση. Εμείς όμως δεν έχουμε ξεκαθαρίσει ακόμη ποια είναι η σχέση μας με το ιστορικό παρελθόν (καθένας έχει το δικό του σχήμα ή είναι αδιάφορος), αλλά ούτε αντιληφθήκαμε ότι ζούμε στο 2018. Η συζήτηση περί της ταυτότητας των Νεοελλήνων δεν έγινε ποτέ. Γι’ αυτό οι «συντηρητικές» κυβερνήσεις καπηλεύονται τον πατριωτισμό, ενώ οι «προοδευτικές» αντιμάχονται τα εθνικά αφηγήματα, προωθώντας όμως των εθνικισμό των άλλων. Αποτέλεσμα: οι συνεχείς διχασμοί, όπως και με τα Μνημόνια και με τα εθνικά ζητήματα.
Και έρχεται ένας πρωθυπουργός με τον ΥπΕξ του και τους συμμάχους (με μάς θα ασχολούνται;), και τραβάει μια γραμμή! Ειλικρινά, σε συζητήσεις με συναδέλφους λέμε ότι πλέον η ιστορική μας έρευνα ακυρώνεται, ενώ δεν ξέρω πώς θα διδάσκουν ιστορία εφεξής οι δάσκαλοι στα σχολεία. Εκτός αν διαγραφεί τελείως η ιστορία από το πρόγραμμα και βάλουνε στους μαθητές καμιά ταινιούλα του χόλυγουντ με τον «Μπεν Χουρ» ή την «Κλεοπάτρα». Το πρόβλημα της Ελλάδος είναι η Α-Νοησία, δηλ. η έλλειψη νοήματος ως προς την ταυτότητα, την ιστορία και τον πολιτισμό της, γι’ αυτό και η σημερινή σύγχυση, καθώς και η οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική προλεταριοποίηση. Αν δεν ξέρεις από πού έρχεσαι και πού βρίσκεσαι, θα σε πάνε άλλοι όπου θέλουν. Πάντως, στη συμφωνία ορίζεται (σ. 14-15): «Τα Μέρη θα αναπτύξουν και θα ενισχύσουν τη συνεργασία τους όσον αφορά στην ενέργεια, ιδίως διά της κατασκευής, συντήρησης και χρήσης διασυνδεόμενων αγωγών φυσικού αερίου και πετρελαίου (υφιστάμενων, υπό κατασκευή και σχεδιαζόμενων) … Πιθανά εκκρεμή ζητήματα θα αντιμετωπισθούν χωρίς καθυστέρηση…». Για τη Μακεδονία σύγχυση, αλλά για τους αγωγούς θαυμαστή ακρίβεια! Για ιστορίες και παραμύθια θα μιλάμε τώρα;