«Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου·». (Μτ. 22,37)
Από αυτούς τους στίχους του Ευαγγελίου λαμβάνω το ερέθισμα να καταθέσω δυο λόγια ψυχής για τον μακαριστό Μητροπολίτη Σισανίου και Σιατίστης Παύλο, με μεγάλο σεβασμό και πόνο καρδιάς για την απροσδόκητη και απρόοπτη κοίμησή του.
Η αγάπη του μακαριστού Ιεράρχου πολλές φορές ξεπερνούσε τα όρια του εαυτού του.
Ήταν για όλους τους κληρικούς και λαϊκούς της επαρχίας του, αλλά και πέραν αυτής, πνευματικός πατέρας, και παράλληλα αδελφός, φίλος, στήριγμα, αγκαλιά, συμβουλή, πυλώνας και παρηγορία.
Ήταν αυστηρός αλλά συνάμα με καρδιά μικρού παιδιού!
Όλοι έχουμε να θυμηθούμε μια εμπειρία που βιώσαμε μαζί του, αφού σε όλους μας στάθηκε με το δικό του μοναδικό τρόπο, είτε μετέχοντας στις χαρές είτε στις λύπες μας.
Προσωπικώς είχα εντυπωσιαστεί, ήδη από την πρώτη στιγμή που τον γνώρισα, με την χαρακτηριστική απλότητα του.
Πώς μπορεί ένας Επίσκοπος να είναι τόσο απλός και συγχρόνως να εκπροσωπεί ένα τόσο υψηλό θεσμό;
Όταν ήρθε στη Σιάτιστα ήμουν δώδεκα ετών.
Λίγες ημέρες μετά την υποδοχή του στην πόλη μας, και αφού εγκαταστάθηκε στο Επισκοπείο, επισκέφτηκε τα σχολεία της πόλης και μας κάλεσε να τον επισκεφτούμε κι εμείς και να τον συναντήσουμε για να μας γνωρίσει και να τον γνωρίσουμε.
Έτσι λοιπόν μαζευτήκαμε μία μικρή ομάδα παιδιών και αποφασίσαμε, μετά από μέρες, να πάμε να τον συναντήσουμε.
Μα πως θα πηγαίναμε με άδεια χέρια στο Δεσπότη;
Όχι! Ο καθένας μας ετοίμασε μία χειροτεχνία να του προσφέρουμε.
Ένα μικρό δώρο μέσα από την καρδιά μας.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι προσωπικώς του είχα ετοιμάσει ένα φυτολόγιο.
Ανηφορίσαμε τον δρόμο για το Επισκοπικό Μέγαρο χωρίς να μιλάμε μεταξύ μας.
Θα μπορούσα να πω αγχωμένοι, φοβισμένοι, σκεπτικοί για το τι θα του λέγαμε και πως αυτός θα μας δεχόταν.
Πολλά φυσικά ερωτήματα και αντιδράσεις μιας ομάδας παιδιών, που δεν ήξεραν τι θα αντικρίσουν πίσω από αυτή την πελώρια ξύλινη πόρτα, που μας χώριζε την ώρα που χτυπούσαμε το κουδούνι.
Το χαμόγελο που μας περίμενε, όταν άνοιξε αυτή τη πόρτα, δεν μπορώ να το περιγράψω. Αντικρύσαμε τον πατέρα που περιμένει εναγωνίως τα παιδιά του στο σπίτι.
Μερίμνησε να μας περιποιηθεί και να μας κεράσει.
Φρόντισε να μας ακούσει, να μας συμβουλέψει, να μας πει μέχρι και ανέκδοτα για να νιώσουμε πραγματικά σαν στο σπιτικό μας αφήνοντας την παιδική αμηχανία να φύγει μακριά.
Μας ξενάγησε στους χώρους του επισκοπείου και μας έδειξε τα πάντα. Ακόμη και στο ταπεινό ασκητικό δωμάτιό του μπήκαμε.
Θυμάμαι ότι μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση ο τοίχος του υπνοδωματίου του διότι ήταν γεμάτος φωτογραφίες παιδιών, «που αγωνίστηκαν ή συνέχιζαν ηρωικά να αγωνίζονται», όπως χαρακτηριστικά μας είπε, λόγω κάποιας ασθένειας με την βοήθεια του Θεού και της Παναγίας μας, αλλά πιστεύω και του ιδίου, αν και βέβαια αυτός δεν μας το είπε.
Από τότε ήταν συνέχεια δίπλα μας, κοντά μας, παρών στα σχολεία, στην ενορία, στα κατηχητικά.
Και πολύ περισσότερο κάθε φορά που έστελνε σε όλους μας, σε όλους τους νέους μία επιστολή ένα πατρικό γράμμα στο σπίτι μας, ώστε να μπορεί ο καθένας μας να διαβάσει και να προβληματιστεί με τις συμβουλές και προτροπές που συνήθως συμπεριελάμβανε στις επιστολές του.
Όταν κάποια φορά τον καλέσαμε σπίτι για την ονομαστική μου εορτή, δεν έλαβα μια σίγουρη απάντηση, αλλά μου είπε ότι αν μπορέσει θα έρθει.
Κάποια στιγμή χτύπησε το κουδούνι και αντικρίζουμε τον χαμογελαστό πάντοτε Επίσκοπο μας.
Τα δύο μεγάλα του μάτια, σε καθήλωναν…..
Μας ρώτησε: «Δέχεστε επισκέψεις;»
Κάθισε κοντά μας έτσι απλά και ταπεινά όπως έκανε με όλους και όπως επισκεπτόταν όλους που τον προσκαλούσαν.
Δεν του ήταν εύκολο να πει όχι.
Όπου πήγαινε, έφτανε συνήθως απροειδοποίητα.
Δεν ήθελε ιδιαίτερες περιποιήσεις, ήθελε απλώς να μοιραστεί με όλους αυτές τις οικογενειακές γιορτινές στιγμές.
Τον Ιανουάριο του 2016 παντρευόταν στην Θεσσαλονίκη η αδελφή μου, και φυσικά ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας ήταν ο πρώτος καλεσμένος.
Με ρώτησε η μητέρα μου «βρε Γιάννη λες να έρθει ο Δεσπότης;».
Η κούραση των ημερών, το χιόνι περίπου 30 εκατοστά, το κρύο (-15), κοίταξα την μητέρα σαν να της έλεγα «δεν βλέπεις τι γίνεται γύρω μας;
Ίσως ούτε οι στενοί συγγενείς μας δεν θα μπορέσουν να έρθουν», αλλά δεν απάντησα, απλά χαμογέλασα για να μην χαλάσω την ενδόμυχη ελπίδα της.
Μετά από πολλές δυσκολίες όταν φτάσαμε στον Ιερό Ναό της Αγίας Μαρίνας βρήκαμε τον Δεσπότη να μας αναμένει λίγο ανήσυχος, μάλιστα, λόγω του καιρού.
Η χαρά και η συγκίνησή μας δεν περιγράφονται.
Για άλλη μια φορά έδωσε το παρών.
Θα μπορούσα να μιλήσω και να καταγράψω εμπειρίες γεμίζοντας ολόκληρες σελίδες για τον πατέρα μας Μητροπολίτη Παύλο.
Όχι μονάχα εγώ αλλά όλο το πλήρωμα της Μητροπόλεως Σισανίου και Σιατίστης που τον έζησε και τον αγάπησε.
Περιορίζομαι μόνο σε αυτά τα ταπεινά που εξέθεσα παραπάνω και ενώ κατ’ άνθρωπον λυπούμαι για την απώλεια του πατέρα μας, ως χριστιανός, στοιχούμενος στη διδασκαλία και τις νουθεσίες του, αισθάνομαι μια βεβαιότητα ότι ο μακαριστός Μητροπολίτης Παύλος από τον ουρανό θα πρεσβεύει για μας.
Δεν μας εγκατέλειψε και δεν θα μας εγκαταλείψει ποτέ.
Αυτή είναι η πεποίθησή μου αλλά και το φρόνημα όλων των πνευματικών του παιδιών. Ο Θεός να τον κατατάξει με τους Δικαίους και τους Αγίους.
Να έχουμε την ευχή του.
Συγχαρητήρια για το πηγαίου αγάπης άρθρο σου! Πολύ ακριβές για την προσωπικότητα του μακαριστού. Μου θύμησε κάπου και τον δικό μας μακαριστό επίσκοπο Διονύσιο. Έτσι χτυπούσε σπίτι μας το κουδούνι και βλέπαμε μπροστά μας τον επίσκοπο απροειδοποίητα κι ήθελε πάντα να καθήσει μαζί μας στο πρόχειρο καθιστικό κι όχι στο σαλόνι. Την ευχή τους να έχουμε.