Από το πρωί με ένα αίσθημα πανικού ύπαρξης και μελαγχολίας ύπαρξης. Και ήρθε το νέο. “…Ο έτερος ενήλιξ βλεψίας, οικονομολόγος αργοτερότερον, τον γνώρισε στη Θεσσαλονίκη, καπνιστής φανατικός είχε σε εύτακτη θημωνιά τα πακέτα Καρέλια· διάβαζε βιβλία για το σινεμά· «Από τον Λυμιέρ στο Μπέργκμαν» είδε σ’ αυτόν, κι αργότερα ως οικονομολόγος υπηρέτησε την Εφορία από την οποία έφυγε· διότι δεν μπορούσε να δικάζει φοροφυγάδες και φορολαδιάρηδες. Στα νεότερά του χρόνια μαθηματικό μυαλό επρογύμναζε στα μαθηματικά του θερινούς στάσιμους, βιρτουόζος στο ποδόσφαιρο και της ντρίπλας στο χωριό, με το Παπα-Παναγιώτη – αυτός από μικρός θρήσκος, σε εορταστικές μαζώξεις διάβαζε στην παρέα «Νεεμία» και «Εσδρά» (τι ήταν αυτοί;)- εντρίπλαραν μέχρις εξαντλήσεως τον Στάθη/κα του Κένταυρου Πρωτοχωρίου.
«Εδώ ας σταθώ» λίγο. Λίγο; Θα δείξει…» *
Κι έδειξε ο Μανώλης (Μάκης) Λίτσιος δεν υπάρχει πια.
* Από τις «Ηδονο(α)βλεψίες», εκδ. Γαβριηλίδης 2015
ΥΓ. Οτε ήμουν «δάσκαλος» στο ΤΕΙ Κοζάνης διδάσκων ελληνική λογοτεχνία στους σπουδαστές
και κάποια απογεύματα επιτηρούσα στις εξετάσεις των μαθημάτων του (Λογιστικής)
τον έβλεπα πως κάπνιζε (τη ζωή του τελικά) αρειμανίως εντός κι εκτός αιθούσης.
Η μνήμη του αγαθή η λύπη μας πηχτή.