Τη διετία 2020-2022 θα αποσυρθούν λιγνιτικές μονάδες ισχύος 1 GW, ενώ θα ακολουθήσει η δεύτερη μεγάλη φάση απόσυρσης τη διετία 2022-2025, με το «σβήσιμο» επιπλέον 2,2 GW
Με τρία χρονικά ορόσημα θα γίνει το σβήσιμο των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ σύμφωνα με το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα που παρουσίασε χθες η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Συγκεκριμένα τη διετία 2020-2022, προγραμματίζεται το πρώτο μεγάλο κύμα απόσυρσης λιγνιτικών μονάδων συνολικής ισχύος 1 GW ενώ θα ακολουθήσει το δεύτερο μεγάλο κύμα τη διετία 2022-2025 με το σβήσιμο επιπλέον 2,2 GW.
Σύμφωνα με το ΕΣΕΚ αρχής γενομένης από τα 3,9 GW που είναι η εγκατεστημένη ισχύς των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ σήμερα, το 2022 θα μειωθεί στα 2,9 GW, και το 2025 μόλις στα 0,7 GW που θα διατηρηθούν οπωσδήποτε έως και το 2027, ενώ το 2030 προβλέπεται ότι η εγκατεστημένη ισχύς σε μονάδες παραγωγής από λιγνίτη θα είναι μηδενική.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα 700 MW που προβλέπεται να έχουν απομείνει σε λειτουργία από το 2025 έως και το 2027 στην πραγματικότητα αντιστοιχούν στην υπό κατασκευή μονάδα της ΔΕΗ Πτολεμαΐδα 5 ισχύος 660 MW.
Αύξηση στα 6,9 GW για τις μονάδες φυσικού αερίου
Σε ό,τι αφορά τις μονάδες φυσικού αερίου οι οποίες σύμφωνα με το ΕΣΕΚ θα λειτουργήσουν για τη στήριξη της μετάβασης στις ΑΠΕ προβλέπεται ότι από 5,2 GW το 2020 θα αυξηθούν σε 6 GW το 2022 και 6,9 GW το 2025, ενώ θα παραμείνουν σε αυτό το επίπεδο έως και το 2027 για να αυξηθούν σε μόλις 7 GW το 2030.
Το φυσικό αέριο εμφανίζει μείωση στην ηλεκτροπαραγωγή κατά 20% το έτος 2030 σε σχέση με το έτος 2020. Γενικά, η εκτίμηση είναι ότι κατά την περίοδο 2020-2025 η ηλεκτροπαραγωγή από φυσικό αέριο θα εμφανίσει τις υψηλότερες απόλυτες τιμές ηλεκτροπαραγωγής και αντίστοιχα μερίδια συμμετοχής στο σύνολο της εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής.
Η διατήρηση του μεριδίου του φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή σε σχετικά σημαντικά μερίδια μέχρι και το έτος 2030 (>30%) οφείλεται και στον ενισχυμένο του ρόλο ως τεχνολογία κατανεμόμενης παραγωγής, μετά την ολική απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής.
Αύξηση κατά 38% για τις ΑΠΕ την περίοδο 2017-2030
Η διείσδυση των ΑΠΕ στο μείγμα της ακαθάριστης εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής το έτος 2030 αναμένεται να ανέλθει ως μερίδιο συμμετοχής σχεδόν στο 66%, από το 32,6% για το έτος 2020, κάτι που οφείλεται αφενός στην αναμενόμενη περαιτέρω μείωση του κόστους των τεχνολογιών ΑΠΕ για ηλεκτροπαραγωγή, ιδιαίτερα φωτοβολταϊκών και αιολικών σταθμών, αφετέρου στην απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων, την παραγωγή των οποίων καλούνται να αντικαταστήσουν.
Συγκεκριμένα, το έτος 2030 η συνολική εγκατεστημένη ισχύς για ηλεκτροπαραγωγή ανέρχεται στα 26 GW, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 38% σε σχέση με το έτος 2017, κυρίως λόγω της μεγάλης διείσδυσης σταθμών μεταβλητών ΑΠΕ, οι οποίες έχουν χαμηλότερο συντελεστή χρησιμοποίησης σε σχέση με τις συμβατικές θερμικές μονάδες.
Για το έτος 2030 δεν λαμβάνεται υπόψη εγκατεστημένη ισχύς των λιγνιτικών σταθμών προς ηλεκτροπαραγωγή, καθώς το τελευταίο έτος με λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή είναι το έτος 2028, ενώ η εγκατεστημένη ισχύς των πετρελαϊκών μονάδων αναμένεται να παρουσιάσει μείωση κατά 85% το έτος 2030 σε σχέση με το έτος 2017, φτάνοντας τα 0,3 GW.
Αναλυτικά για τη συνεισφορά των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή, οι μεταβλητές ΑΠΕ (αιολικοί και φωτοβολταϊκοί σταθμοί) για το έτος 2020 εκτιμάται ότι αυξάνονται στα επίπεδα του 6,5 GW, ενώ για το έτος 2030 στα 14,7 GW.
Ουσιαστικά αποτυπώνεται η εκτίμηση ότι θα πρέπει να εγκαθίστανται κατά μέσο όρο ετησίως περίπου 800 MW σωρευτικής νέας ισχύος από αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα.
Η εγκατεστημένη ισχύς των υδροηλεκτρικών (Υ/Η) σταθμών αυξάνεται κατά περίπου 350 MW σε σχέση με το έτος 2017, λόγω νέων μικρών υδροηλεκτρικών έργων και της λειτουργίας ώριμων κατασκευαστικά μεγάλων υδροηλεκτρικών, της βιοενέργειας αντίστοιχα πάνω από 220 MW σε σχέση με το 2017, ενώ μικρή διείσδυση εκτιμάται ότι θα παρουσιάσουν και οι ηλιοθερμικοί σταθμοί και η εκμετάλλευση της γεωθερμίας.
Κατακόρυφη μείωση των πετρελαιοειδών στην ηλεκτροπαραγωγή
Συγκεκριμένα, το έτος 2030 δε θα υπάρχει καθόλου μερίδιο στην καθαρή ηλεκτροπαραγωγή από στερεά καύσιμα, ενώ αντίστοιχα για το έτος 2020 εκτιμάται ότι περίπου το 14% της ηλεκτροπαραγωγής θα προέρχεται από σταθμούς παραγωγής με καύσιμο το λιγνίτη.
Αντίστοιχα, το μερίδιο των πετρελαιοειδών στην ηλεκτροπαραγωγή μειώνεται αισθητά έως το έτος 2030 κατά 77% σε σχέση με το έτος 2020, κυρίως λόγω της απόσυρσης πετρελαϊκών σταθμών που είναι σήμερα εγκατεστημένοι σε Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά, έπειτα από την επικείμενη διασύνδεσή τους με το ηπειρωτικό σύστημα.
Μια μικρή παραγωγή από πετρελαϊκά προϊόντα της τάξης του 1% της συνολικής καθαρής παραγωγής, που εξακολουθεί να παρατηρείται το 2030, αφορά σχεδόν αποκλειστικά ηλεκτροπαραγωγή στα διυλιστήρια.
Η αύξηση της ηλεκτροπαραγωγής από Υ/Η κυμαίνεται στο 17% το έτος 2030 σε σχέση με το έτος 2020, ενώ για την εκτίμησή της έχει ληφθεί υπόψη μια μέση εγχώρια υδραυλικότητα βάσει ιστορικών στοιχείων ανά υδάτινο γεωγραφικό πόρο.
Συνδυαστικά οι πλήρως κατανεμόμενες μονάδες ΑΠΕ το έτος 2030, μαζί με τους υδροηλεκτρικούς σταθμούς θα συμμετέχουν με μερίδιο 15% στη συνολική εγχώρια ηλεκτροπαραγωγή και με μερίδιο 20% στην ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ.
www.worldenergynews.gr
Οπότε βολεύει τους ιδιώτες επενδυτές θα σβήσουν. Τώρα όσο αφορά τα σχέδια βλέπουμε την αποτελεσματικότητα τους και στην αντιμετώπιση των παράνομων μεταναστών. Και οι τωρινοί όπως και οι προηγούμενοι είναι ανίκανοι να φέρουν σε πέρας και τα ποιο απλά και όχι προβλήματα που οδηγούν την Ελλάδα στο χάος.