Πιο φιλόδοξους εθνικούς στόχους για την ενέργεια και το κλίμα θέτει το αναθεωρημένο ΕΣΕΚ με ορίζοντα το 2030, όπου και αποτυπώνονται οι κυβερνητικές δεσμεύσεις για υψηλότερη διείσδυση των ΑΠΕ, καθώς και συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα απολιγνιτοποίησης στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής (βλέπε εδώ το πλήρες κείμενο του ΕΣΕΚ).
Σε ό,τι αφορά την περιοχή μας, η απόσυρση όλων των λιγνιτικών μονάδων μέχρι το έτος 2028 θα γίνει συντεταγμένα και υπεύθυνα. Απόλυτη προτεραιότητα της Κυβέρνησης είναι η μετάβαση στην μεταλιγνιτική εποχή να γίνει με τρόπο δίκαιο για τις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης.
Για το λόγο αυτό, και υπό την αιγίδα μιας διυπουργικής επιτροπής, θα εκπονηθεί και θα παρουσιαστεί στα μέσα του 2020 ένα ολοκληρωμένο Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (Master Plan) που θα αποτελεί τον αναπτυξιακό οδικό χάρτη στην μετά τον λιγνίτη εποχή.
Αυτό θα περιλαμβάνει ένα πλέγμα μέτρων και προβλέψεων που θα αφορούν, μεταξύ άλλων: επενδυτικά και φορολογικά κίνητρα, νέες υποδομές, αξιοποίηση των τοπικών φυσικών πόρων, την στήριξη της αγροτικής παραγωγής και του τουρισμού, την μετεκπαίδευση των εργαζομένων, την εξασφάλιση των θέσεων εργασίας και την δημιουργία νέων μέσω ενός ευέλικτου αναπτυξιακού μετασχηματισμού και της ανάπτυξης όλων των τομέων της παραγωγής.
Το ότι η παρουσίαση Σχεδίου θα γίνει μέσα στο 2020 δεν σημαίνει φυσικά ότι δεν έχουν εξελίσσονται ήδη στοχευμένες παρεμβάσεις προς όφελος των υπό μετάβαση περιοχών.
Έχουν αναληφθεί οι απαραίτητες πρωτοβουλίες για να αποδοθεί στις ενεργειακές περιοχές το τέλος ανάπτυξης της ΔΕΗ, ένα ποσό κοντά στα 130 εκατομμύρια ευρώ που τους οφείλεται από το 2014, ενώ οι περιοχές αυτές θα συνεχίσουν να λαμβάνουν χρηματοδότηση από τα έσοδα πλειστηριασμών δικαιωμάτων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μέσω του Πράσινου Ταμείου.
Παράλληλα, στο πλαίσιο του νέου Ευρωπαϊκού Προϋπολογισμού για την περίοδο 2021-2027, θα διεκδικηθεί η αυξημένη εισροή κεφαλαίων από το νέο Ευρωπαϊκό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης (Just Transition Fund) διασφαλίζοντας ότι οι περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης θα πληρούν τα κριτήρια χρηματοδότησης διαθέτοντας έργα σε προχωρημένο στάδιο ωρίμανσης. Σημαντικός προς αυτήν την κατεύθυνση θα είναι και ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων που φιλοδοξεί να μετατραπεί σε μια «Κλιματική Τράπεζα». Επιπροσθέτως, κονδύλια από προγράμματα όπως το Horizon, το Connecting Europe Facility και το Invest EU θα υποστηρίξουν αυτήν την προσπάθεια.
Το ζήτημα δεν είναι αν θα έλθουν χρήματα η περιοχή. Αυτό θα γίνει ούτως ή άλλως και είναι το εύκολο. Το ζήτημα είναι που θα επενδυθούν αυτά τα χρήματα και πόσες θέσεις εργασίας θα δημιουργήσουν. Υπάρχει σχετική μελέτη ή τα χρήματα, ως συνήθως, θα τα “φάνε” οι μελέτες;
Θα στηριχθει λενε η αγροτικη παραγωγη πως με τα 200 χιλ στρεματα που θα γινουν φωτοβολταικα με 2 θεσεις εργασιας και εκεινες με εργολαβικες συνθηκες αλλα λογια να αγαπιομαστε δηλαδη