Μετά την πρόσφατη κήρυξη κατάστασης κλιματικής έκτακτης ανάγκης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η Πρόεδρος της Επιτροπής Ursula von der Leyen δημοσιοποίησε, στις 11 Δεκεμβρίου στην αίθουσα ολομέλειας του ΕΚ στις Βρυξέλλες, το σχέδιο της Επιτροπής για την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας στην ΕΕ μέχρι το 2050. Η ανακοίνωση για την Πράσινη Συμφωνία εκθέτει έναν αρχικό χάρτη πορείας των βασικών πολιτικών και των μέτρων που απαιτούνται για την επίτευξη της μετάβασης της Ευρώπης προς την κλιματική ουδετερότητα έως το 2050.
Και ενώ οι διαπραγματεύσεις της COP25, όσον αφορά τους κανόνες για τη διεθνή αγορά άνθρακα, έχουν περιέλθει σε τέλμα η συνέλευση των εκπροσώπων των τοπικών και των περιφερειακών αρχών της ΕΕ καλεί τα συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας του Παρισιού να ενισχύσουν τη συνεργασία με τους δήμους και τις περιφερειακές κυβερνήσεις ως μόνη λύση για την ανάληψη αποτελεσματικής κλιματικής δράσης και την αντιστροφή της υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Η Ευρωπαική Επιτροπή των Περιφερειών (ΕτΠ), αντίστοιχα, εκφράζει την ικανοποίησή της για την προοπτική αναβάθμισης των στόχων, με ορίζοντα το 2030, ενόψει της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (GHG) στο 50%, επιδιώκοντας, παράλληλα, την επίτευξη ποσοστού 55%. Ωστόσο, εκφράζει τη λύπη της για την απουσία οποιασδήποτε αναφοράς σε υψηλότερους στόχους σχετικά με τις ΑΠΕ και την ενεργειακή απόδοση.
Τα ειδικά κονδύλια για τις Περιφέρειες εξόρυξης άνθρακα δεν πρέπει να εκπίπτουν από τη χρηματοδότηση της περιφερειακής πολιτικής
Η ΕτΠ επιδοκιμάζει, παράλληλα, τον Μηχανισμό Δίκαιης Μετάβασης, συμπεριλαμβανομένου ενός Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης για τις Περιφέρειες και τους τομείς υψηλής έντασης άνθρακα και ανθρακούχων εκπομπών. Τονίζει, ωστόσο, την ανάγκη εξασφάλισης πρόσθετων πόρων για την περίοδο 2021-2027, πέραν των Ταμείων Συνοχής.
Οι περιφέρειες παραγωγής άνθρακα θα πρέπει να λάβουν χρήματα από την Ευρωπαϊκή Ένωση για να βοηθηθούν στην απεξάρτησή τους από τα ορυκτά καύσιμα, σύμφωνα και με την ανακοίνωση που εξέδωσε η ΕτΠ τον περασμένο Οκτώβριο . Ωστόσο, η Συνέλευση των τοπικών και περιφερειακών ηγετών της ΕΕ επιμένει ότι η ενίσχυση δεν θα πρέπει να γίνεται εις βάρος άλλων περιφερειών.
Το αίτημα των τοπικών και περιφερειακών ηγετών συνδυάζει τα ειδικά υποστηρικτικά μέτρα ενίσχυσης δεκάδων περιφερειών με αυτό της διατήρησης του προϋπολογισμού της ΕΕ για την περιφερειακή ανάπτυξη, τη δραστική μείωση του οποίου επιθυμούν ορισμένοι αρχηγοί κρατών μελών της ΕΕ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προτείνει τόσο τη μείωση των κονδυλίων Συνοχής για την περιφερειακή ανάπτυξη όσο και τη δημιουργία ενός Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης για τις περιφέρειες εξόρυξης άνθρακα. Προς το παρόν η νέα πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δεν έχει δηλώσει πώς θα χρηματοδοτείται το εν λόγω Ταμείο.
Ο κ. Speich υπουργός Ομοσπονδιακών, Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του γερμανικού κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας δήλωσε τα εξής: « Η κλιματική αλλαγή αφορά ολόκληρη την Ευρώπη. Ο μετασχηματισμός των περιφερειών εξόρυξης άνθρακα αποτελεί σημαντική συμβολή στην επίτευξη των στόχων μας για το κλίμα. Ως εκ τούτου, πρέπει η ΕΕ να στηρίξει τις περιοχές με ανθρακωρυχεία που διανύουν μεταβατικό στάδιο. Πρέπει η ΕΕ να υποστηρίξει οικονομικά την κοινωνικοοικονομική μετάβαση των περιφερειών εξόρυξης άνθρακα στο επόμενο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο. Μία από τις προϋποθέσεις για να δοθούν κίνητρα πραγματοποίησης νέων επενδύσεων είναι να έχουν οι περιφέρειες επαρκή περιθώρια ελιγμών όσον αφορά τους κανόνες της πολιτικής ανταγωνισμού. Εκτιμώ την πρόταση της νέας Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περί σύστασης ενός Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης. Το εν λόγω ταμείο θα αμβλύνει τις κοινωνικές, κοινωνικοοικονομικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις του διαρθρωτικού μετασχηματισμού στις ευρωπαϊκές περιφέρειες εξόρυξης άνθρακα. Ωστόσο, θα πρέπει να χρηματοδοτείται με πρόσθετους πόρους και όχι από το κονδύλιο που προβλέπεται για τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά και επενδυτικά ταμεία. Η χρηματοδότηση θα πρέπει να συνδέεται στενά με την πολιτική συνοχής. Αυτοί οι συμπληρωματικοί πόροι θα μπορούσαν επομένως να χρησιμοποιηθούν για την ενίσχυση των προγραμμάτων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης και του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου για τις εν λόγω περιφέρειες επιπέδου NUTS 2 την επόμενη επταετία», συμπλήρωσε ο κ. Speich.
Τονίζει επίσης την ανάγκη να παρέχει η ΕΕ τη δυνατότητα σε εθνικές, περιφερειακές και τοπικές κυβερνήσεις και αρχές να διαθέτουν επιπλέον περιθώρια για τη συνδρομή όσων επιχειρήσεων επηρεάζονται από την εγκατάλειψη της εξόρυξης άνθρακα. Η ΕτΠ υποστηρίζει ότι πρέπει να αναθεωρηθούν οι κανόνες της ΕΕ περί κρατικών ενισχύσεων, οι οποίοι πρόκειται να παύσουν να ισχύουν το έτος 2020, με στόχο οι περιφέρειες εξόρυξης άνθρακα να διαθέτουν στο πλαίσιο αυτό επαρκή ευελιξία, έτσι ώστε να καταφέρουν να μετριάσουν τον κοινωνικό και οικονομικό αντίκτυπο από τη σταδιακή κατάργηση του άνθρακα.
Στα 350 μέλη της ΕτΠ περιλαμβάνονται πολλοί εκπρόσωποι από τις 41 περιφέρειες σε 12 κράτη μέλη (συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου) που εξακολουθούν να έχουν ανθρακωρυχεία. Η ΕτΠ συνιστά τη συνεργασία τόσο μεταξύ των εν λόγω περιφερειών όσο και μεταξύ αυτών και των εθνικών και ενωσιακών επιπέδων διοίκησης, καθώς επιδιώκουν την προσαρμογή των οικονομιών τους, τόσο για την αποφυγή επικαλύψεων όσο και για την ανταλλαγή εμπειριών.
Στις εισηγήσεις της, η ΕτΠ χαρακτηρίζει την επαγγελματική επιμόρφωση, τη δημιουργία τεχνικών πανεπιστημιακών σχολών, την ανάπτυξη ενός ευνοϊκού για την καινοτομία περιβάλλοντος και την ψηφιοποίηση ως μέσα καθοριστικής σημασίας για τη διαφοροποίηση των οικονομιών τους.
Στη γνωμοδότηση της ΕτΠ δίνεται επίσης έμφαση στο αναπτυξιακό δυναμικό των πλεονεκτημάτων αυτών των περιφερειών. Υποστηρίζεται δε ότι ο διαρθρωτικός μετασχηματισμός των εν λόγω περιφερειών θα πρέπει να συντελεστεί με τον σημερινό βιομηχανικό και ενεργειακό ιστό ως βάση για την ανάπτυξη. Επίσης, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι κύκλοι καινοτομίας και επένδυσης των υφιστάμενων βιομηχανικών παραγόντων και να αξιοποιούνται οι βιομηχανικοί συνεργατικοί σχηματισμοί, οι λειτουργικές δεξιότητες και η ερευνητική ικανότητα.
Η σταδιακή κατάργηση της βιομηχανίας άνθρακα αναμένεται να προκαλέσει την απώλεια πολυάριθμων θέσεων εργασίας στη Βουλγαρία, την Τσεχία, τη Γερμανία, την Πολωνία, τη Ρουμανία, την Ισπανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, με απολύσεις επίσης στην Ελλάδα, τη Σλοβακία και τη Σλοβενία. Από σχετική μελέτη* προκύπτει ότι οι δύο περιφέρειες όπου οι κοινωνικές επιπτώσεις ενδέχεται να αποδειχθούν οι σοβαρότερες είναι αυτές της Δυτικής Μακεδονίας και της Νοτιοδυτικής Ρουμανίας – Ολτένιας.