O παπα-Γιάννης του Λιβαδερού ήταν ο Φαρμάκης Ιωάννης του Παναγιώτη ή του Μπζιώτα, όπως συνήθιζαν να λένε στο χωριό τον πατέρα του. Γεννήθηκε το Φεβρουάριο του 1930 και ήταν το δεύτερο κατά σειρά γέννησης παιδί μεταξύ 8 αδελφών. Για πενήντα οκτώ (58) χρόνια (από το 1955 έως και το 2013) υπηρέτησε ως εφημέριος στο χωριό. Φοίτησε στο Βαλτοδώρειο Γυμνάσιο Κοζάνης για δύο χρόνια, διέκοψε λόγω του πολέμου και τελείωσε τις γυμνασιακές του σπουδές τελικά, ως ιερέας πλέον, στο Γυμνάσιο Σερβίων το 1975. Από το 1953 μέχρι το 1955 εργάσθηκε σαν γραμματέας στην κοινότητα του χωριού. Μέσα στο έτος 1955 χειροτονήθηκε διάκος και στην συνέχεια ιερέας. Ανέλαβε εφημέριος του Αγίου Νικολάου του Λιβαδερού το 1955. Προκάτοχός του παπα-Γιάννη ήταν ο παπα-Νικόλας από το Μικρόβαλτο.
Λειτούργησε στην παλιά εκκλησία του Αϊ Νικόλα μέχρι το 1978.Τον θυμάμαι εγώ μικρό παιδί τότε να έχει μόνιμο δεξιό ψάλτη για πολλά χρόνια τον Βέττα Γεώργιο και πιο λίγα χρόνια τον Γκουτζιομήτρο Νικόλαο, που οι περισσότεροι τον ξέρουμε σαν ”γραμματέα” επειδή πράγματι είχε κάνει γραμματέας της κοινότητας και γι’ αυτό πήρε και αυτό το κοσμητικό επίθετο. Όταν πήγαινα το ύψωμα (πρόσφορο), που μου έδινε η μάνα μου, για να το ευλογήσει, περίμενα να το πάρει στην αριστερή πόρτα όπως βλέπουμε το Άγιο Βήμα. Εκείνος με χαμόγελο έπαιρνε το ύψωμα και μου επέστρεφε ως …αντίδωρο θυμάμαι μια λειτουργιά σχεδόν πάντα. Και επειδή η λειτουργιά ήταν από άσπρο, καθάριο ψωμί, που μας άρεσε πολύ σαν παιδιά τα χρόνια εκείνα, εγώ σε κάθε γιορτή έτρεχα να πάω στον παπά το ύψωμα και να κερδίσω την λειτουργιά που μου φιλοδώριζε εκείνος.
Περνώντας τα χρόνια ο παπα-Γιάννης είδε πως η παλιά εκκλησία, που είχε κτισθεί το 1854 είχε πολλές φθορές και δεν ήταν λειτουργική. Τότε επιχείρησε να την υπαγάγει σε ένα πρόγραμμα ανακαίνισης, πράγμα που δυστυχώς δεν ευδόκησε, πλην της ανακαίνισης του παλιού καμπαναριού, που είχε παλιότερα επισκευάσει με μαεστρία ο επονομαζόμενος και κουλουτούμπας από το Λουτρό Ελασσόνας, από τις κουλουτούμπες που έκανε στην σκεπή του καμπαναριού, όταν τελείωσε την επισκευή του. Στην συνέχεια εκείνος, ο παπα-Γιάννης έβαλε μπρος να κτίσει καινούργια εκκλησία, λίγο πιο πάνω από την παλιά. Άρχισε τις εργασίες της το 1960 και η εκκλησία ολοκληρώθηκε το 1978.Το ίδιο έτος έγιναν και τα εγκαίνιά της. Απαιτήθηκαν 18 χρόνια περίπου. Όχι τόσα πολλά για τέτοιο μέγεθος εκκλησίας. Και αυτό χάρη στην τεράστια εργατικότητα του παπα-Γιάννη τόσο σε επίπεδο ιδεών και σχεδίων όσο και σε επίπεδο οικοδομικών εργασιών. Πολλές φορές τον είχα δει με ανασκουμπωμένο το ράσο και φορώντας καλυμμαύχι να μπλέκεται με τους εργάτες, να ανακατεύει τσιμέντα και ασβέστες, να κουβαλάει τούβλα και να βοηθάει τους μαστόρους επειδή και εκείνος δεν ήταν μόνο μάστορας της πίστης μα και μάστορας στον καθημερινό αγώνα της ζωής.
Δεν γνωρίζω το κόστος της καινούργιας εκκλησίας με τα δύο κωδωνοστάσια και το Πνευματικό Κέντρο. Εκείνο όμως που ξέρω καλά είναι πως με τις άοκνες και συνεχείς προσπάθειές του ο παπα-Γιάννης εξασφάλισε, όλα τα χρηματικά μέσα για την ανέγερση, από μεγάλες και μικρές δωρεές των απανταχού ευρισκομένων λιβαδεριωτών και όχι μόνον. Το έκανε με το δικό του σύστημα. Πάντα με ευγένεια και τρόπο έπειθε τους πιστούς να κάνουν την δωρεά τους και να βοηθήσουν το έργο της ενορίας τους. Ας μου επιτραπεί εδώ να πω πως φαίνεται με τους λιβαδεριώτες της Ελβετίας ήταν περισσότερο ”απαιτητικός”, και αυτό του βγήκε, που λέμε. Τις περισσότερες δωρεές αυτοί τις έκαναν και γι’ αυτό το λόγο τους αξίζει ο μεγαλύτερος έπαινος. Αυτό το διαπίστωσα μία μέρα, που τον επισκέφθηκα στην εκκλησία όταν αυτή είχε αρχίσει να λειτουργεί. Με ασβεστωμένα ράσα με πήρε στο μικρό γραφείο του και άνοιξε το βιβλίο των δωρεών. Ήταν γραμμένα όλα τα στοιχεία όλων των δωρεών των αποδήμων χωριανών και μη. Έγραφε στα βιβλία με μεγάλη τάξη. Τα τηρούσε ευλαβικά. Έσοδα, έξοδα, οφειλές, δωρεές, τα πάντα. Σαν έμπειρος λογιστής, χωρίς να το έχει σπουδάσει το πράμα. Τον θαύμασα πολύ τότε για την οργάνωσή του αυτή. Ήταν πολύ άξιος και σ’ αυτό το κομμάτι.
Κατά την θητεία του ως εφημέριος του Λιβαδερού ανακαίνισε την εκκλησία της Αγιανάληψης και έκτισε καινούργιες εκκλησίες στον Αϊ Λιά, στον Αϊ Θανάση (διατηρώντας την παλιά), στον Αϊ Γιώρη, στην Παναγία στο Μπότσιουμου και στον Αϊ Πόστολου. Μέσα στο άλσος και πίσω από την παλιά εκκλησία του Αϊ Νικόλα έκανε εκκλησάκι και προόριζε να το αφιερώσει στον Άγιο Χριστόφορο, μα δεν πρόλαβε να το εγκαινιάσει. Έφθασε μέχρι στο σημείο να αφήσει και παρακαταθήκη-υποχρέωση στον γιο του τον Παναγιώτη, να κτίσει ένα εκκλησάκι, του Σταυρού, στο σύνορο Λιβαδερού-Μεταξά-Τριγωνικού.
Στα καθήκοντά του ως ιερέας είχε προσθέσει και την ιδιότητα του εκφωνητή επικήδειων. Αυτό το έκανε συχνά. Για τον αποχωρούντα από την ζωή αυτή είχε κάτι καλό να πει. Όταν ”έφυγε” ο πατέρας μου και στην σκέψη μου είχα λιγοστά λόγια να του ”πω” για να τον αποχαιρετήσω μα δεν είχα το κουράγιο, ο παπα-Γιάννης χωρίς να το ξέρει αυτό, στο τέλος της τελετής μίλησε για εκείνον, τον μπάρμπα Γιάννη.
Ο παπα-Γιάννης εκτός από τα ιερατικά του καθήκοντα ήταν πάντα παρών και σε έκτακτες ανάγκες και περιστάσεις του χωριού. Τον εύρισκες στην πρώτη γραμμή. Θυμάμαι πάλι πως, κοντά στο 1960 με 65, έπιασε φωτιά στο χωριό, στο Καραούλι, που λέγαμε. Καιγόταν δύο αχερώνες. Οι φλόγες τεράστιες και ο παπα-Γιάννης απτόητος πυροσβέστης με ράσα και ανεβασμένος σε έναν τοίχο έριχνε νερό με μια μπραγάτσα για να σβήσει την θεριεμένη φωτιά.
Αυτός ήταν ο παπα-Γιάννης του Λιβαδερού. Ακούραστος εργάτης της θρησκείας, της πίστης αλλά και της ζωής. Εκοιμήθη την Κυριακή το πρωί στις 23 Αυγούστου του 2020.
Αιωνία του η μνήμη.
Ξάνθη
Την ευχή του να χουμε. Ευχαριστούμε
Καλό Παράδεισο στον παπα-Γιάννη.
Κώστα η φωτιά πρέπει να ήταν αργότερα το 1970, γιατί θυμάμαι που μας ανέκρινε η αστυνομία εμένα και τον αδερφό μου 6 και 4 χρονών αντίστοιχα.
Ίσως Νίκο να είναι αργότερα.Εγώ έτσι θυμάμαι. Εγώ αναφέρω και τονίζω την πράξη του παπα-Γιάννη.Η ημερομηνία κατά την ταπεινή μου άποψη έχει δευτερεύουσα αξία.Σε κάθε περίπτωση σ΄ευχαριστώ πολύ για την αναφορά σου.