Η συζήτηση της πρότασης δυσπιστίας ήταν μια κομβική στιγμή για την τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδο. Αποτέλεσε μια ευκαιρία για συνολική παράθεση -και αντιπαράθεση- δύο πολιτικών για ένα θέμα το οποίο αφορά μια μεγάλη ομάδα των συμπολιτών μας, τα ιδιωτικά χρέη και τη προστασία της πρώτης κατοικίας.
Οι πολίτες, πέρα από κάθε φίλτρο και επικοινωνιακή μεσολάβηση, μπορούν να εξετάσουν τα πραγματικά περιστατικά και τις μορφές στήριξης που υλοποίησε ο ΣΥΡΙΖΑ και να τις αντιπαραβάλλουν με τις προτάσεις της σημερινής κυβέρνησης.
Να ξεκινήσω από τα πεπραγμένα της δικής μας περιόδου:
Ο ΣΥΡΙΖΑ αφού παρέλαβε μια χώρα καθημαγμένη, με το ΑΕΠ να έχει υποστεί πτώση 25%, την ανεργία να αγγίζει το 28%, εκατοντάδες χιλιάδες λουκέτα, μετανάστευση των νέων στο εξωτερικό και συντάξεις κομμένες κατά 40%, αντέστρεψε την κατάσταση κατορθώνοντας να βγάλει την χώρα από την επιτήρηση ενώ παράλληλα άφησε παρακαταθήκη 37 δις ευρώ για την αποπληρωμή των χρεών και την άσκηση κοινωνικής πολιτικής, η οποία ιδιαίτερα σήμερα είναι πιο αναγκαία από ποτέ.
Αναφορικά με το ζήτημα των ιδιωτικών χρεών, η κατάσταση ήταν ακόμη χειρότερη, καθώς λόγω της πρωτόγνωρης ύφεσης, τα νοικοκυριά αδυνατούσαν να αποπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, το 80% του ιδιωτικού χρέους είχε δημιουργηθεί πριν το 2015, δηλαδή πριν την διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Τι άλλαξε σε αυτό τον τομέα; Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια δείχνουν μείωση κατά 22 δις από 97 δις το 2014 σε 75 δις τον Ιούνιο του 2019.
Είχε επομένως υλοποιηθεί μια πορεία επιστροφής σε μια σταθερότητα που επέτρεπε στα νοικοκυριά να ανακτήσουν τις δυνάμεις τους και την πιστοληπτική τους ικανότητα.
Παράλληλα, με το νομικό πλαίσιο Κατσέλη –Σταθάκη, προστατευόταν πλήρως η πρώτη κατοικία, ενώ με τον 4605/2019 υπήρξε η τελευταία παράταση του συγκεκριμένου πλαισίου, καθώς είχε εξαγγελθεί μια συνολική νομοθετική πρωτοβουλία που θα κάλυπτε ασφαλώς και το συγκεκριμένο ζήτημα, όπως εξάλλου είχαμε αποδείξει όλο το προηγούμενο διάστημα στο οποίο δεν είχε γίνει ούτε ένας πλειστηριασμός πρώτης κατοικίας.
Υπήρχε επομένως ένα συνολικό σχέδιο ανάταξης της οικονομίας, με διευθέτηση του δημόσιου χρέους και μείωση του ιδιωτικού, γεγονός που επέτρεπε μια αισιόδοξη προοπτική για τα οικονομικά μεγέθη της χώρας.
Δυστυχώς σήμερα, η κατάσταση έχει αλλάξει άρδην. Με το νέο πτωχευτικό κώδικα τίθεται σε αμφισβήτηση η έννοια της ιδιοκτησίας, της κατοχής ενός σπιτιού, ακόμα και αν πρόκειται για την πρώτη κατοικία.
Τι προβλέπει ο κώδικας που, δυστυχώς, είναι πλέον νόμος του κράτους;
Ας πάρουμε για παράδειγμα μια οικογένεια στην περιοχή μας, την ΠΕ Κοζάνης. Ας υποθέσουμε ότι η οικογένεια αυτή δανείστηκε για να αγοράσει ένα σπίτι το 2005. Πλέον, μετά από μια σειρά προστατευτικών διατάξεων που ίσχυαν όλη την προηγούμενη δεκαετία, καθώς ακόμη και οι προηγούμενες κυβερνήσεις της ΝΔ δεν τόλμησαν να τις πειράξουν, έρχεται αντιμέτωπη με ένα πολύ σκληρό ενδεχόμενο σε περίπτωση που δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις τραπεζικές απαιτήσεις.
Ποιο είναι αυτό; Να χάσει το σπίτι της και να της δοθεί η δυνατότητα να μείνει στο ίδιο ως ενοικιάστρια.
Έστω, λοιπόν, ότι στην οικογένεια αυτή το ένα ή και τα δύο ενήλικα μέλη της, εργάζονται άμεσα ή έμμεσα, στον τομέα της ενέργειας. Είναι απολύτως βάσιμη η υπόθεση ότι το επόμενο διάστημα, θα μείνουν χωρίς δουλειά ελέω της βίαιης απολιγνιτοποίησης που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση. Εξάλλου, το πολυδιαφημισμένο master plan προβλέπει στην καλύτερη των περιπτώσεων 11.000 θέσεις εργασίας στην περιοχή, τη στιγμή που τα επιμελητήρια έχουν τεκμηριώσει ότι, άμεσα ή έμμεσα, απασχολούνται στον συγκεκριμένο τομέα πάνω από 24.000 άνθρωποι.
Τότε, αφού δεν θα υπάρχουν πια εισοδήματα, με την καθυστέρηση απλώς 3 μισθωμάτων, θα επέρχεται έξωση από το σπίτι –που πλέον δεν θα τους ανήκει- ενώ για να το επαναγοράσει, θα πρέπει να καταβάλλει: α. τις μηνιαίες δόσεις που πλήρωνε μέχρι να «κοκκινίσει» το δάνειο, β. τα μισθώματα 12 ετών και γ. την εμπορική αξία του ακινήτου στο τέλος της δωδεκαετίας.
Πως θα τα καταφέρει όλα αυτά; Όπως εκτιμά η κυβέρνηση, με την αποταμίευση που θα μένει από τα 611 ευρώ ανά άτομο, γιατί τα επιπλέον θα πηγαίνουν στην ικανοποίηση των πιστωτών του για άλλα συσσωρευμένα χρέη.
Αυτή είναι μια δυστοπική σκηνή από το μέλλον, μια σκηνή που αφορά τους πολίτες όλης της χώρας που βλέπουν την πανδημία να επελαύνει, την οικονομική κρίση να γιγαντώνεται και την κυβέρνηση να μένει άπραγη και να στοχοποιεί κοινωνικές ομάδες ενώ με το σημερινό εφιαλτικό της νομοθέτημα το οποίο ήρθε, σχεδόν εν κρυπτώ, εν μέσω πανδημίας, αλλάζει το καθεστώς προστασίας της πρώτης κατοικίας.
Μια κυβέρνηση, η οποία δεν έχει καμία μέριμνα για την προστασία της πρώτης κατοικίας, όπως επίσης για την ουσιαστική θωράκιση των σχολειών, του ΕΣΥ, την αύξηση των δρομολογίων των ΜΜΜ, την στήριξη των επιχειρήσεων που έχουν πληγεί από την καραντίνα.
Αυτή είναι η πραγματικότητα και δεν μπορεί να την αλλοιώσει κανείς. Το ένα σχέδιο, του ΣΥΡΙΖΑ, προστάτευε το δικαίωμα στην ιδιοκτησία και το άλλο το καθιστά αιρέσιμο και αμφίβολο. Οι πολίτες μπορούν να συγκρίνουν και να κρίνουν.
Η κυβέρνηση θα έπρεπε να είχε την ευαισθησία, το πολιτικό σθένος και την οξυδέρκεια να αποσύρει το νομοσχέδιο το οποίο αλλάζει άρδην το καθεστώς προστασίας της πρώτης κατοικίας στην χώρα μας όπως εξάλλου είχαν επισημάνει μια σειρά από φορείς που κλήθηκαν κατά την επεξεργασία στις Επιτροπές, όπως η Ολομέλεια Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας, η ΓΣΕΒΕΕ, η ΕΚΠΟΙΖΩ, το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών, η Ένωση Προστασίας Δανειοληπτών.
Ωστόσο, δεν το έκανε. Για αυτήν η προστασία της πρώτης κατοικίας είναι ένας αναχρονισμός, όπως αναχρονισμός είναι τα εργασιακά δικαιώματα, η στήριξη της Δημόσιας Παιδείας και Υγείας, η προστασία αγαθών όπως το νερό και η ενέργεια, το οχτάωρο, το δικαίωμα στη μόρφωση, την σταθερή εργασία και την σύνταξη.
Η ιστορία έχει αποδείξει ότι αυτή η νεοφιλελεύθερη προσέγγιση αποτυγχάνει, ιδιαίτερα σε καιρούς κρίσης, όπου η ανάγκη της παρέμβασης του κράτους είναι μεγαλύτερη από ποτέ.
Σύντομα, θα το αποδείξει για μια ακόμη φορά.
Καλλιόπη Βέττα,
Βουλευτής ΠΕ Κοζάνης