Μια ημέρα με τον ΥΠΟ στη Σιάτιστα Κοζάνης

23 Ιουνίου 2021
11:57

 

Ο Υποχθόνιος, ο «μπαμπάς της τραπ» στην Ελλάδα, μάς ξενάγησε στην ιδιαίτερη πατρίδα του και μας μίλησε για τη μουσική του, τις νέες επιχειρήσεις που στήνει, την πολιτική, αλλά και τη ζωή του μακριά από την Αθήνα.

Το μεγαλύτερο κομμάτι της διαδρομής από την Αθήνα προς τη Σιάτιστα είναι γεμάτο ευθείες. Για κάποιο ανεξήγητο λόγο, όμως, το GPS μάς αναγκάζει διανύσουμε τα τελευταία περίπου 70 χιλιόμετρα μέσα από επαρχιακούς δρόμους ανάμεσα σε στροφές, αλλά και πυκνή βλάστηση, αριστερά και δεξιά μας. Για καλή μας τύχη, ο δρόμος είναι σχεδόν άδειος. Έξι ώρες οδήγησης, περίπου, μετά είμαστε στη Σιάτιστα, στο βασίλειο του Υποχθόνιου.

Δεν είχα ξαναβρεθεί σε αυτό το γραφικό χωριό λίγο έξω από την Κοζάνη, ο Υποχθόνιος, όμως, με είχε προετοιμάσει στα μηνύματα, που είχαμε ανταλλάξει τις προηγούμενες ημέρες, ότι αυτό το μέρος είναι διαφορετικό. «Θα έρθεις στο Τορόντο και θα καταλάβεις, bro», έγραφε το τελευταίο του sms, λίγο πριν ξεκινήσουμε από την Αθήνα.

Ο Υποχθόνιος έχει καταφέρει να συνδέσει το όνομά του, με το μέρος που μεγάλωσε. Η Σιάτιστα γι’ αυτόν είναι σταθμός και δε μπορεί να ζήσει εύκολα μακριά της. Κάθε φορά που την αποχωριζόταν, ονειρευόταν τη στιγμή της επιστροφής. «Είναι το ησυχαστήριο μου», λέει χαρακτηριστικά. Το μέρος που τον γεμίζει, που του δίνει κίνητρο και έμπνευση να συνεχίσει ό,τι κάνει. Γι’ αυτό και όταν έπεσε στο τραπέζι η ιδέα να κάνουμε μία συνέντευξη για το OneMan με τον ΥΠΟ, στο μυαλό μου υπήρχε μόνο μία επιλογή: Η κουβέντα να γίνει στη Σιάτιστα.

Έχω την εντύπωση ότι ενθουσιάστηκε, που ξεκινήσαμε από την Αθήνα και φτάσαμε σχεδόν στην άλλη άκρη της Ελλάδας για να τον συναντήσουμε. Μάς περίμενε με ανυπομονησία και μάς ξενάγησε στα μέρη που μεγάλωσε, σε αυτά που έγραψε στίχους, αλλά και σε αυτά που προτιμά να πηγαίνει ακόμα σήμερα. Από τα πλακόστρωτα παραδοσιακά στενάκια, μέχρι τα νέα μαγαζιά στο κέντρο της Σιάτιστας. Το τρελό με αυτό το χωριό είναι ότι μικροί, μεγάλοι, όλοι ακούνε ραπ. Μια κάπως φανερή επιρροή από τον ΥΠΟ.

Αυτό που παρατήρησα στις περίπου πέντε ώρες που περάσαμε μαζί, είναι πως ο Τάσος Καρακώστας (όπως είναι το πραγματικό του όνομα) είναι ένας εξαιρετικά κουλ τύπος, με τον οποίο μπορείς να συζητήσεις τα πάντα. Από ελληνικό κινηματογράφο και μουσική, μέχρι πολιτική και την underground Αθήνα των 90s. Αν και βρίσκεται εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από την πρωτεύουσα έχει πλήρη επίγνωση του τι γίνεται στην πόλη και όχι μόνο. Μιλήσαμε για τα πρώτα του χρόνια, τους Ζωντανούς Νεκρούς, τη ραπ, την τραπ, αλλά και τις νέες επιχειρήσεις που στήνει σήμερα, οι οποίες δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με τη μουσική. Όμως, πρώτα απ’ όλα, ήθελα να μάθω από πού κι ως πού η Σιάτιστα έγινε το δικό του Τορόντο.

Αλήθεια, γιατί η Σιάτιστα είναι το «Τορόντο»;

Πολλοί μου έλεγαν ότι μοιάζω με τον Drake. Όπως κι αυτός, λοιπόν, άφησε τη Νέα Υόρκη για να ζήσει στο Τορόντο, την πόλη του, έτσι κι εγώ άφησα την Αθήνα για να μείνω μόνιμα στη Σιάτιστα. Είμαστε και στον Βορρά, ε, δεν θέλει και πολύ. Την έβγαλα «Τορόντο» και πλέον αρέσει μέχρι και στον Δήμαρχο. Για να μην μοιάζω με τον Drake, όμως, έβαψα το μαλλί ξανθό τώρα.

«Οι συμμαθητές μου άκουγαν Ξύλινα Σπαθιά, Μωρά στη Φωτιά και τέτοια. Εγώ ήθελα κάτι διαφορετικό τότε. Τώρα τρελαίνομαι για Τρύπες και Αγγελάκα».

Έχουμε να κάνουμε, λοιπόν, με ένα νέο κεφάλαιο στη ζωή του Υποχθόνιου. Τι ακριβώς κάνεις τώρα εδώ;

Ασχολούμαι με τον πρωτογενή τομέα. Ήταν ένα όνειρο, που είχα από παιδάκι. Ήρθε η ώρα, μετά από έναν κύκλο που έκανα στη μουσική και στο ραπ, να ασχοληθώ και με άλλες επιχειρήσεις. Φυσικά, δεν μπορώ να σταματήσω το ραπ. Δεν μπορεί να γίνει αυτό. Απλά πλέον θα γράφω ό,τι θέλω, γιατί το βασικό μου έσοδο, δεν θα προέρχεται από τη μουσική. Τώρα ετοιμάζω ένα κρασί, το οποίο το ονόμασα Hemnus. Ύμνος στην ουσία. Ένα κρασί, που βγήκε έτσι ακριβώς όπως το ήθελα και αν το δοκιμάσεις, θα καταλάβεις ότι μιλάμε για άλλο επίπεδο. Έχω επίσης μια συνεργασία με τη NAK και ετοιμάζω τα δικά μου παπούτσια, τα οποία θα είναι τα Y NAΚ. Θα έχω μια σειρά από τρεις ανδρικούς κωδικούς, αλλά και ένα γυναικείο high heel.

Πώς ήταν τα πρώτα χρόνια στη Σιάτιστα; Τι αναμνήσεις έχεις από πιτσιρικάς;

Περάσαμε καταπληκτικά. Όλοι είχαν δουλειές και χρήματα εδώ. Ο πατέρας μου ασχολούταν από τότε με το εμπόριο γούνας και θυμάμαι γύριζε σπίτι, άδειαζε ένα τσουβάλι με λεφτά στην μπανιέρα και έμπαινα μέσα μαζί με τον αδερφό μου, τον Κάτα. Αν δεν είχα ασχοληθεί με τη μουσική, θα έκανα κι εγώ αυτό το επάγγελμα. Σκέψου, με το που τελείωνε ένα παιδί το γυμνάσιο, οι γονείς του τού έλεγαν να σταματήσει το σχολείο, προκειμένου να εργαστεί στην οικογενειακή επιχείρηση. Όμως, όταν η γούνα έπεσε, άλλαξαν πολλά.

Εγώ είδα πως η μουσική μπορούσε να μου δώσει πιο πολλά εκείνη την εποχή. Ήθελα να εκφραστώ μέσα από αυτή. Δεν ήθελα, όμως, να είμαι ίδιος με όλους. Οι συμμαθητές μου άκουγαν Τρύπες, Ξύλινα Σπαθιά, Μωρά στη Φωτιά, Nirvana, Metallica και τέτοια. Εμένα δεν μου άρεσε αυτό το πράγμα. Άλλο που τώρα μου αρέσει, βέβαια. Τώρα τρελαίνομαι για Τρύπες και Αγγελάκα.

Τότε δεν είχαμε ίντερνετ, δεν μπορούσαμε να ψαχτούμε. Μια μέρα, λοιπόν, πετυχαίνω στην ΕΡΤ 3 μια εκπομπή του Στάθη Παναγιωτόπουλου και παρουσιάζει ένα video clip των N.W.A. Πρώτη φορά είδα μαύρους, με φουλάρια στα μούτρα και πιστόλια, να λένε Fuck The Police. Θυμάμαι είπα αμέσως «αυτό είμαι εγώ». Αυτός ο ήχος μου άρεσε. Μετά άκουγα Public Enemy και κόλλησα. Δεν μπορούσα να ακούσω τίποτε άλλο.

«Ασχολούμαι με τον πρωτογενή τομέα. Ήταν ένα όνειρο, που είχα από παιδάκι».

Θυμάσαι το πρώτο τραγούδι που έγραψες τότε;

Πρέπει να ήταν ένα που έβριζα τον καθηγητή μου. Είχα κλέψει ένα μικρόφωνο, που είχαμε στις σχολικές εκδηλώσεις, το πήγα σπίτι, το συνέδεσα σε ένα recorder που είχαμε και άρχισα να ραπάρω. Κάναμε και πολύ γκραφίτι τότε με τον αδερφό μου και μετά τον έβαλα και αυτόν στο τριπάκι της ραπ μουσικής. Έχουμε και πολλές κασέτες από εκείνη την εποχή. Κάποια μέρα θα βγουν κι αυτά.

Το πρώτο συγκρότημα που έφτιαξα ως πιτσιρικάς ήταν οι Wiggas, δηλαδή οι White Niggas. Είχαμε βγάλει και κάτι κασέτες τότε και τις πουλούσαμε για 1000 δραχμές τη μία, σα να λέμε περίπου 20 ευρώ σημερινά. Πουλήσαμε καμιά 400αριά αντίτυπα τότε και βγάλαμε 400.000 δραχμές. Μιλάμε για γερή μπίζνα.

Και η πρώτη ουσιαστική επαφή με το ραπ πότε έγινε;

Ο Ευθύμης από τους Terror X Crew σπούδαζε στα Τ.Ε.Ι. της Κοζάνης. Μια μέρα, λοιπόν, μου το λέει κάποιος και τρέχω να τον βρω. Πήγα, τον συνάντησα, του άφησα μια κασέτα μου και το τηλέφωνό μου, αλλά αυτός με κοιτούσε λίγο περίεργα. Σαν να έλεγε από μέσα του «τι θέλει τώρα ο βλάχος;». Τέλος πάντων, εγώ τότε ήμουν 18, οπότε είχε έρθει και το χαρτί από τον στρατό, για να παρουσιαστώ στο Χαϊδάρι. Έρχομαι Αθήνα, παρουσιάζομαι κανονικά και κάποια στιγμή που μίλαγα με τη μάνα μου στο καρτοτηλέφωνο, μού λέει πως με έψαχνε ένας ράπερ. «Ποιος;» της λέω. «Ένας Ευθύμης», μου απαντάει. Τρελαίνομαι εγώ. Μου δίνει το τηλέφωνό του, τον παίρνω αμέσως και μου λέει «έλα στην πρώτη σου έξοδο στο τάδε στούντιο στη Νέα Ιωνία». Πάω που λες εκεί και πετυχαίνω τον DJ ALX, τον Αρτέμη, τον Ευθύμη και τον Τάκι Τσαν.

Διαβάστε τη συνέχεια εδώ… – https://www.oneman.gr/

3 σχόλια

Αφήστε μία απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

*

Προσοχή!!! Για να δημοσιεύονται, από 'δω και στο εξής, τα σχόλιά σας, θα πρέπει να επιλέγετε, την παρακάτω επιλογή  "Διάβασα και αποδέχομαι τους Πολιτική απορρήτου  " που σημαίνει ότι διαβάσατε κι αποδέχεστε την πολιτική απορρήτου του kozan.gr. Αν, κάποια φορά, ξεχάσετε να το κάνετε θα λάβετε μια ειδοποίηση ότι δεν το πατήσατε (αρα δεν αποδεχτήκατε την πολιτική απορρήτου). Σε αυτή την περίπτωση, για να μη χαθεί το σχόλιο σας, πατήστε να γυρίσετε πίσω  και ξαναπατήστε "δημοσίευση", τσεκάροντας, προηγουμένως, την προαναφερόμενη επιλογή. Η συμπλήρωση των πεδίων όνομα, Ηλ. διεύθυνση και ιστότοπος, της παραπάνω φόρμας, δεν είναι υποχρεωτική.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

Μείνετε συντονισμένοι