Μαθήματα οικολογίας, ανθρωπιάς και αισθητικής από τον φακό της διεθνώς βραβευμένης φωτογράφου Αννας Παντελιά που κατέγραψε το μετα-αποκαλυπτικό σκηνικό και τις βιβλικές μορφές της Πτολεμαΐδας και της Κοζάνης
Ανθρακες ο θησαυρός; Κάθε άλλο. Η εντυπωσιακή, αλλά και βαθιά ανθρώπινη δουλειά της Αννας Παντελιά που φώτισε με τον φακό της το σκοτεινό μυστικό της Πτολεμαΐδας έχει κάνει παγκόσμια αίσθηση. Η βρετανική εφημερίδα Guardian φιλοξένησε πρόσφατα τις εικόνες και τις σκέψεις της βραβευμένης 26χρονης φωτογράφου που προέκυψαν από την επίσκεψή της στα λιγνιτωρυχεία της Πτολεμαΐδας και της Κοζάνης.
Τοπία μετα-αποκαλυπτικής αύρας, απόκοσμα, αν και βασίζονται σε τόσο κόσμο που δουλεύει εκεί, και αυτός ακριβώς ο κόσμος, με πρόσωπα που παραπέμπουν συχνά σε βιβλικές μορφές, έτσι σκιασμένα και μουντζουρωμένα που βγαίνουν από την καθημερινή τους επαφή με τον λιγνίτη.
Με ζωή και δράση μοιρασμένη σήμερα ανάμεσα σε Αθήνα και Λονδίνο, η Αννα Παντελιά είναι απόφοιτη του Τμήματος Φωτογραφίας και Οπτικοακουστικών Τεχνών του ΤΕΙ Αθήνας. Εκανε το master της στη Διεθνή Επικοινωνία και Ανάπτυξη στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Προτού ακόμα τελειώσει το σχολείο είχε αποφασίσει ότι θα ασχοληθεί με τη φωτογραφία. «Ηξερα ότι η φωτογραφία ήταν αυτό που ήθελα να κάνω στη ζωή μου και αυτό που θα με έκανε πραγματικά χαρούμενη».
Το αποτέλεσμα τη δικαίωσε και συνεχίζει να τη δικαιώνει. Μεταξύ άλλων, έχει κερδίσει τα εξής βραβεία: 30 under 30-documentary photographers του πρακτορείου Magnum (2015), 30 under 30-Women Photographers από το Photo Boite (2016), τρίτη θέση στην κατηγορία Top News στον διεθνή διαγωνισμό Andrei Stenin (2017) και την ίδια χρονιά, από τον ίδιο φορέα, απέσπασε και το ειδικό βραβείο για «Ανθρωπιστική Φωτογραφία» από τη Διεθνή Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού. Η ταλαντούχα φωτορεπόρτερ μάς μίλησε για το οδοιπορικό της στο «βρώμικο μυστικό» της Ελλάδας», όπως η ίδια τόσο εύστοχα χαρακτήρισε τη βιομηχανία του λιγνίτη.
«Ηταν ένα θέμα που ήθελα να κάνω εδώ και χρόνια, αλλά είτε ήμουν στο εξωτερικό είτε δεν είχα χρόνο για να κάνω αυτό το ταξίδι. Θεωρώ ότι είναι πολύ σημαντικό και δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, αλλά όλο τον κόσμο. Πολλές πόλεις και χωριά παγκοσμίως πλήττονται από τις συνέπειες της εξόρυξης λιγνίτη και γενικότερα κάρβουνου, προκειμένου να έχουμε όλοι εμείς ρεύμα. Το ίδιο συμβαίνει στην Πτολεμαΐδα και στην Κοζάνη. Τα προηγούμενα χρόνια η εξόρυξη λιγνίτη ήταν ένα αναγκαίο κακό, αλλά πλέον με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) φαίνεται ότι μπορούμε να αρχίσουμε να απαλλασσόμαστε από τις βλαβερές συνέπειες της εξόρυξης λιγνίτη. Απ’ όσο γνωρίζω, το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την επίτευξη της συμβολής των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στην τελική κατανάλωση ενέργειας σε ποσοστό 20% έως το 2020, φαίνεται να πηγαίνει καλά, παρ’ όλ’ αυτα οι κάτοικοι της Δυτικής Μακεδονίας ακόμα υποφέρουν από σοβαρότατα προβλήματα υγείας» μας εξηγεί.
Οι εικόνες της είναι καθηλωτικές. Ποια ήταν όμως η εικόνα που καθήλωσε την ίδια με το που την αντίκρισε, προτού ακόμα προλάβει να σηκώσει τον φακό της; «Η εγκαταλειμμένη εκκλησία της Χαραυγής, η οποία σαν χωριό δεν υπάρχει πλέον, ήταν πολύ δυνατή εικόνα. Μου έδειξε τον ρόλο της πίστης στον Θεό που έχουν όσοι δουλεύουν εκεί. Παρά το γεγονός ότι όλο το χωριό έπρεπε να “σηκωθεί” (όπως λένε οι ντόπιοι) για να γίνει η εξόρυξη λιγνίτη, η εκκλησία έμεινε ανέγγιχτη. Αν και δεν έχω ιδιαίτερα στενές σχέσεις με την Εκκλησία, μπαίνοντας μέσα στην εγκαταλελειμμένη εκκλησία της Χαραυγής ένιωσα δέος».
Το ζήτημα της μόλυνσης του περιβάλλοντος και η επιβάρυνση της υγείας των εργαζομένων εκεί «αποτελεί κοινό μυστικό. Οι περισσότεροι εργαζόμενοι της ΔΕΗ δεν το αναφέρουν καν αν δεν τους ρωτήσεις, αλλά πάνω στην κουβέντα βγαίνει. Εχουν χάσει αρκετοί τη ζωή τους από καρκίνο και άλλες ασθένειες, όπως ο πατέρας του Κώστα που αναφέρω στο άρθρο μου στον Guardian, που πέθανε από καρκίνο όταν εκείνος ήταν 12 ετών. Παρ’ όλ’ αυτά και ο Κώστας δουλεύει στη ΔΕΗ. Καλώς ή κακώς αυτή είναι σχεδόν η μόνη επιλογή που έχουν οι κάτοικοι της Πτολεμαΐδας και της Κοζάνης για επαγγελματική αποκατάσταση».
Και συνεχίζει: «Οι περισσότεροι άλλοι κλάδοι εργασίας στην περιοχή έχουν παραγκωνιστεί εδώ και πολλά χρόνια, μια και η ΔΕΗ είναι εκείνη που άνοιξε χιλιάδες θέσεις εργασίας και μάλιστα στο παρελθόν πολύ καλοπληρωμένες. Βέβαια αυτές οι εποχές έχουν περάσει, αυτή τη στιγμή υπάρχουν πολλά νέα παιδιά που δουλεύουν με 8μηνες συμβάσεις με τον κατώτατο μισθό. Κατά τη γνώμη μου πάντως, η υγεία δεν εξαγοράζεται με τίποτα».
Οσο για την καθημερινότητα αυτών των ανθρώπων: «Θεωρώ εξαιρετικά δύσκολη τη δουλειά εκείνων που είναι όλη μέρα στα ορυχεία. Είδα ανθρώπους να καθαρίζουν τις ταινίες που μεταφέρουν τον λιγνίτη, και τα μάτια τους μετά να είναι δακρυσμένα και κατακόκκινα από τη σκόνη, και άλλους να χώνονται κάτω από τις ταινίες και να βγαίνουν μαύροι μετά το τέλος της εργασίας τους».
Πρόκειται λοιπόν για μια τεράστια βιομηχανία. Η Ελλάδα, μαζί με τη Γερμανία και την Πολωνία, παράγει το ένα τρίτο του παγκόσμιου όγκου σε λιγνίτη. Οι θέσεις εργασίας είναι πολλές και αναγκαίες, οι κάτοικοι όμως «φυσικά και ζουν σε ένα πολύ ανθυγιεινό περιβάλλον. Πολλοί ντόπιοι, και ιδιαίτερα οι νέες γενιές, έχουν φύγει από την περιοχή γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο».
Η σύνδεση και το δέσιμο με τα ανεπιτήδευτα μοντέλα της, ήταν αναπόφευκτη: «αυτό που έχω κρατήσει από την παραμονή μου στην Πτολεμαΐδα και την Κοζάνη ήταν το πόσο φιλόξενοι ήταν οι κάτοικοι εκεί, πόσο διαθέσιμοι να με βοηθήσουν, παρά το γεγονός ότι δεν με ήξεραν. Εχω κρατήσει επαφές με αρκετούς από εκεί».
Επιστρέφοντας σε πιο κανονικούς ρυθμούς, πώς βλέπει η ίδια όλη αυτή τη φρενίτιδα με τη φωτογράφιση και αυτοφωτογράφιση που επικρατεί αυτή τη στιγμή στα social media; «Νομίζω ότι από τη μια μεριά είναι ωραίο που λόγω των smartphones πολλοί έχουν εξοικειωθεί με τη φωτογραφία και έχουν αρχίσει να καταγράφουν την καθημερινότητά τους περισσότερο από ποτέ, όμως αυτό το γεγονός σε συνδυασμό με τα social media έχει αρχίσει να γίνεται λίγο κουραστικό. Δυστυχώς, πολλοί προσπαθούν να δώσουν μια διαστρεβλωμένη εικόνα της ζωής τους, που μάλλον είναι η ζωή που θα ήθελαν να έχουν. Αλλά αντί να κάνουν κάτι για να αλλάξουν τη ζωή τους, μένουν στις φωτογραφίες».
Η δική της σχέση με τη φωτογραφία όταν είναι εκτός καθήκοντος; «Εγώ γενικά στις διακοπές μου δεν κουβαλάω καν φωτογραφική μηχανή, προσπαθώ να ζω τη στιγμή όσο περισσότερο μπορώ και βγάζω απλώς μερικές αναμνηστικές φωτογραφίες με το κινητό μου».
Η φωτογραφία θεωρείται η πιο δημοκρατική τέχνη, καθώς όλοι όσοι έχουν μια φωτογραφική μηχανή, ή πλέον ένα smart-phone, είναι εν δυνάμει φωτογράφοι. Η Αννα Παντελιά σχολιάζει: «Με το ίδιο σκεπτικό, βέβαια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι και η ποίηση ή η λογοτεχνία είναι δημοκρατική τέχνη, μια και ο καθένας έχει ένα μολύβι και λίγο χαρτί, ή πλέον ένα laptop, τι σημαίνει όμως αυτό; Οτι ο καθένας μπορεί να είναι ποιητής; Δεν πιστεύω ότι το μέσο κάνει τον καλλιτέχνη, αλλά αυτό που πηγάζει από μέσα του».
Πώς χαρακτηρίζει η ίδια τη δουλειά της; «Δεν θεωρώ καν τον εαυτό μου καλλιτέχνη, γιατί η δουλειά μου δεν είναι καλλιτεχνικής φύσεως. Ο στόχος μου είναι μέσα από τη ματιά μου να μοιραστώ θέματα που θεωρώ σημαντικά με το ευρύ κοινό, που ίσως να μην έχει πρόσβαση σε αυτά. Τόσο απλά».
Είναι πλέον σίγουρη ότι κάθε άνθρωπος έχει μια ξεχωριστή ιστορία να αφηγηθεί, φτάνει να τον πλησιάσεις σε απόσταση αναπνοής ή, έστω, φωτογράφισης: «Δεν ήταν μια συγκεκριμένη φωτογραφία που τράβηξα και είπα ότι αυτό θέλω να κάνω στη ζωή μου. Αλλά το γεγονός ότι μέσα από τη φωτογραφία γνώριζα ξεχωριστούς ανθρώπους με ξεχωριστές ιστορίες, ήταν αυτό που με έκανε να ασχοληθώ μαζί της. Στην αρχή θεωρούσα τον εαυτό μου τυχερό που γνώριζε ενδιαφέροντες ανθρώπους και μάθαινε ενδιαφέρουσες ιστορίες, μετά κατάλαβα ότι όλοι έχουμε ενδιαφέρουσες ιστορίες. Αυτό με κρατάει μέχρι σήμερα και μέχρι σήμερα εκπλήσσομαι από τους ανθρώπους και από το τι έχουν να σου πουν».
Πηγή http://www.protagon.gr/ – Αστερόπη Λαζαρίδου