Οι Τούρκοι δεν παραχωρούσαν δελτία ταυτοτήτων στους υπηκόους τους, δεν χρειάζονταν. Οι σημαίνοντες ληστές της εποχής δεν φορούσαν μάσκες, είχαν τα πρόσωπα όπως και τα σπαθιά ακάλυπτα, η πιστοποίηση της ύπαρξής τους ήταν φανερή. Για τον κάθε ραγιά εγγυούνταν οι αζάδες, οι δημογέροντες, οι ιερείς και οι αρματολοί.
Στη Δύση τις ταυτότητες τις εφηύραν πειραματικά πρώτοι οι Γάλλοι τον 19ο αιώνα. Τους ακολούθησαν πιο οργανωμένα εκατό χρόνια αργότερα οι Γερμανοί.[1] Όχι με μεγάλη επιτυχία, ειδικά στην Ελλάδα όπου ο αγροτικός κόσμος ήταν κατακερματισμένος και οι άνθρωποι γεννιούνταν και πέθαιναν χωρίς να καταγραφούν. Για λόγους ελέγχου του πληθυσμού όπως ευαγγελίζεται κάθε κατακτητής. Ή εκάστη μετέπειτα αστική ή επαναστατική εξουσία.
LAISSER-PASSER
Με την απελευθέρωση είναι λογικό να υποθέσουμε ότι στις πόλεις υπήρχαν έγγραφα κινήσεων, μέσω των οποίων οι πολίτες επικοινωνούσαν με την κρατική διοίκηση. Είναι άγνωστο αν κατά τον Εθνικό Διχασμό 1914-17, περίοδος που το οροπέδιο της Ελίμειας, μετέπειτα επαρχία Κοζάνης, κόπηκε στη μέση σε δύο κράτη, στο «Κωνσταντινικό» και το «Βενιζελικό», τυπώνονταν παρόμοια από το πρώτο κράτος. Δηλαδή δεν υπάρχουν διαθέσιμες αναφορές, αν για να έρθει κάποιος στην πόλη της Κοζάνης από τις όχθες του ποταμού Αλιάκμονα ή από τη Θεσσαλία χρειαζόταν ταυτότητα ή διαβατήριο.
Οι Γάλλοι όμως στο «Βενιζελικό» κράτος τύπωναν τα περίφημα «παπί» όπως μας παραδίδεται από ηλικιωμένους πληροφορητές,[2] επισήμως Laisser-Passer.[3] Έπαιζαν τον ρόλο διαβατηρίων από τη μια περιοχή στην άλλη ή αδειών κίνησης εμπορευμάτων εντός της ιδίας.[4] Δεν ήταν δελτία ταυτότητας όπως τα σημερινά, δεν έφεραν φωτογραφία του κατόχου. Η ταυτόχρονη ύπαρξη έγγραφης γαλλικής αδείας, απαραίτητης για κίνηση άνω των 10 χιλιομέτρων,[5] δεν λογίζεται ως μόνιμη ταυτότητα, αλλά ως απαραίτητο στοιχείο για εμπόρια μίας και μόνον ημέρας.
Άδεια μετακίνησης, γαλλιστί, Laisser Passer, του 24χρονου Κοζανίτη εμπόρου Κωνσταντίνου Τσιώρα ισχύος 4 ημερών. Χορηγήθηκε στη Λάρισα το καλοκαίρι του 1917 από την ευρισκόμενη εκεί Υπηρεσία Ασφαλείας του Στρατού της Ανατολής. Ιδιωτική Συλλογή (και μετάφραση) του ομώνυμου εγγονού του Κωνσταντίνου Τσιώρα
Σε περίπτωση που εμπιστευτούμε προφορικές πληροφορίες, διότι οι γραπτές είναι δυσεύρετες, στα χωριά κανείς δεν είχε δελτίο ταυτότητας μέχρι την αρχή της γερμανικής Κατοχής. Αλλά ούτε και μετά, αφού οι αγρότες και οι ποιμένες, με την εξαίρεση των Βλάχων που πήγαιναν το καλοκαίρι στη Σαμαρίνα ή των ντόπιων αιπόλων που κατέφευγαν το χειμώνα στα πεδινά της Χαλκιδικής, σπάνια έβγαιναν έξω από την περιφέρεια του χωριού. Κι αν το έπρατταν, σχεδόν ποτέ δεν τους ήλεγχε κανείς, Γερμανός ή Έλληνας. Αφού δεν είχαν οι άνδρες ταυτότητες, θα ήταν παράξενο να διέθεταν οι γυναίκες της υπαίθρου. Το 1962 έβγαλαν αυτές ταυτότητες στα χωριά. Στις πόλεις είχαν μάλλον λίγα χρόνια νωρίτερα, αλλά χωρίς φωτογραφία.
Ταυτότητα γυναίκας κατοίκου του Πόρου Βεντζίων με ημερομηνία 26/01/1948 από την Ιδιωτική Συλλογή του Κώστα Χαστά. Καθώς δεν έχει σφραγιστεί, θέτει δύσκολα ερωτήματα στον ερευνητή: έγινε προσπάθεια καταλογογράφησης και των γυναικών της υπαίθρου μεσούντως του Κυρίως Εμφυλίου Πολέμου, κριθείσα μετά ατελέσφορη;
ΚΑΤΟΧΙΚΗ ΠΡΩΤΟΤΥΠΙΑ
Οι Γερμανοί πρωτοτύπησαν τον καλοκαίρι του 1941 ως προς την έκδοση ταυτοτήτων μετά τη μάχη της Κρήτης.[6] Λίγο αργότερα ακολούθησαν συμπλοκές στη Μακεδονία με τους αντάρτες της οργάνωσης Ελευθερία –στην περιοχή μας στα ΒΔ πρανή του όρους Βερμίου. Όλοι οι άρρενες των επαρχιών άνω των 16 χρόνων υποχρεώθηκαν για πρώτη φορά στη ζωή τους να βγάλουν ταυτότητες, πάνω στις οποίες γράφονταν με λατινικά γράμματα προσωπικά τους στοιχεία.[7] Όμως η αντιρρητική συνήθεια των αιώνων, ο απομονωτισμός της υπαίθρου, η διαλυμένη διοίκηση, η αντιστασιακού τύπου νωχέλεια της Χωροφυλακής και η έλλειψη χάρτου εμπόδιζαν την ευρεία διάδοσή τους.
Τα δελτία αυτά ίσχυσαν ως το Ιανουάριο του 1943, διότι μετά χρειάστηκε έκδοση νέων, για να διαπιστωθεί ποιοι είχαν καταφύγει στα βουνά ως αντάρτες και ποιοι στο εξωτερικό, πάλι ως αντίπαλοί τους. Η έκδοση αυτών έγινε για να αποφευχθούν οι πλαστογραφίες, καθώς ήταν εύκολη η αποτύπωση γαλάζιων σφραγίδων. Οι νέες θα διέθεταν έκτυπες σφραγίδες,[8] άρα δυσκολότερες στην παρατυπία. Στην ουσία το εγχείρημα δεν τελεσφόρησε όπως αποδεικνύουν οι σωζόμενες ταυτότητες, οι οποίες έχουν κανονικές γαλάζιες σφραγίδες, τόσο ελληνικές όσο και γερμανικές. Όπως δηλαδή και πρώτα.
Στις 15 Ιανουαρίου 1943 εμφανίστηκε στο οροπέδιο αντάρτικη ομάδα του Ολύμπου κι «όργωσε» την περιοχή ως το χωριό Βαθύλακκος.[9] Οι Γερμανοί ανησύχησαν και το φρουραρχείο τους της Φλώρινας 3 μέρες μετά διέταξε την απόσυρση των παλιών και την έκδοση νέων ταυτοτήτων.[10] Προφανώς για να σημειωθεί, όπως ήδη ειπώθηκε, άμεσα ποιοι και πόσοι νέοι ακολούθησαν τους «Βanditen» στο βουνό. Από την Αιανή τέσσερις άνδρες δεν παρέλαβαν τις νέες ταυτότητες, είχαν ήδη φύγει στον ΕΛΑΣ. Ήταν τα εξαδέλφια Λάζος και Κώστας Τσιτούρας, ο Θύμιος Αναστασιάδης ή Αναστασόπουλος και ο Δημήτριος (Μπίντιας) Τσίρος.
Τον Ιούλη του 1943 οι Γερμανοί, προβληματισμένοι από το βαρύτατο κτύπημα των ανταρτών στη δίοδο του Σαρανταπόρου, όπου αιχμαλωτίστηκαν κι εκτελέστηκαν λίγο μακρύτερα δεκάδες στρατιώτες τους, ξανάβγαλαν πάλι νέες ταυτότητες για τους κατακτημένους[11] από 14 ετών κι άνω. Τις έπαιρναν οι πολίτες πηγαίνοντας αυτοπροσώπως στο γερμανικό Φρουραρχείο της Κοζάνης, έδρα του το ξενοδοχείο Ερμιόνιο. Την ίδια περίοδο υποχρέωσαν τις γυναίκες των πόλεων να τοποθετήσουν και φωτογραφία πάνω στις ελληνικές τους ταυτότητες. Στα γαλάζιου χρώματος δελτία τα στοιχεία αναγράφονταν ελληνικά και γερμανικά και θεωρούνταν από το ελληνικό Τμήμα Ασφαλείας και το τοπικό Γερμανικό Φρουραρχείο της πόλης, το Ortskommandantur I/742.[12] Καθώς όμως σε άλλες περιοχές υπάρχουν ταυτότητες αποτυπωμένες σε κιτρινωπό ή πορτοκαλί χαρτί, γαλάζιο χρώμα είχαν πιθανότατα μόνον οι της Δυτικής και Κεντρικής Μακεδονίας [12α].
Η κατοχική ταυτότητα του Κοζανίτη Νικολάου Δελιαλή, εξέχοντος βιβλιοθηκάριου της Δημοτικής Βιβλιοθήκης και συγγραφέα. Χορηγήθηκε τον Μάρτιο του 1944 εις αντικατάστασιν προηγούμενης απωλεσθείσης. Την υπογράφει ο διοικητής Ασφαλείας Κοζάνης αντί του προέδρου της κοινότητος όπως προόριζε το έντυπο. Εκ μέρους δε των Γερμανών ο λοχαγός Bunzel του τοπικού Φρουραρχείου. Ο Έλληνας διερμηνέας όμως δεν συμπλήρωσε στα γερμανικά την οδό Ε΄ Μεραρχίας όπου έμενε ο κάτοχος, προφανώς διότι παρέπεμπε στην απαγορευμένη λέξη «απελευθέρωση», συγκεκριμένα την απελευθέρωση από τους Τούρκους το 1912 από την 5η μεραρχία του Ελληνικού Στρατού. Ως προϊόν ανώμαλης περιόδου, έχει γλωσσικά λάθη. Λ.χ. ο μεταφραστής στη θέση του επαγγέλματος αντί για το Stadtbeamter, δηλαδή δημοτικός υπάλληλος, έγραψε Staatsbeamter, που σημαίνει δημόσιος υπάλληλος
Δεν υπάρχουν πληροφορίες, αν οι Έλληνες στα ιταλοκρατούμενα Γρεβενά και Βόιο έβγαλαν ιδιαίτερες ταυτότητες με λατινικά γράμματα. Η Βουλγαρική Λέσχη Θεσσαλονίκης όμως μοίραζε αντίστοιχες «λίτσνες κάρτες» σε όσους Σλαβομακεδόνες της Εορδαίας επιθυμούσαν να δηλωθούν ως Βούλγαροι.[13]Οι κατέχοντες τέτοιες τις χρησιμοποιούσαν κι ως διαβατήριο για τη νότια Σερβία ή τη Βουλγαρία, κάτι που με δυσφορία ανέχονταν η Ελληνική Πολιτεία. Τι συνέβαινε στη βουλγαροκρατούμενη ανατολική Μακεδονία είναι άγνωστο.
Η έλλειψη ταυτοτήτων στοίχιζε μερικές φορές σε όσους λησμονούσαν να τις φέρουν επάνω τους. Ποιμένας από την Βλάστη και δυο κάτοικοι της Πτολεμαΐδας κρεμάστηκαν από τους στρατιώτες του Πούλου στην αγορά της Πτολεμαΐδας το καλοκαίρι του ’43, γιατί δεν είχαν μαζί τους το σωτήριο δελτίο.[14] Σε παρόμοια άτυχη συγκυρία βρέθηκε 25χρονος σιδηρουργός κι οργανοπαίχτης από την Καλλονή Βοΐου. Φονεύθηκε από Γερμανούς τον ίδιο Αύγουστο έξω από το Γυμνάσιο της Σιάτιστας.[15] Κατά μια πηγή πήγαινε να θεωρήσει την ταυτότητά του,[16] αλλά θεωρήθηκε ως κατάσκοπος του ΕΑΜ. Αν ήταν δεν εξακριβώθηκε, πάντως οι Γερμανοί ήταν εξημμένοι από προηγούμενη επίθεση των ανταρτών στον σχετικά γειτονικό οικισμό Καλαμιά.
Η ταυτότητα αποδείχτηκε σημείο αναγνώρισης και νεκρών. Μερικές δεκάδες αντικομουνιστές από τα μέρη νότια της Μακεδονίας, είχαν ακολουθήσει τον Οκτώβριο του 1944 τους οπισθοχωρούντες Γερμανούς ως την Κοζάνη και παρέμειναν εκεί. Μετά από σφοδρές επιθέσεις του ΕΛΑΣ στα προσφυγικά χωριά της περιοχής Κοζάνης, όπου εκτελέστηκαν εκατοντάδες χωρικοί, οπλίτες κι άμαχοι, οι 12 παραδόθηκαν και φυλακίστηκαν στο στρατόπεδο της πόλης.
Φαίνεται όμως πως οι πληροφορίες που έλαβε το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ γι’ αυτούς από τη Θεσσαλία ήταν αρνητικές. Μια τελευταία βραδιά του Νοεμβρίου οι δεσμοφύλακες τούς έβγαλαν έξω από το στρατόπεδο[17] και περπάτησαν 3 χμ ΝΔ προς τα παλιά σκάμματα για τη σιδηροδρομική γραμμή που σταμάτησε να κατασκευάζεται το 1929. Εκεί τους εκτέλεσαν και τους έθαψαν με έτοιμες πέτρες των πρανών σε ομαδικό τάφο. Κανείς τους δεν είπε στον ληξίαρχο να τους καταγράψει. Όταν τελείωσε η Εαμοκρατία, ο ομαδικός τάφος ξεθάφτηκε. Των μισών τα ονόματα, κατάγονταν από τα Τρίκαλα και την Καρδίτσα, μέλη της αντιεαμικής θεσσαλικής οργάνωσης ΕΑΣΑΔ (Εθνικός Αγροτικός Σύνδεσμος Αντικομμουνιστικής Δράσεως), αναγνωρίστηκαν χάρη στις ταυτότητες που είχαν επάνω τους.
Οι ισάριθμοι άλλοι που ήταν στο ίδιο ομαδικό τάφο[18] δεν είχαν ταυτότητες, οπότε παραμένουν άγνωστοι. Όπως επίσης και οι νεκροί ενός άλλου, διπλανού ομαδικού τάφου με 7 νεκρούς, Αθηναίοι κατά μια πληροφορία.[19] Η άποψη πως οι Βρετανοί
αν και λεκτικά καταδίκαζαν τα Τάγματα Ασφαλείας και οποιοδήποτε ένοπλο δωσιλογικό σχηματισμό, δεν δίστασαν, όταν έφτασε η ώρα της απελευθέρωσης, να τα διαφυλάξουν από οποιαδήποτε τιμωρία και να τα χρησιμοποιήσουν στον αγώνα εναντίον του ΕΑΜ[20]
είναι προφανές πως δεν ισχύει ούτε για τους αναφερόμενους 19 ξένους ούτε και για τους εκατοντάδες ντόπιους που έχασαν βίαια τη ζωή τους παρουσία της δύναμης 133 των Βρετανών στην ίδια πόλη.
Δεκέμβρη του 1944 ο ΕΛΑΣ ηττήθηκε από τους Άγγλους στην Αθήνα. Οι δεύτεροι δημιούργησαν μια ζώνη κατοχής, ένα «ιδιαίτερο κράτος» στην πόλη. Όποιος πολίτης ήθελε να ταξιδέψει από την «ελεύθερη» στην «κατεχόμενη» περιοχή, δηλαδή από το βουνό στην πόλη, έπρεπε να έχει μαζί του ταυτότητα με φωτογραφία, θεωρημένη από την Πολιτοφυλακή (αστυνομία του ΕΑΜ). Η Πολιτοφυλακή ήλεγχε κι όσους έρχονταν από τη βρετανική ζώνη στην αντίστοιχη του ΕΛΑΣ φέροντες αστικές προφανώς ταυτότητες.
Διαταγή του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ στις 23 Ιανουαρίου 1945 υποχρέωνε τους αντάρτες να βγάλουν ταυτότητες,[21] κάτι εκ πρώτης όψεως παράδοξο. Ένα δεκαήμερο νωρίτερα ο ΕΛΑΣ είχε αποτραβηχτεί ηττημένος από την Αθήνα, ενώ τα τμήματα της ΙΧ μεραρχίας Δυτικής Μακεδονίας καταδίωκαν στην Ήπειρο τον ΕΔΕΣ. Πού θα έβγαζαν ταυτότητες και ποιος θα βεβαίωνε τα στοιχεία τους; Είναι φανερό ότι σκοπός της απόφασης ήταν να καταγραφεί ο μεγάλος αριθμός των επιστρατευμένων χωρικών στα τμήματα του ΕΛΑΣ Ηπείρου και Στερεάς Ελλάδας, ένα είδος δέσμευσης για να μην εγκαταλείψουν οι αναφερόμενοι τους εθελοντές συναδέλφους τους έπειτα από την ήττα και απόσυρση από την Αθήνα. Δεν υπάρχουν μαρτυρίες πως η εντολή εφαρμόστηκε, ήταν εξάλλου δύσκολο έως απίθανο. Λίγες μέρες μετά οι επαναστάτες υπέγραψαν πλήρη ανακωχή με τους Βρετανούς. Τα απολυτήρια του ΕΛΑΣ που δόθηκαν μετά σε μόνιμους και παροδικούς αντάρτες δεν είχαν ισχύ ταυτοτήτων, ήταν αποκλειστικώς αναμνηστικά.
ΒΙΒΛΙΑΡΙΑ ΜΑΧΗΤΩΝ
Όλες οι πράξεις των κατακτητών θεωρούνται τυπικά αποδιοπομπαίες, πρακτικά όμως ορισμένες, αν όχι στην μεγάλη τους πλειονότητα, παραμένουν. Και ο έλεγχος του πληθυσμού και μ΄ αυτόν τον έντυπο τρόπο συνεχίστηκε και μετά. Το μετακατοχικό κράτος τύπωσε νέες ταυτότητες με τελευταίο χρόνο παράδοσης τον Ιούλιο του 1945. Τα νέα αυτά δίπτυχα έφτασαν σ’ όλες τις γωνιές της επαρχίας.[22] Καθώς όμως πολλοί πολίτες άρχισαν να καταφεύγουν εθελοντικά ή αθέλητα στο βουνό οι ταυτότητες αυτές θεωρούνταν κάθε τόσο από τη Χωροφυλακή, ώστε να ελέγχεται ο πληθυσμός.
Πλαστές ταυτότητες την ίδια εποχή προμηθεύονταν και πρώην αντάρτες του ΕΛΑΣ, που άφησαν τα χωριά τους και κατέφυγαν στις πόλεις για να αποφύγουν διώξεις για άμεση ή έμμεση συμμετοχή τους σε πραγματικά ή φανταστικά εγκλήματα κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Τέτοιο πλαστό έγγραφο[23] είχε δείξει στη Θεσσαλονίκη ο συμπατριώτης μας καπετάν Καραϊσκάκης, εύτολμος, ευειδής κι ερωτοπλόος αντάρτης του Βοΐου και στέλεχος έπειτα του ΕΛΑΣ ανατολικής Μακεδονίας, αλλά οι χωροφύλακες δεν πείστηκαν. Κρατήθηκε στη φυλακή μερικά χρόνια μέχρι να καταθέσει δήλωση αποκήρυξης του κομμουνισμού.[24]
Εντελώς άτυχες φάνηκαν δύο γυναίκες, μία παντρεμένη και μία έφηβη, από τον οικισμό των Καυκασίων Οινόη Κοζάνης, που πήγαν να εργαστούν στα πατατοχώραφα του σχετικά γειτονικού ποντιακού χωριού Πολύμυλος τον Οκτώβριο του 1946. Μην έχοντας μαζί τους ταυτότητες, κρατήθηκαν στον Σταθμό Χωροφυλακής μέχρι να διαλευκανθεί το όνομα και η καταγωγή τους.[25] Όμως το βράδυ σε μια συντονισμένη καλά επιχείρηση οι αντάρτες του ΔΣΕ χτύπησαν τον Σταθμό του χωριού, τον αντίστοιχο της Καστανιάς και το Φυλάκιο Χωροφυλακής στη Ζωοδόχο Πηγή.[26] Κατά τη διάρκεια της μάχης φονεύθηκε ένας χωροφύλακας,[27] ένας κάτοικος, δύο κορίτσια ηλικίας 2 κι 11 ετών[28] και η έγκυος γυναίκα του αστυνόμου. Οι κρατούμενες είχαν κατά μια πηγή φωνάξει τους αντάρτες από το παράθυρο να τις ελευθερώσουν. Όταν οι αντάρτες αποσύρθηκαν χωρίς επιτυχία, χωροφύλακας άνευ θητείας από παρακείμενο χωριό και πρώην μαχητής της ΥΒΕ/ΕΚΑ/ΠΑΟ/ΕΕΣ τις εκτέλεσε μέσα στη φυλακή.[29] Η πληροφορία για ατίμωση της μικρότερης πριν από τον θάνατό της[30] δεν έχει διασταυρωθεί. Ούτε έχει γίνει γνωστό αν οι δύο γυναίκες σχετίζονταν με τους αντάρτες.
Οι ένοπλοι του βουνού κατά τη διάρκεια του κυρίως Εμφυλίου Πολέμου, για να ξεχωρίσουν από τους πεδινούς, έβγαλαν κι αυτοί δική τους ταυτότητα, το «βιβλιάριο μαχητή του ΔΣΕ». Από το τεχνικό δέσιμό του φαίνεται ότι τυπώθηκε στο εξωτερικό πιθανότατα το 1949. Ίσως κι όταν ο κύριος όγκος των ανταρτών πέρασε στην Αλβανία τον Αύγουστο του ιδίου έτους. Από τα ιδωμένα ως σήμερα βιβλιάρια μόνον οι βαθμοφόροι τα κατείχαν, όχι οι απλοί μαχητές. Φυσιολογικό το μοίρασμά τους, αφού οι πρώτοι συνήθως ήταν πρώην ελασίτες ή είχαν καταταγεί νωρίς στο αντάρτικο, ενώ οι δεύτεροι σχεδόν άγνωστοι και οι περισσότεροι επιστρατευμένοι.
Το έντυπο αυτό αναγνωρίζονταν μόνον από την Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνησή τους. Ανάμεσα στις άλλες πληροφορίες περιείχε και την εθνικότητα του κατόχου. Έτσι ορισμένοι δίγλωσσοι της βόρειας Ελλάδας αντί για Έλληνες δήλωσαν «Σλαβομακεδόνες»,[31] στοιχείο που μερικές φορές αποσιωπάται σε σημερινές αντιγραφές βιβλιαρίων της εποχής.[32] Η αναγραφή «Μακεδόνα» σε παρόμοιο βιβλιάριο αξιωματικίνας του ΔΣΕ, μάλλον είναι ύστερη, δηλαδή μετά τον Οκτώβριο του 1949, και σίγουρα είχε συνταχθεί εκτός της χώρας, πιθανότατα στη Νότια Σερβία. Διότι, αν έπεφτε στα χέρια του Στρατού, η καταγραφή «Μακεδόνα» θα οδηγούσε άμεσα την κάτοχο στη φυλακή.
«ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ»
Προς το τέλος της δεκαετίας του ΄50 ή στις αρχές της επόμενης «κόπηκαν» νέες ταυτότητες, οι γαλάζιες που έχουμε σήμερα.
Οι πολιτικοί πρόσφυγες που επέστρεψαν στην Ελλάδα από τις χώρες του ανατολικού μπλοκ, από το 1955 και μετά, αντιμετώπιζαν προβλήματα στην έκδοση ταυτοτήτων. Για αρκετά χρόνια το κράτος τους έδινε «χαρτιά αλλοδαπών» κι όχι ταυτότητες Ελλήνων πολιτών, ώσπου να αποδείξουν με τη διαγωγή τους ότι δεν είχαν φέρει μαζί με τη πατριωτική νοσταλγία τους και κομμουνιστικούς ιούς.
Η πόλωση του Ψυχρού Πολέμου όμως, στην οποία οφείλονταν παρόμοια φαινόμενα, εξασθένιζε με την πάροδο των χρόνων. «Πολίτ εμιγκρέ» από το Σνίχοβο Γρεβενών, καπαπίτης του ΔΣΕ και γιος εξόριστου παλαιοκομμουνιστή κι ελασίτη, πήρε την ελληνική ταυτότητα σε δυο μόνο χρόνια αφ’ ότου γύρισε από τη Ρουμανία το 1977.[33]
Ως ανέκδοτο θεωρείται σήμερα επεισόδιο που έλαβε χώραν στο χωριό μας Αιανή την 1η Απριλίου του 1967, ημέρα εγκαθίδρυσης της τελευταίας στρατιωτικής διακυβέρνησης. Ο Γρηγόριος Καλλιανιώτης επέστρεφε στο χωριό με το μηχανάκι από την Κοζάνη όπου βρισκόταν το προηγούμενο βράδυ, όταν στην βόρεια είσοδό, στο σημερινό ναό της Αγίας Παρασκευής, τον σταμάτησαν δύο χωριανοί νεαροί «Φρουροί της Επανάστασης» προτείνοντάς τα Μ1 Garand τους. «Ταυτότητα» τον φώναξε βατταρίζοντας ο ένας. Ο πατέρας μου τον κοίταξε και τον απάντησε: «Ταυτότητα ζητάν από όσους δεν ξέρουν, όχι από τους γνωστούς». Οι φρουροί έμειναν για μια στιγμή ενεοί, κατέβασαν τα όπλα και τον άφησαν αμίλητοι να περάσει.
Εμβρυική μορφή της ανωτέρω εργασίας δημοσιεύτηκε εντύπως στην εφημερίδα Γραμμή (14/06/2000) 7. Το παρόν όμως ψηφιακό κείμενο εκτάθηκε αρκετά. Προστέθηκαν βιβλιογραφία, αρκετά άλλα στοιχεία μαζί με την τεκμηρίωσή τους κι επελέγη διαφορετική συνοδευτική εικόνα
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΑΡΧΕΙΑ
Γενικά Αρχεία του Κράτους/Αρχεία Νομού Κοζάνης
-ΑΒΕ 60, Αρχείο Νομαρχίας Κοζάνης, Φ.795
Δημοτική Βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης
-Ελευθερία 1945
–Ελληνικός Βορράς 1946
-Νέα Ευρώπη 1944
–Το Φως 1945
Ιστορικό Αρχείο Μακεδονίας
-κιβώτιο ΓΔΔΜ, φ.18/5
Κοβεντάρειος Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης
-Ψηφιακές Συλλογές, εγγραφή 46
-Λυτά έγγραφα, Φ.72/88, 126/Α, 136/Α, 137/1/Β και 154/Β/Δ1
–Εθνικός Αγών [Κοζάνης] 1946
Ληξιαρχείο Καλλονής-
-ΛΠΘ 1946
Ληξιαρχείο Οινόης
-ΛΠΘ 1946
Πρωτοδικείο Κοζάνης
-Πρακτικά Δικών 1945
Υπουργείο των Εξωτερικών
-Φ.15 Κυβέρνηση Καΐρου 1943Α΄
ΒΙΒΛΙΑ ΚΑΙ ΑΡΘΡΑ
Οι Αντιστασιακοί του νομού Γρεβενών, τόμος 3 (1998), Εντύπωση, παράρτημα ΠΕΑΕΑ Γρεβενών
Allonby Nathan, ID Cards – an Historical View, 6 September 2009,
https://www.globalresearch.ca/id-cards
Αντωνίου Σ. Κωνσταντίνος, Ιστορία Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής, 1833 –1965, τ. Γ΄, Αθήναι 1965
Εφημερίδα των συντακτών, «ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, Δελτία ταυτότητας με ιστορία»,
http://www.efsyn.gr/arthro/deltia
Θεοδοσιάδης Σταύρος, Η Πίνδος ομιλεί: η Εθνική Αντίστασις 1941 –1944, επιμ: Νίκος Καλογερόπουλος, ΙΝΒΑ, Κοζάνη, χειρόγραφο υπό έκδοσιν
Καλλιανιώτης Αθανάσιος, Ο «εθνικός διχασμός» στο νομό Κοζάνης: 1916-1918,
https://blogs.sch.gr/thankall/?p=1029
Καλλιανιώτης Αθανάσιος Οι αρχές της Αντίστασης στη Δυτική Μακεδονία, Θεσσαλονίκη: πρωτεύουσα μεταπτυχιακή εργασία στο τμήμα Ιστορίας του ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 2000, λήμμα Σαράντης,
https://blogs.sch.gr/thankall/?page_id=553
Καλλιανιώτης Αθανάσιος, Οι Πρόσφυγες στη Δυτική Μακεδονία κατά την περίοδο 1941 -1946, ανέκδοτη διδακτορική διατριβή στο Τμήμα Ιστορίας ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 2007
Λάζου Βασιλική, «Εθνικός Αγροτικός Σύνδεσμος Αντικομμουνιστικής Δράσης (ΕΑΣΑΔ) 1944 – Μια πληγή για τον πληθυσμό της Θεσσαλίας», Η εφημερίδα των συντακτών 02/04/14,
http://archive.efsyn.gr/?p=186714
Λιάπη Στυλιανή, Οι Γάλλοι και η διοίκηση του Ιωάννη Ηλιάκη στην Κοζάνη την περίοδο του Εθνικού διχασμού (1916-1920), Μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία στο ΠΤΔΕ Φλώρινας, 2017,
bitstream/handle/123456789/872…
Nik Ang, ανάρτηση στην ομάδα του ΦΒ WWII History in Greece 22.10.2018 όπου ταυτότητες του συνδέσμου της Συμμαχικής Στρατιωτικής Αποστολής Θέμου Μαρίνου
Πουταχίδης Αναστάσιος, «Το χ. Οινόη Κοζάνης στα χρόνια του απελευθερωτικού αγώνα και του Εμφυλίου Πολέμου (1940 –1949)», Εθνική Αντίσταση 98 (1998) 31 -2
XYZ Contagion, Αργύρης Κοβάτσης-Δημητρίου (1918-2010) – Το Ατομικό Βιβλιάριο Αξιωματικού του ΔΣΕ,
https://xyzcontagion.wordpress.com/
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Θεοδωρόπουλος Χρήστος, συνέντευξη στα Γρεβενά το 1999
Κακαβέλης Φίλιππος, συνέντευξη στην Αιανή το 1995
Καλλιανιώτης Γρηγόριος, συνέντευξη στην Αιανή το 2000
Νταφόπουλος Σταύρος, συνέντευξη στον Κοσκινά το 2004
Π. Γεώργιος, συνέντευξη στην Οινόη το 2004
Φ. Γρηγόριος, συνέντευξη στον Πολύμυλο το 2004
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Allonby Nathan, ID Cards – an Historical View, 6 September 2009,
https://www.globalresearch.ca/id
-cards-an-historical-view/15231
[2] Κακαβέλης Φίλιππος, συνέντευξη στην Αιανή το 1995
[3] Λιάπη Στυλιανή, Οι Γάλλοι και η διοίκηση του Ιωάννη Ηλιάκη στην Κοζάνη την
περίοδο του Εθνικού διχασμού (1916-1920), Μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία στο ΠΤΔΕ Φλώρινας, 2017, σ. 85, 92
[4] Κοβεντάρειος Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης (ΚΔΒΚ), Ψηφιακές Συλλογές, 010215, Αίτησις Ανδρέου Χρυσάφη προς τον Κύριον Κυβερνητικόν Επίτροπον Κοζάνης Φλωρίνης, 25 Σεπτ. 1917,
http://www.kozlib.gr/collections/view.php?id=L10215
[5] Καλλιανιώτης Αθανάσιος, Ο «εθνικός διχασμός» στο νομό Κοζάνης: 1916-1918,
https://blogs.sch.gr/thankall/?p=1029
[6] Εφημερίδα των συντακτών, «ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, Δελτία ταυτότητας με ιστορία»,
http://www.efsyn.gr/arthro/deltia
[7] Αντωνίου Κωνσταντίνος, Ιστορία Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής, 1833 –1965, τ. Γ΄, Αθήναι 1965, σ. 1933
[8] Αντωνίου, ό.π.
[9] Καλλιανιώτης Αθανάσιος Οι αρχές της Αντίστασης στη Δυτική Μακεδονία, Θεσσαλονίκη: πρωτεύουσα μεταπτυχιακή εργασία στο τμήμα Ιστορίας του ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 2000, λήμμα Σαράντης,
https://blogs.sch.gr/thankall/?page_id=553
[10] Δημοτική Βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης (ΔΒΘ), Νέα Ευρώπη (31.1.1944) 2 και Θεοδοσιάδης Σταύρος, Η Πίνδος ομιλεί: η Εθνική Αντίστασις 1941 –1944, επιμ: Νίκος Καλογερόπουλος, ΙΝΒΑ, Κοζάνη, υπό έκδοσιν σ. 27 του χειρογράφου. Επίσης Καλλιανιώτης Γρηγόριος, συνέντευξη στην Αιανή το 2000
[11] Υπουργείο των Εξωτερικών, Φ.15 Κυβέρνηση Καΐρου 1943Α΄, Πληροφορίες από την Ελλάδα: εκθέσεις, αναφορές, δημοσιεύματα εφημερίδων κλπ, Κρυπτογραφικό τηλεγράφημα 5238 προς Κάιρο, Άγκυρα 21.8.43, Ρ. Ραφαήλ
[12] Ευχαριστώ τον Βύρωνα Τεζαψίδη, βαθύτατο γνώστη της εποχής, για την αρωγή σχετικά με τα περί του Γερμανικού Φρουραρχείου Κοζάνης όπως επίσης και για τη μετάφραση
[12α] Βλ. Nik Ang, ανάρτηση στην ομάδα του ΦΒ WWII History in Greece 22.10.2018 όπου ταυτότητες του συνδέσμου της Συμμαχικής Στρατιωτικής Αποστολής Θέμου Μαρίνου
[13] Πρωτοδικείο Κοζάνης, Δίκη αρ. 20 Α, 21.12.45 και ΚΔΒΚ, Εθνικός Αγών [Κοζάνης] 19 (24.3.46) 3
[14] Γενικά Αρχεία του Κράτους/Αρχεία Νομού Κοζάνης, ΑΒΕ 60, Αρχείο Νομαρχίας Κοζάνης, Φ.795, Ονομαστικές καταστάσεις των εκτελεσθέντων κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και των αποβιωσάντων σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Ελλάδα, σ.11
[15] Ληξιαρχείο Καλλονής, Ληξιαρχική πράξη θανάτου (ΛΠΘ) 34/1946
[16] Οι Αντιστασιακοί του νομού Γρεβενών, τόμος 3 (1998), Εντύπωση, παράρτημα ΠΕΑΕΑ Γρεβενών
[17] Νταφόπουλος Σταύρος, συνέντευξη στον Κοσκινά Καρδίτσας το 2004
[18] ΔΒΘ, Το Φως (22.4.45) 2
[19] ΔΒΘ, Το Φως (5.4.45) 1
[20] Λάζου Βασιλική, «Εθνικός Αγροτικός Σύνδεσμος Αντικομμουνιστικής Δράσης (ΕΑΣΑΔ)
1944 – Μια πληγή για τον πληθυσμό της Θεσσαλίας», Η εφημερίδα των συντακτών 02/04/14,
http://archive.efsyn.gr/?p=186714
[21] ΚΔΒΚ, Λυτά έγγραφα, Φ.72/88, 126/Α, 136/Α, 137/1/Β και 154/Β/Δ1 όπου διαταγές του ΕΛΑΣ και δημοτικές ανακοινώσεις εκδόσεων ταυτοτήτων
[22] ΔΒΘ, Ελευθερία (8.7.45) 2
[23] ΔΒΘ, Ελληνικός Βορράς (11.04.46) 1
[24] Καλλιανιώτης Αθανάσιος, Οι Πρόσφυγες στη Δυτική Μακεδονία κατά την περίοδο 1941 -1946, ανέκδοτη διδακτορική διατριβή στο Τμήμα Ιστορίας ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 2007, σ, 199
[25] Φ. Γρηγόριος, συνέντευξη στον Πολύμυλο το 2004
[26] Αντωνίου, τ. Γ΄, Παράρτημα, ό.π., σ. 256
[27] Αντωνίου, τ. Γ΄, Παράρτημα, ό.π., σ. 256
[28] Ληξιαρχείο Οινόης, ΛΠΘ 3/1946
[29] Π. Γεώργιος, συνέντευξη στην Οινόη το 2004
[30] Πουταχίδης Αναστάσιος, «Το χ. Οινόη Κοζάνης στα χρόνια του απελευθερωτικού αγώνα και του Εμφυλίου Πολέμου (1940 –1949)», Εθνική Αντίσταση98 (1998) 31 -2
[31] Κατιούσα, Φωτογραφίες από την έκθεση για τους πολιτικούς πρόσφυγες, 17-12-2017,
http://www.katiousa.gr/politika/
-gia-tous-politikous-prosfyges/
[32] XYZ Contagion, Αργύρης Κοβάτσης-Δημητρίου (1918-2010) – Το Ατομικό Βιβλιάριο Αξιωματικού του ΔΣΕ,
https://xyzcontagion.wordpress.com/
[33] Θεοδωρόπουλος Χρήστος, συνέντευξη στα Γρεβενά το 1999
Σε ευχαριστούμε Σάκη.