Η ατμόσφαιρα, μουγγή από μουσικές και τραγούδια, μολύνθηκε. Ένα νέφος από φόβο και ανασφάλεια την κατέκλυσε. Μια σκόνη από καχυποψία και δυσπιστία επικάθησε στο μυαλό και την ψυχή των ανθρώπων. Η έξοδος από το lockdown έβγαλε προς τα έξω όλο το κακό που φώλιασε μέσα μας. Δούλεψαν γι αυτό αδιάλειπτα ισχυρές φωνές, μέτρα απανωτά, διαδικασίες και νόμοι εκτός ελέγχου.
Πρώτη μέρα του καλοκαιριού σήμερα και μόνη παρηγοριά και ελπίδα να το θεραπεύσει ο δροσερός αέρας και ο ζωοδότης ήλιος. Μόνο που αυτό δεν γίνεται αυτόματα.
Ο κόσμος μοιράστηκε στα δυο: οι μεν και οι δε. «Μεγάλα και υψηλά έκτισαν τείχη» γύρω από τον καθένα και ανάμεσα στους δυο κόσμους.
Διστακτικά, μουδιασμένα έγιναν τα πρώτα ελεύθερα βήματα, σαν του αλυσοδεμένου, που του έβγαλαν τις αλυσίδες και δεν αισθάνεται τους μυς των ποδιών του. Θέλει, αλλά δεν μπορεί. Δεν ξέρει πώς να ξεκινήσει και προς τα πού να πάει. Θέλει το χρόνο του για να βρει τη δύναμη να πατήσει, να σταθεί και να τολμήσει να κινηθεί. . Να βεβαιωθεί πρώτα ότι το σώμα του ζει και μπορεί να δράσει.
Με τη λαχτάρα στην ψυχή και το φόβο στο μυαλό, ο κόσμος έκανε το βήμα και βγήκε στους δρόμους, στις πλατείες. Και όπως πάντα, μπροστάρης η νεολαία στο θάρρος, από την ανάγκη να ξαναβρεί τη χαμένη της ζωή. Οι άλλοι ακολουθούμε. Τα αόρατα σχοινιά του δισταγμού και της ευθύνης για τον άλλο μας τραβάνε πίσω, όταν στο δρόμο συναντιούνται δυο και τρεις. Η απόσταση επιβλήθηκε και κατήργησε τη χειραψία και την αγκαλιά. Γίναμε μισοί. Τα χέρια έμειναν άπραγα. Ο αυθορμητισμός πάγωσε. Το «είμαι καλά» έχασε θαρρείς το νόημά του, σαν να μην το πολυπιστεύουν.
Έξω από τα τείχη χορεύουν ξέφρενα τα σκάνδαλα, οι δολοφονίες, η βία, η φτώχεια, πέφτουν βόμβες, σκοτώνονται παιδιά…. Λαοί ρημαγμένοι δεν έχουν «πού την κεφαλήν κλίναι». Τα σύνορα των κρατών μετακινούνται από τους ισχυρούς. Ο κόσμος της τεχνολογίας τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Το φάντασμα της τεχνητής νοημοσύνης που απειλεί να αντικαταστήσει τον άνθρωπο, έρχεται όλο και πιο κοντά. Η πείνα θερίζει και η φύση στενάζει από την απληστία του τεχνολογικού πολιτισμού μας.
Θέλει χρόνο και κόπο για να αποτινάξουμε από πάνω μας τη σκόνη. Πρόθυμος αρωγός πάντα και πρώτη σ’ αυτό, η τέχνη. Εκεί όπου σταματούν τα λόγια, αρχίζει το τραγούδι.
Πώς να σωπάσω μέσα μου
την ομορφιά του κόσμου;
Ο ουρανός δικός μου
η θάλασσα στα μέτρα μου
Πώς να με κάνουν να τον δω
τον ήλιο μ’ άλλα μάτια;
Στα ηλιοσκαλοπάτια
Μ’ έμαθε η μάνα μου να ζω…
Στου βούρκου μέσα τα νερά
ποια γλώσσα μου μιλάνε
αυτοί που μου ζητάνε
να χαμηλώσω τα φτερά. (Ν. Ξυλούρης)
Η ομορφιά δεν ακρωτηριάζεται. Είναι πηγή ανεξάντλητη. Όταν χαμογελάει ο άνθρωπος, φοβάται το κακό, αφοπλίζεται η βαρβαρότητα.
Το χρωστάμε στα παιδιά μας. Ο θυμός και η οργή για το άδικο μπορούν να γίνουν το φως, που θα νικήσει το σκοτάδι.
Κοζάνη 1-6-2021
Γκουτζιαμάνη Γιάννα
Συγχαρητήρια, καταπληκτικό κείμενο! Με ευαισθησία αλλά και ρεαλισμό περιγράφετε όσα ζούμε…
Συγχαρητήρια. Λόγια μεστά και αισιόδοξα.