Από το Βέρμιο στη Φλώρινα
Αφήσαμε τη λίμνη Πολυφύτου πίσω μας. Η βροχή είχε τελειώσει και τα χρώματα του ουρανού με τα σύννεφα του απόβροχου πάνω από τη λίμνη, που συγκεντρώνει τα νερά του Αλιάκμονα, ήταν έξοχα. Στους πρόποδες του όρους Σκοπός (ανατολικά με κατεύθυνση προς Κοζάνη) υπάρχουν μικρά αγροτικά χωριά, φτιαγμένα από πρόσφυγες Μικρασιάτες και Πόντιους.
Έξω από τα Λεύκαρα -ένα από αυτά τα χωριά- και ειδικά στο τυροκομείο Φάρμας Λευκάρων θα συναντήσουμε την πρώτη ομάδα παραγωγών με τα ωραία τους: μέλι από Σέρβια, λάδι από τα Ίμερα, χυμούς από Μηλιά Κοζάνης και βέβαια με τα εκπληκτικά τυριά της Φάρμας Λευκάρων με τις φίνες γεύσεις, Ολόγυρα χαμηλοί λόφοι γυάλιζαν από την χλιαρή βροχή του Ιούνη.
Η περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα, πολύ κοντά στο Αμύνταιο, έχει την μεγαλύτερη παραγωγή σε πιπεριές στην γειτονιά της Φλώρινας.
Αν διασχίζεις το απέραντο λεκανοπέδιο της Πτολεμαΐδας χαζεύεις από το τζάμι του αυτοκινήτου ένα μονότονο επίπεδο τοπίο με ατελείωτα χωράφια, μέσα από τα οποία υψώνονται τα μεγάλα φουγάρα των ατμοηλεκτρικών εργοστασίων της ΔΕΗ. Περνώντας τα στενά του Κλειδιού στα βόρεια, αφήνεις πίσω σταχτιούς λόφους και χωράφια με καλαμπόκια ώσπου να φτάσεις στην περιοχή του Αμυνταίου, και να χαθεί το μάτι πια στους ωραίους διάσημους αμπελώνες του.
Εμείς δεν φτάσαμε όμως εκεί για το κρασί αλλά για τις πιπεριές. Η περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα, πολύ κοντά στο Αμύνταιο, έχει την μεγαλύτερη παραγωγή σε πιπεριές στην γειτονιά της Φλώρινας, εδώ οι κλιματολογικές συνθήκες είναι ιδανικές για την καλλιέργεια τους.
Η οικογένεια Ναουμίδη έχει μια από τις παλαιότερες ταβέρνες στις όχθες της λίμνης Βεγορίτιδας. Λίγο πιο πάνω από την ταβέρνα, ο χαριτωμένος και αεικίνητος Πέτρος Ναουμίδης έχει κάνει μια μικρή βιοτεχνία επεξεργασίας για τις βιολογικές πιπεριές που καλλιεργεί, ένα τέμενος με απερίγραπτης νοστιμιάς προϊόντα από πιπεριά, με καλόγουστη αίθουσα γευσιγνωσίας και πέτρινο κελάρι. Φύγαμε με τη γεύση από πιπερόμελο και μελιτζανοπιπεριά στο στόμα, έχοντας δοκιμάσει μεταξύ άλλων και μια μοναδική σοκολάτα Cocoowa που έφτιαξε ο Γιώργος με πιπερόκαμα Ναουμίδη, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα που ταιριάζει ειδικά με το ντόπιο τσίπουρο.
Φύγαμε με τη γεύση από πιπερόμελο και μελιτζανοπιπεριά στο στόμα, έχοντας δοκιμάσει και μια μοναδική σοκολάτα με πιπερόκαμα.
Η Φλώρινα είναι από τις πιο αγαπημένες μου πόλεις της βορειοδυτικής Ελλάδας. Ακόμη και περαστικός να είμαι για λίγο από την πόλη, μόνο δυο βλέμματα να ρίξω στα εκλεκτικιστικά μέγαρα στις όχθες του Σακουλέβα, στην οδό Μεγάλου Αλεξάνδρου και στη λεωφόρο Νίκης, αρκούν για να με βάλουν σε ωραίους στοχασμούς για την ιστορία αυτής της μαγευτικής πόλης που τόσο αγάπησε και ύμνησε μέσα από την τέχνη του ο μέγας σκηνοθέτης Θόδωρος Αγγελόπουλος. Τα περισσότερα εκλεκτικιστικά κτήρια της Φλώρινας κτίστηκαν κατά την περίοδο του μεσοπολέμου και το βασικό χαρακτηριστικό τους είναι ότι δεν έχουν κοινά στοιχεία! Καθένα από αυτά είναι μοναδικό, όλα όμως χαρακτηρίζονται από τη συμμετρία τους, τα γύψινα διακοσμητικά στοιχεία και τα κομψά παστέλ χρώματα στις προσόψεις.
Σχεδόν πάντα όποτε περνάω από την Φλώρινα μένω στο ξενοδοχείο «Lingos». Εκείνο το βράδυ η Θεοδότα Τόττη μας είχε ετοιμάσει στο ξενοδοχείο ένα πριβέ δείπνο αξέχαστο, το οποίο νοστίμισαν, μεταξύ άλλων, τα εξαιρετικά ντιπ πιπεριάς «Ντιμάνα» και τα απίθανα κρασιά του Οινοποιείου «Κτήμα Βεγορίτις». Αντί να μείνουμε στο «Lingos» ωστόσο, ανηφορίσαμε τη νύχτα τον στριφογυριστό ασφαλτόδρομο μέσα από τα δάση της οξιάς ως το καταφύγιο Βίγλας στο Πισοδέρι. Η νύχτα μοσχοβόλαγε φρέσκια βροχή, υγρό δάσος και κομμένα ξύλα. Ο φιλόξενος Τάσος Τόττης, ένας από τους δημιουργούς της «Βίγλας», μας περίμενε χαμογελαστός. Δίπλα στο τζάκι που τριζοβόλαγε Ιούνη μήνα, δεν είχαμε να πούμε πολλά. Μόνο να απολαύσουμε λίγες γουλιές από ένα εξαιρετικό αφρώδες κρασί από το Αμύνταιο πριν βυθιστούμε στον απολαυστικό ύπνο του βουνού…
Από το Βίτσι στο Βίτσι (μέσω Πρεσπών…)
Το χάραμα από τα 1.500 περίπου μέτρα πάνω από τα βουνά της Φλώρινας και της Πέλλας είναι κάτι αναμφίβολα αξέχαστο. Το χιονοδρομικό κέντρο Βίγλας Πισοδερίου βρίσκεται στο Βίτσι, στη θέση η οποία δικαιολογεί απόλυτα το όνομά της: μια βίγλα με απεριόριστη θέα στην Φλώρινα ή το Πισοδέρι και από την κορυφή του κέντρου στις Πρέσπες! Είναι το μοναδικό χιονοδρομικό της Ελλάδας που βρίσκεται πάνω σε κεντρικό δρόμο και είναι αυτός που ενώνει τη Φλώρινα με την Καστοριά, οδηγεί στις Πρέσπες και στην Αλβανία.
Το πρωινό εκεί ψηλά στο Βίτσι γίνεται ακόμη πιο γοητευτικό όταν γεύεσαι τις ζεστές, τραγανές γευστικές πίτες της Αγάπης Λαζαρίδου.
Το πρωινό εκεί ψηλά στο Βίτσι γίνεται ακόμη πιο γοητευτικό όταν γεύεσαι τις ζεστές, τραγανές γευστικές πίτες της Αγάπης Λαζαρίδου, βιολογικό μέλι πεύκου από το Κτήμα Χρόνη και δροσερό ελαφρύ γάλα γαϊδούρας από τη Φάρμα Τσιχουρίδη. Γίνεται έτσι ένα πρωινό αξέχαστο!
Αφήσαμε πίσω μας το θαυμάσιο Πισοδέρι, ένα από τα ωραιότερα βλαχοχώρια της Μακεδονίας, το οποίο στολίζει η εμβληματική Μοδέστειος Σχολή του 1903. Η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής με το γαλάζιο της χρώμα και το λίθινο καμπαναριό κτίστηκε το 1849 επάνω στα ερείπια παλαιότερου ναού του 1730. Δίπλα της βρίσκεται το παρεκκλήσι του Αγίου Χαραλάμπους – με ένα παμπάλαιο τέμπλο- όπου ο παπά-Σταύρος Τσάμης έθαψε το κεφάλι του Παύλου Μελά, μετά το θάνατό του στο χωριό Στάτιστα.
Στην ταβέρνα «Συντροφιά» στις Πρέσπες για τραγανά, φρεσκοτηγανισμένα τσιρόνια της λίμνης, γίγαντες Πρεσπών, μαγειρευτές πιπεριές με παστά φιλέτα από τσιρόνια και ψητό γριβάδι.
Από το Πισοδέρι κατηφορίσαμε τις πολλές στροφές ανάμεσα στο Βίτσι και τον Βαρνούντα ως το Ανταρτικό και τη διασταύρωση για τις Πρέσπες. Μετά τον αυχένα Περβάλι, το συγκινητικής ομορφιάς πανόραμα των λιμνών απλώθηκε έξω από τα παράθυρά μας. Οι Πρέσπες είναι οι «υψηλότερες» λίμνες στην Ελλάδα και βρίσκονται σε υψόμετρο 850 μέτρα περίπου. Μαζί με την γύρω τους περιοχή αποτελούν έναν από τους τελευταίους παράδεισους άγριας ζωής στη χώρα μας και μία από τις σημαντικότερες περιοχές της Ευρώπης από οικολογική άποψη. Έχει κηρυχτεί Εθνικός Δρυμός από το 1974 και πρόκειται για τον μεγαλύτερο Εθνικό Δρυμό της χώρας!
Διασχίσαμε τα απέραντα χωράφια με τις φασολιές, περάσαμε το παλιό στρατιωτικό φυλάκιο στην Κούλα, ανηφορίσαμε στον Ντέβα και στο δάσος με τα ωραία του βουνοκυπάρισσα και σύντομα φτάσαμε στους περιλάλητους Ψαράδες. Εκεί μας περίμεναν οι βάρκες μας…
Οι Ψαράδες είναι ένα ιδιαίτερα γραφικό χωριουδάκι χτισμένο σε έναν κλειστό κόλπο της Μεγάλης Πρέσπας – το μοναδικό ελληνικό χωριό στις όχθες αυτής της λίμνης! Τα σπιτάκια του είναι χτισμένα κοντά στο νερό και διατηρούν σε μεγάλο βαθμό την παραδοσιακή αρχιτεκτονική των οικισμών των Πρεσπών. Ο οικισμός έχει κηρυχθεί παραδοσιακός από τη δεκαετία του ’60. Τα σπίτια είναι συνήθως διώροφα με παράθυρα μόνο στον όροφο , όπου ζούσε η οικογένεια, ενώ στο ισόγειο υπήρχε ο στάβλος για τα ζώα και οι αποθήκες. Πολλά σπίτια έχουν σαχνισιά ενώ όλα τα παλιά πέτρινα έχουν ξυλοδεσιές και τετράριχτες στέγες με κεραμίδια.
Παλιότερα το χωριό λεγόταν Νίβιστα και ήταν διάσημο –για τι άλλο;– για τους ψαράδες του, οι οποίοι πουλούσαν τις πλούσιες ψαριές τους σε άλλα χωριά, φτάνοντας ως την Κορυτσά και τη Φλώρινα. Τα μικρά ταχύπλοα που κάνουν τα δρομολόγια στα Ασκηταριά της Μεγάλης Πρέσπας διασχίζουν το γκριζογάλανο νερό του κόλπου ανάμεσα σε μεγάλα κοπάδια με πελεκάνους που πετάνε με βουερό φτεροκόπημα. Δεν χορταίνουμε να φωτογραφίζουμε.
Περνάμε τις βραχογραφίες και τα μικρά ασκηταριά της Μεταμόρφωσης και της Μικρής Ανάληψης, το νερό της Μεγάλης Πρέσπας είναι σαν λιωμένο μέταλλο, τα καταπράσινα Αλβανικά βουνά απέναντι είναι θολά και συννεφιασμένα, γρήγορα φτάνουμε στο τελευταίο και διάσημο ασκηταριό της Παναγίας Ελεούσας. Τα 184 πέτρινα σκαλοπάτια μας φέρνουν στην επιβλητική σπηλιά με το οβάλ άνοιγμα που βρίσκεται 40 μέτρα ψηλότερα από την ακτή. Χτισμένον πάνω στο πατημένο χώμα της σπηλιάς είδαμε τον κομψότατο μονόχωρο βυζαντινό ναό της Παναγίας Ελεούσας, με θαυμάσια συντηρημένη αρχιτεκτονική και εκπληκτικά πορφυρόχρωμα σχέδια στον δυτικό τοίχο, τα οποία μιμούνται κεραμοπλαστικό διάκοσμο. Ο ναός χτίστηκε πιθανώς το 1409 και οι αγιογραφίες του στο εσωτερικό είναι μοναδικής τέχνης.
Το Νυμφαίο είναι ένα από τα ομορφότερα ορεινά χωριά της Ελλάδας το οποίο ξαναγεννήθηκε μέσα από τις στάχτες του.
Στην επιστροφή ο φίλος Γερμανός Χριστιανόπουλος, από την ταβέρνα «Συντροφιά», μας είχε ετοιμάσει τραγανά, φρεσκοτηγανισμένα τσιρόνια της λίμνης, γίγαντες Πρεσπών, μαγειρευτές πιπεριές με παστά φιλέτα από τσιρόνια και ψητό γριβάδι: ένα βασιλικό γεύμα! Πίσω από τις πυκνές καλαμιές, οι μικρές αγελάδες των Πρεσπών έβοσκαν αμέριμνες στον ζεστό ήλιο. Οι βιολόγοι ονομάζουν βραχυκέρατη τη μικρόσωμη αγελάδα των Πρεσπών και είναι ένα από τα απειλούμενα με εξαφάνιση ζώα του ευαίσθητου οικοσυστήματος τω λιμνών.
Υπάρχουν αρκετοί τρόποι για να πας από τις Πρέσπες στο Νυμφαίο. Διαλέξαμε ένα από τους ωραιότερους, μέσα από τα θεόπυκνα δάση με τις οξιές που απλώνονται στο Βίτσι, πάνω από το χωριό Υδρούσσα, και είδαμε το διάσημο χωριό να αναδύεται μέσα από σκοτεινά τούνελ που έφτιαχναν τα επιβλητικά αυτά δέντρα.
Το Νυμφαίο είναι ένα από τα ομορφότερα ορεινά χωριά της Ελλάδας το οποίο ξαναγεννήθηκε μέσα από τις στάχτες του. Ανελέητα χτυπημένο από τον εμφύλιο, ερημωμένο από τη μετανάστευση, περίμενε στα τέλη του 20ου αιώνα τη μοίρα του. Τα σπίτια γκρεμίζονταν – τα 2/3 του χωριού είχαν καταρρεύσει – τα παλιά καλντερίμια χορταριασμένα θάβονταν κάτω από την θεριεμένη βλάστηση και μόλις ελάχιστοί κάτοικοι, οι περισσότεροι αγελαδοτρόφοι, παρέμειναν στις πατρογονικές τους εστίες.
Στο εστιατόριο «Ωμέγας Τίγρης» στο Νυμφαίο για παστό κορέγονο Πρεσπών και αυγοτάραχο γριβαδιού, παστουρμά, λούζα και καβουρμά.
Το 1994 στο Νυμφαίο είχαν απομείνει μόλις 35 ψυχές (κάποτε εδώ ζούσαν 3000!). Τότε ο Νίκος Μέρτζος, διάσημος θεσσαλονικιός δημοσιογράφος και συγγραφέας, ανέλαβε (και παρέμεινε για 12 χρόνια) Πρόεδρος της Κοινότητας Νυμφαίου και μαζί με τον Γιάννη Μπουτάρη έκαναν έναν αγώνα δρόμου να βρεθούν πόροι, να γίνουν μελέτες, να ευαισθητοποιηθούν χορηγοί. Με ευρωπαϊκό αλλά και ελληνικό ιδιωτικό χρήμα το χωριό αρχίζει να ξαναζωντανεύει.
Ξαναφτιάχνονται καλντερίμια, ξαναστήνονται υποδομές, παλιοί Νυμφαιώτες ξαναγυρίζουν και επισκευάζουν τα σπίτια τους, γίνονται οι πρώτοι ξενώνες, ξεκινάει η δράση του Αρκτούρου με το καταφύγιο της αρκούδας. Δημιουργούνται θέσεις εργασίας, ξαναγυρίζουν νέοι άνθρωποι στο χωριό. Στο Νυμφαίο αναστηλώθηκαν περίπου 200 σπίτια, χτίστηκαν πάνω από 20 νέα και φτιάχτηκαν 70.000 τ.μ. καλντερίμι. Αληθινή αναγέννηση, όχι αστεία.
Στην ωραία μικρή πλατεία μας περίμενε ο ευγενικός και πολυπράγμων Δημήτρης Νούλης στο εστιατόριο «Ωμέγας Τίγρης». Το μαγαζί είναι μικρό στο μάτι αλλά πελώριο στο πιάτο! Ο Δημήτρης είναι ένας άοκνος ερευνητής της ντόπιας γαστρονομίας και φτιάχνει πολλά δικά του προϊόντα, μας έφερε δε απερίγραπτης νοστιμιάς πιάτα όπως παστό κορέγονο Πρεσπών και αυγοτάραχο γριβαδιού, δικό του παστουρμά, λούζα και καβουρμά, σαλάτα με αγριόχορτα, μαριναρισμένη προβατίνα σουβλιστή και σαλάτα άιβαρ με πιπεριές Φλωρίνης. Τα συνόδευσαν έκτακτα τα κρασιά του οινοποιείου Καρανίκα, από το Αμύνταιο.
Στο φουαγιέ του «La Moara» ο θρυλικός κυρ Γιάννης Μπουτάρης αφηγείται ιστορίες από τη ζωή του συνοδεία κρασιού από το οινοποιείο «Κυρ Γιάννη».
Το βράδυ μας βρήκε στον εμβληματικό ξενώνα «La Moara», τον οποίο έφτιαξε ο Γιάννης Μπουτάρης και συμβολίζει την αναγέννηση του Νυμφαίου. Είναι πιστός στην τοπική αρχιτεκτονική, διακοσμημένος με καλαίσθητες νότες παράδοσης και φωτεινά χρώματα, μπάνια και νιπτήρες καλυμμένα από μουσάντρες (παραδοσιακές ντουλάπες) και έναν θαυμάσιο κήπο με γκαζόν και θέα στους γύρω λόφους.
Και οποία έκπληξις! Στην παρέα μας εκείνο το βράδυ, στο φουαγιέ του «La Moara», ήταν αυτοπροσώπως ο θρυλικός κυρ Γιάννης Μπουτάρης, ο μέγας οινοποιός και πρώην Δήμαρχος Θεσσαλονίκης. Για ώρες πίναμε τα διάσημα κρασιά του από το οινοποιείο «Κυρ Γιάννη» στο Αμύνταιο και τον ακούγαμε να μας διηγείται πάμπολλες ιστορίες από την ζωή του ως οινοποιός και άνθρωπος που λάτρεψε και ανάδειξε το ελληνικό κρασί.
Η νύχτα στο ωραίο χωριό και στα γύρω δάση έπεφτε μαλακή σαν σκούρα πράσινη κουβέρτα. Την επόμενη ημέρα ο θαλερός κυρ Γιάννης Μπουτάρης θα γιορτάσει τα ογδοηκοστά του γενέθλια. Εκεί, στο αγαπημένο του Νυμφαίο ασφαλώς…
Μανιτάρια και αρκούδες
Το πρωινό ήταν ηλιόλουστο και πριν απολαύσουμε τις εξαιρετικές τσουκνιδόπιτες της Αργυρώς στο ξενοδοχείο, κάναμε ένα περίπατο στα κομψά δρομάκια για να δούμε μεταξύ άλλων και τη Νίκειο Σχολή, το αρχιτεκτονικό σήμα κατατεθέν του χωριού, την οποία δώρισε στο Νυμφαίο το 1928, ο μεγάλος καπνέμπορος Ζαν Νίκου. Το επιβλητικό κτήριο με τα εκλεκτικιστικά αρχιτεκτονικά στοιχεία, τα νεοβυζαντινά διακοσμητικά και το εντυπωσιακό πέτρινο καμπαναριό ήταν χάρμα με το ζεστό πρωινό φως του βουνού.
Αν θες να πας από το Νυμφαίο στα ορεινά των Γρεβενών πρέπει να έχεις ένα καλό χάρτη ή ένα καλό οδηγό, καθώς μπαινοβγαίνεις από κεντρικούς δρόμους και παρακλάδια της Εγνατίας Οδού, έως στενούς ορεινούς δρόμους, όχι πολλά χρόνια ασφαλτοστρωμένους. Σε κάθε περίπτωση είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα και γοητευτική πορεία. Ο οδηγός μας Χρήστος Μπαράς την έκανε ακόμη ωραιότερη ασφαλώς.
Περνώντας τις μικρές κοιλάδες του Αλιάκμονα και των παραποτάμων του, στα νότια της Καστοριάς, κάναμε μια στάση έξω από το χωριό Διαλεκτό, στο κτήμα Helixland όπου δοκιμάσαμε φρεσκομαγειρεμένα σαλιγκάρια και κρασιά από το Αμύνταιο δίπλα στις δασωμένες όχθες του μεγαλύτερου ελληνικού ποταμού. Βρισκόμασταν λίγο νοτιότερα από το Άργος Ορεστικό, την παλιά Χρούπιστα, όπου στην αρχαιότητα υπήρχε η Διοκλητιανούπολη, μια μεγάλη αρχαία πόλη την οποία έχτισε ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Διοκλητιανός γιατί απλώς του άρεσε πολύ η ομορφιά της φύσης εκεί! Τα ερείπια των τειχών της είναι ακόμη και σήμερα εντυπωσιακά…
Στον ανοιχτό ορίζοντα της Πίνδου γευτήκαμε πιάτα με άγρια μανιτάρια, ζυμαρικά, ριζότι και τυροκομικά από το τυροκομείο Σιαφαρίκα.
Εδώ και 10-12 χρόνια περίπου το τοπίο στα Γρεβενά έχει αλλάξει. Η καλλιέργεια λεβάντας, η οποία γίνεται με μεγάλη επιτυχία, έχει στολίσει τους λόφους με τα κίτρινα σταροχώραφα και τις βελανιδιές, με υπέροχα λιβάδια από αρωματικά άνθη, που σκεπάζουν σαν μωβ κύματα το τοπίο. Μέσα σε ένα τέτοιο μυρωδάτο χωράφι, λίγο έξω από το χωριό Καληράχη, μας είχαν στήσει τραπέζι παραγωγοί λεβάντας και άλλων αρωματικών φυτών και μας παρουσίασαν τα εξαιρετικά τους προϊόντα. Ο ήλιος ζέσταινε τα μοβ λιβάδια που έλαμπαν και η γεύση της λεβάντας στα λουκούμια και στη σοκολάτα ήταν ζαλιστικά όμορφη. Στο βάθος, όχι πολύ μακριά από εμάς, μαύριζαν τα δάση του Όρλιακα, πίσω από τα οποία βρίσκεται το ωραίο Σπήλαιο, ένα από τα πολύ χαριτωμένα ορεινά χωριά των Γρεβενών.
Όταν είχα πρωτοπάει στο Σπήλαιο (πριν πολλά πολλά χρόνια) εκεί σταμάταγε ο ασφαλτόδρομος και μόνο κάτι τρομεροί χωματόδρομοι από εκεί και κάτω σε οδηγούσαν στα μεγάλα βλαχοχώρια της Πίνδου, στο Περιβόλι και την Αβδέλλα και μετά κατέβαιναν στην καρδιά της Βάλια Κάλντα και στους βιότοπους της καφέ αρκούδας. Σήμερα ο ασφαλτόδρομος από το Σπήλαιο συνεχίζει στα χωριά αλλά εμείς ακολουθήσαμε μόνο το κομμάτι που φιδογυρίζει στο γκρεμό ως την κοίτη του Βενέτικου για να δούμε το γεφύρι της Πορτίτσας, ένα από τα ωραιότερα στην περιοχή των Γρεβενών (και έχει πολλά ωραία πέτρινα γεφύρια η περιοχή!).
Το γεφύρι βρίσκεται σε μια υπέροχη τοποθεσία, σαν τεχνητό όριο ανάμεσα στην στενή είσοδο του ομώνυμου φαραγγιού και την κοιλάδα του Βενέτικου που βρίσκεται ανάμεσα στους ορεινούς όγκους του Όρλιακα και της Λυκότρυπας. Κάτω από το δίτοξο γεφύρι (έχει ένα κύριο και ένα βοηθητικό τόξο), ρέει ο ποταμός Βενέτικος . Φωτογραφίζουμε κι εμείς το πιο πολυφωτογραφημένο γεφύρι του νομού, νεαρά ζευγάρια ρομαντζάρουν δίπλα στις χαλικόστρωτες όχθες με τα πόδια στο παγωμένο νερό. Επιστρέφοντας στο Σπήλαιο βλέπουμε το ιστορικό μοναστήρι της Παναγίας Σπηλαιώτισσας. Με χρήματα της Μονής χτίστηκε το γεφύρι της Πορτίτσας στα μέσα του 19ου αιώνα.
Οδηγώντας γύρω από το βουνό Όρλιακας κάναμε μια στάση για ένα σύντομο περπάτημα στα πυκνά δάση και ένα μικρό μάθημα επιβίωσης στη φύση από τον οδηγό βουνού Απόστολο Διανέλλο. Ο καιρός ήταν συννεφιασμένος πολύ όταν φτάσαμε στα Δύο Δέντρα, μια γοητευτική ράχη με φτέρες και ρόμπολα και εκπληκτική θέα στις κορφές της Βόρειας Πίνδου, το Ζυγό, το Αυγό, τη Φλέγκα, το Φλάμπουρο.
Ο Ανδρέας Σλιάρας, ο καλύτερος μανιταροσυλλέκτης των Γρεβενών είχε ανάψει τις εστίες του στην ύπαιθρο και μας ετοίμασε μέσα στην ομορφιά των ορεινών τοπίων ένα απερίγραπτης νοστιμιάς γεύμα με άγρια μανιτάρια, ζυμαρικά, ριζότι και τυροκομικά από το τυροκομείο Σιαφαρίκα. Το χλιαρό ψιλόβροχο που έπεφτε σποραδικά σαν να νοστίμιζε κι άλλο το απίθανο γεύμα, σαν να έβαζε κι άλλες μυρωδιές από την καρδιά του δάσους μέσα στα πεντανόστιμα πιάτα με τις μαύρες τρούφες και τις κανθαρέλες. Στο στόμα έμενε μια γεύση χθόνια…
Βραδιάζει στη Σμίξη, στο μεγάλο βλαχοχώρι της Πίνδου, τόπο διάσημων τσελιγκάδων αλλά και ξυλάδων: στα γύρω ρέματα δούλευαν παλιά πολλά νεροπρίονα. Η μπόρα έχει περάσει, ο ουρανός καθάρισε. Κάτω από το μπαλκόνι του ξενοδοχείου Valia Nostra βλέπουμε την γραφική κοιλάδα με τα πελώρια μαυρόπευκα να αλλάζει εικόνα, καθώς οι ομίχλες του απόβροχου άλλαζαν κι αυτές σπρωγμένες από το αεράκι του δειλινού.
Το ξενοδοχείο είναι ένα από τα κορυφαία στα ορεινά των Γρεβενών, εστιάζει στην άνεση και τη διακριτική πολυτέλεια και δημιουργεί μια ζεστή και οικεία ατμόσφαιρα με καθαρές γραμμές και ζεστά χρώματα που σε κάνει να νιώθεις ότι βρίσκεσαι στο βουνίσιο εξοχικό σου. Το βράδυ, στο μπαρ του ξενοδοχείου, θα ακούσουμε τζαζ από τη βραχνή φωνή της Εύας Ζαρζώνη και την κιθάρα του ταλαντούχου Αλέξη Κούβελα, μια γοητευτική μουσική που ντύνει ιδανικά την ήσυχη βραδιά στην καρδιά της Βόρειας Πίνδου. Τα δάση του Σμόλικα έξω μοσχοβολούσαν μανιτάρι και βρεγμένες πευκοβελόνες. Σίγουρα αυτό είναι το άρωμα τους, θα το θυμόμαστε και αύριο φεύγοντας. Είναι ένα νόστιμο άρωμα, όπως και όλο αυτό το ταξίδι.
Θα το νοσταλγήσουμε δηλαδή…