«Μην ζηλέψεις ποτέ τον καλύτερο. Να του δίνεις το χέρι και να του λες προχώρα.» Την συμβουλή αυτή του πατέρα μου, που είχε βιωματικό χαρακτήρα, δεδομένου ότι πολλές φορές στη ζωή του ήρθε αντιμέτωπος με τους τρόπους που μετέρχεται ο φθόνος των μέτριων ανθρώπων για να πλήξει τους ικανούς και, ιδίως όσους από αυτούς, σταθερά, εμμένουν σε αξίες και αρχές, την κουβαλώ πάντα στο μυαλό και την καρδιά μου. Και η ίδια προτροπή επιτάσσει εμένα σήμερα, να αποδώσω στον Αλέξανδρο Σωτηρίου Μπακαϊμη τα εύσημα, εφ’ ενός μεν για την σημαντικότατη πνευματική παρακαταθήκη που διαχρονικά μας χαρίζει, αφ΄ετέρου δε για το ήθος που τον διακρίνει ως άνθρωπο, και να του πω με παρρησία: «Προχώρα!»
Ο λόγος, το νέο του βιβλίο με τίτλο «ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΖΗΚΟΒΙΣΤΗΣ Ι. ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΣΙΣΑΝΙΟΥ ΚΑΙ ΣΙΑΤΙΣΤΗΣ» (Καστανοχώρια Δυτικής Μακεδονίας), που εκδόθηκε από τον Δήμο Άργους Ορεστικού, προλογίζεται από τον Μητροπολίτη Σισανίου και Σιατίστης Αθανάσιο και τον Δήμαρχο Άργους Ορεστικού Παναγιώτη Δημοσθένους Κεπαπτσόγλου, ενώ τα πνευματικά δικαιώματα του βιβλίου έχουν εκχωρηθεί από τον Αλέξανδρο Μπακαϊμη στην Ι. Μονή Αγίου Αθανασίου Ζηκοβίστης.
Και βεβαίως, θα επαναλάβω την φράση του διατελέσαντος Προέδρου της Δημοκρατίας Κων/νου Τσάτσου προς τον Ευάγγελο Αβέρωφ-Τοσίτσα: «Βαγγέλη έγραψες πολλά και καλά βιβλία, αλλά αυτό που έγραψες για το Μοναστήρι του Αϊ-Νικόλα είναι το καλύτερο. Γλαφυρότατο!» αλλάζοντας μόνο τα ονόματα: «κ. Αλέκο έγραψες πολλά και καλά βιβλία, αλλά αυτό που έγραψες για το Μοναστήρι του Αγίου Αθανασίου Ζηκοβίστης είναι το καλύτερο. Γλαφυρότατο!»
Και αυτό γιατί, ενώ δεν είναι η πρώτη φορά που διαβάζοντας ένα βιβλίο του Αλέξανδρου Μπακαϊμη νιώθω ότι «πίνω νερό από την πηγή», στο νέο του βιβλίο ο Αλέξανδρος Μπακαϊμης δεν αποκαλύπτεται μόνον ως άριστος φιλόλογος, ως δεινός ερευνητής, ως χρήστης του ορθού λόγου, ως θερμός πατριώτης, ως επίμονος αγωνιστής, ως πιστός χριστιανός, αλλά για πρώτη φορά αποκαλύπτεται, επιπλέον, ως εξαιρετικά λυρικός, ψυχικά διάφανος, ιδιαίτερα ευαίσθητος, σχεδόν όπως τα μικρά παιδιά, που πιστεύουν στα όνειρα. Στα όνειρα, που γίνονται πραγματικότητα.
Αυτή η «παιδική πίστη στο όνειρο» του Αλέκου Μπακαϊμη τροφοδότησε, νομίζω, με δύναμη την ψυχή του, και αποτέλεσε το εφαλτήριο, που συνέβαλε ουσιαστικά στην πραγματοποίηση ενός, κατ’ αρχήν, «ανέφικτου στόχου». Γιατί η αναστήλωση του καθολικού της Μονής, το οποίο παρουσίαζε σοβαρά προβλήματα, επετεύχθη μετά από σχεδόν 30 χρόνια συστηματικών ενεργειών, αρχής γενομένης από το έτος 1975 κατά το οποίο, για πρώτη φορά, ο Αλέξανδρος Μπακαϊμης επισκέφθηκε τον μακαριστό Μητροπολίτη Σισανίου και Σιατίστης Αντώνιο, από τον οποίο και ζήτησε να συγκροτηθεί ειδική επιτροπή Αναστηλώσεως, υπό την εποπτεία του, για την εξοικονόμηση χρημάτων προς εκτέλεση των αναγκαίων εργασιών.» Στην ίδια επιτροπή, ο Αλέξανδρος Μπακαϊμης άσκησε τα καθήκοντα του γραμματέα, επί 25 συναπτά έτη.
Άλλωστε, μετά από ενέργειες της Επιτροπής Αναστήλωσης, η Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, με κατάλληλη εισήγησή της, ζήτησε από το Υπουργείο Πολιτισμού το καθολικό της Ι. Μονής Αγίου Αθανασίου Ζηκοβίστης να χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο. Το αίτημά της έγινε αποδεκτό με την με αρ. /Φ25/49369/ 4210/ 10-4-76 Υ.Α. που δημοσιεύθηκε στις 29-4-1976 στο με αρ. 572, τ.β. ΦΕΚ., «διότι εκτός του ότι η Μονή εντός της οποίας ευρίσκεται ο εν λόγω ναός παρουσιάζει αρχαιολογικόν και ιστορικόν ενδιαφέρον αύτη εχρησίμευσε κατά τους χρόνους της δουλείας ως κρυφόν σχολείον και κατά τον Μακεδονικόν αγώνα ως τόπος συνεδριάσεως των επιτροπών του Αγώνος ο περί ου ο λόγος Ναός είναι κατάγραφος τοιχογραφιών του έτους 1785 εις τον κυρίως ναόν και του έτους 1787 εις τον νάρθηκα.»
Η Μονή, εκτός από το καθολικό και τον νάρθηκα, εντός του αύλειου χώρου, διέθετε δύο μεγάλα ξύλινα αμπάρια, 10-12 κελιά, που ήταν κτισμένα πάνω στα υπόγεια, σχολείο ανώτερο από των γύρω χωριών όχι όμως σχολαρχείο ή ημιγυμνάσιο (το οποίο λειτούργησε κατά την περίοδο 1872 έως 1885), φούρνο, τράπεζα, μαγειρείο ή «θεραπευτήριο;», και εκτός του αυλόγυρου, χαγιάτι, δύο αλώνια, αχυρώνα και προβάτα, ενώ το νερό «μεταφερόταν» στο Μοναστήρι με κιούγκια (πηλοσωλήνες). Η Μονή, είχε επίσης νερόμυλο στον χείμαρρο που πηγάζει στην εδαφική περιοχή των χωριών Νεστίμη (Νόστιμο) και Μπουχίνι (Ανθηρό), απασχολούσε έμμισθο προσωπικό και εθελοντές. Και ενώ κατά γενική ομολογία έσφυζε από ζωή, τρεισήμισι μήνες μετά την εξόντωση (4 Δεκέμβριου 1904) του διαβόητου Κωστάντου, υπεύθυνου (βοεβόδα) του Βουλγαρικού κομιτάτου, από τον οποίο υπέφεραν τα πάνδεινα οι φιλήσυχοι Καστανοχωρίτες, και συγκεκριμένα στις 18/19 Μαρτίου 1905, οι Βούλγαροι κομιτατζήδες «εισβαλόντες εις την παρακειμένην ιεράν μονήν Ζηκοβίστης έθεσαν πυρ και έκαυσαν αυτήν μετά των υποζυγίων και κτηνών».
Η Ι. Μονή Αγίου Αθανασίου Ζηκοβίστης ανήκε αρχικά στην Ιερά Μητρόπολη Καστορίας, και «δι’ αυτής μέχρι το 1769 στην Αρχιεπισκοπή Α’ Ιουστινιανής- Αχριδών», ενώ από «το 1767 που καταργήθηκε η ανωτέρω Αρχιεπισκοπή, οι μητροπόλεις Καστορίας και Σισανίου-Σιατίστης υπήχθησαν απευθείας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Σύμφωνα με τα γραφόμενα του Αναστάσιου Δάρδα, «Το μοναστήρι μετά το έτος 1918 υπάγεται στην δικαιοδοσία του μητροπολίτη Σισανίου και Σιατίστης.»
Κατά την διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα η μονή υπαγόταν απευθείας στην Μητρόπολη Καστορίας και προσέφερε «εξαιρετικά πολύτιμες υπηρεσίες στα αντάρτικα σώματα που δρούσαν στην περιοχή των Καστανοχωρίων ή διερχόμενα κατευθύνονταν προς την περιοχή της Καστοριάς ή προς την Β.Δ. Μακεδονία (Μοναστήρι, Μορίχοβο κ.λ.π. )» λόγω της στενής συνεργασίας των ιερέων των κοντινών οικισμών με τον θρυλικό Δεσπότη Γερμανό Καραβαγγέλη, «που επισκεπτόταν το ιστορικό μοναστήρι των Καστανοχωρίων και συσκεπτόταν μετά του Καπετάν Λίτσα (Αντώνιου Βλαχάκη) και προυχόντων της περιοχής προσευχόμενος στην Μονή υπέρ ευοδώσεως του ιερού Αγώνα.»
Η Ι. Μονή Αγίου Αθανασίου Ζηκοβίστης εγκαταλείφθηκε εντελώς το έτος 1946, με την έναρξη του εμφυλίου πολέμου, και επαναλειτούργησε το 2011 από τον μακαριστό Μητροπολίτη Σισανίου και Σιατίστης Παύλο, ο οποίος φρόντισε να εγκατασταθούν σε αυτήν δύο μοναχές, αφού η μονή διέθετε ήδη την αναγκαία υποδομή (κελιά, ασφαλτοστρωμένο αυτοκινητόδρομο, νερό, ρεύμα) και καθολικό του 1629 κατάγραφο με τοιχογραφίες των εξαίρετων λαϊκών αγιογράφων Δημητρίου Μπορποτζιώτου, από τη Δυτική Μακεδονία (Επταχώρι) και Μιχαήλ Χιωναδίτου, από την Ήπειρο.
Το καθολικό της μονής ιστορήθη «κατά το έτος 1785, αρχιερατεύοντος του Πανιερωτάτου και λογιωτάτου Καστορίας κυρίου Γενναδίου δι΄ εξόδων του πανοσιωτάτου Παπά κυρ Ανανίου και ηγουμένου», «επί δε του νάρθηκος υπάρχει η εξής επιγραφή: ιστορίσθη και εκαλλωπίσθη και ούτος ο παρών Νάρθηξ διά συνδρομής τε και εξόδων του πανοσιωτάτου κυρίου Παπά κυρ Ιακώβου Λουψιώτου 1787».
Επίσημα ανασυστάθηκε ως Γυναικεία Ιερά Κοινοβιακή Μονή Αγίου Αθανασίου Ζηκοβίστης με το Π.Δ. 17/23-02-2017, ενώ με την Πράξη 12/15-03-2017 του αείμνηστου Μητροπολίτη Σισανίου και Σιατίστης Παύλου διορίσθηκε η Μοναχή Σοφρωνία (κατά κόσμον Αντιγόνη) Γκότση ως Ηγουμένη της Ιεράς Μονής Αγίου Αθανασίου Ζηκοβίστης.
Κλείνοντας την αναφορά μου στην Ι. Μονή Αγίου Αθανασίου Ζηκοβίστης, η οποία συγκεντρώνει πλέον πολύ κόσμο τις Κυριακές αλλά και τις καθημερινές, χειμώνα καλοκαίρι, από την ευρύτερη περιοχή Άργους Ορεστικού και Καστοριάς, σε αντίθεση με τα γειτονικά χωριά που συρρικνώνονται συνεχώς πληθυσμιακά, συγχαίρω και πάλι θερμά τον Αλέξανδρο Σωτηρίου Μπακαϊμη, τον σημαντικότερο κατά την γνώμη μου επιζώντα πνευματικό άνθρωπο του γενέθλιου τόπου μας, όχι μόνον για την εν γένει συνεισφορά του στην ανάδειξη του πολιτισμού της Δυτικής Μακεδονίας με το συγγραφικό του έργο, αλλά και για το ήθος και την γενναιοδωρία που τον διακρίνουν ως άνθρωπο, και ζητώ εκ νέου από τον Δήμο Βοϊου και την Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας να αποδώσει, έγκαιρα, την οφειλόμενη τιμή στον εκ Δαμασκηνιάς Βοϊου ορμώμενο Αλέξανδρο Μπακαϊμη, όχι γιατί ο ίδιος έχει ανάγκη από τιμές, άλλωστε του απονεμήθηκαν κατά καιρούς πολλές διακρίσεις από πνευματικά ιδρύματα και άλλους φορείς, συμπεριλαμβανομένης και της Ακαδημίας Αθηνών, αλλά επειδή κατά τον Σόλωνα τον Αθηναίο, νομοθέτη και έναν από τους επτά σοφούς της Αρχαίας Ελλάδας, «εκείνη η πόλις άριστα οικείται εν η τους αγαθούς άνδρας συμβαίνει τιμάσθαι».
Άρα μη θανόντες τώ δοκείν ζώμεν μόνον,
Έλληνες άνδρες, συμφορά πεπτωκότες,
όνειρον εικάζοντες είναι τόν βίον;
ή ζώμεν ημείς, τού βίου τεθνηκότος;