Κάπως έτσι κοιτούσα με δέος τον Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα στο ποδόσφαιρο, τον Νίκο Γκάλη στο μπάσκετ ή τον Καρλ Λιούις στον στίβο. Στην παράσταση του τελευταίου στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες το 1984, όπου ως άλλος Τζέσε Όουενς κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο σε 100 μέτρα, 200, 4Χ100 και άλμα εις μήκος, ήμουν μόλις οκτώ ετών, αλλά το θυμάμαι. Πως να το ξεχάσει κανείς, άλλωστε;
Αν ο Μίλτος Τεντόγλου μεγαλουργούσε εκείνη την εποχή, θα ήταν ένας ακόμα «Θεός» στα μάτια του φιλάθλου, γιατί δεν θα είχε την τωρινή υπέρ – προβολή που προκύπτει από τηλεόραση, Διαδίκτυο, social media κλπ. Λάθος! Και τώρα μια τέτοια περίπτωση είναι ο δις χρυσός ολυμπιονίκης στο άλμα εις μήκος.
Δεν ξέρω αν έχουμε καταλάβει τι αθλητή έχουμε. Αλλά, στον στίβο γενικότερα και στο άλμα εις μήκος ειδικότερα, ο Μύθος (συγνώμη) Μίλτος Τεντόγλου είναι αυτή την στιγμή ένας παγκόσμιος σταρ, επιπέδου Αρμάντο Ντουπλάντις.
Εντάξει, δεν σπάει τα παγκόσμια ρεκόρ το ένα πίσω από το άλλο όπως κάνει ο εξωγήινος (χωρίς εισαγωγικά) επικοντιστής, αλλά κατακτά τα χρυσά μετάλλια με την ίδια συνέπεια, όντας ο απόλυτος κυρίαρχος σε ένα από τα πιο συναρπαστικά και δημοφιλή αγωνίσματα του στίβου.
Με τον «Μόντο», μάλιστα, έχει ένα ακόμα κοινό, αφού αμφότεροι έχουν πολύ καλό τους φίλο τον χάλκινο ολυμπιονίκη του επί κοντώ, Εμμανουήλ Καραλή. Σημειολογικά, την ίδια ημέρα που ο «Μανόλο» φόρεσε το χάλκινο μετάλλιο στο στήθος και μας χάρισε ένα ακόμα από τα αφοπλιστικά του χαμόγελα, ο Μίλτος πέταξε προς ένα ακόμα χρυσό μετάλλιο.
Και, βεβαίως, το έκανε με το φιλαράκι του να τον καμαρώνει από τις εξέδρες του «Σταντ ντε Φρανς», δίπλα σε δύο θρύλους του ελληνικού αθλητισμού, όπως ο Γιώργος Πομάσκι και η Σοφία Σακοράφα.
Φαντάζει έως και αστείο (συγνώμη Λούη Τσάτουμα…) που ο κορυφαίος άλτης στον κόσμο δεν έχει σπάσει ακόμα το πανελλήνιο ρεκόρ, το οποίο αντέχει ήδη 17 χρόνια. Γι’ αυτό ίσως να δηλώνει στο Gazzetta ότι «δεν ήμουν πολύ καλός», μετά από μια ακόμα ιστορική επιτυχία.
Δεν το λέει για να το «παίξει» κάποιος ή για να μας τρολάρει. Το πιστεύει. Και αυτή η στάση ζωής τον κάνει ακόμα σπουδαιότερο. Τον κάνει ακόμα μεγαλύτερο σταρ, αφού άλλωστε είναι ο μοναδικός μετά τον Καρλ Λιούις που έκανε ριπίτ σε χρυσά ολυμπιακά μετάλλια στο άλμα εις μήκος.
Ο Αμερικανός θρύλος πήρε τέσσερα σερί, από το Λος Άντζελες μέχρι την Ατλάντα (1996), διατηρώντας την πρωτιά ενδιάμεσα σε Σεούλ (1988) και Βαρκελώνη (1992). Στο τελευταίο, στα 35 του πια, εκμεταλλεύτηκε τα προβλήματα τραυματισμού των Μάικ Πάουελ και Ιβάν Πεδρόσο για να ανέβει ξανά στην πρώτη θέση του βάθρου, με χαμηλότερες για το επίπεδό του επιδόσεις.
Πήρε έτσι, μια άτυπη ρεβάνς από τον Πάουελ για τον κορυφαίο αγώνα όλων των εποχών στο μήκος, το 1991 στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του Τόκιο, όπου ο συμπατριώτης και μεγάλος του αντίπαλος έσπασε το παγκόσμιο ρεκόρ (8.95), με τους δύο αθλητές να κάνουν απίθανα άλματα και να κρατούν «ζωντανή» την αγωνία του κόσμου μέχρι το φινάλε.
Αυτό, ενδεχομένως, να λείπει από τον Τεντόγλου: Ο πολύ μεγάλος ανταγωνισμός. Ο αθλητής που θα τον πάει στα όρια του, που θα τον υποχρεώσει να κάνει την υπέρβαση, να προβληματιστεί και μέσα από αυτόν τον προβληματισμό, να εκτοξευτεί. Ο πιτσιρικάς Ιταλός Ματία Φουρλάνι, τρίτος στο Παρίσι, δείχνει ότι έχει τις προοπτικές για να εξελιχθεί τα επόμενα χρόνια σε αυτό το… κίνητρο.
Και να είστε σίγουροι. Αν ο Μίλτος βρει αυτό το πουσάρισμα που χρειάζεται, το πανελλήνιο ρεκόρ δεν θα αργήσει να σπάσει. Και, από εκεί και πέρα, κανείς δεν ξέρει τι μπορεί να ακολουθήσει από τον κορυφαίο αθλητή στίβου που έβγαλε ποτέ η Ελλάδα…
@Photo credits: INTIME.
Πηγή gazzetta.gr-Αλέξανδρος Λοθάνο