Βαλτόνερα. Ένα χωριό στα 12 χιλιόμετρα από το Αμύνταιο της Φλώρινας, αλλά πολύ πιο κοντά, στα μόλις 1.800 μέτρα από το ορυχείο της ΔΕΗ στην περιοχή. Όπως και άλλα χωριά και οικισμοί της περιοχής (Ανάργυροι, Πεδινό, Ροδώνας, Φανός), επλήγη από μια μεγάλη κατολίσθηση στο ορυχείο πριν από 8 χρόνια. Και έκτοτε έχει χαρακτηριστεί, με διαδοχικά πορίσματα έξι αρμόδιων επιστημονικών φορέων, επικίνδυνο για να ζει κανείς σε αυτό. Ιδίως στην περιοχή της αποκαλούμενης «κόκκινης ζώνης», η οποία διατρέχει σχεδόν κάθετα το χωριό και το «κόβει στη μέση».
Ένα χωριό όπου από τις 10 Ιουνίου 2017 όταν και συνέβη η μεγάλη κατολίσθηση, -η ισχυρότερη τέτοιου τύπου στην Ευρώπη πλησίον ενεργού λιγνιτωρυχείου, κατά τον καθηγητή Ευθύμιο Λέκκα-, η ζωή των κατοίκων έχει αλλάξει. Οι περισσότεροι από τους 170 κατοίκους του επέλεξαν, αναγκαστικά ή και συναισθηματικά, να συνεχίσουν να ζουν στον τόπο τους, όμως το κάνουν με πολύ μεγάλο ρίσκο. Ζουν μέσα στη διαρκή και μαρτυρική ανασφάλεια, στην κυριολεξία πάνω σε ρήγματα. Σε σπίτια, με περισσότερες ή λιγότερες, με μικρότερες ή μεγαλύτερες ρωγμές το καθένα και που συνεχώς αυξάνονται, έχοντας κάθε τόσο την αίσθηση ότι το έδαφος φεύγει κάτω από τα πόδια τους. Ζουν μέσα σε επικίνδυνα σπίτια, κανένα δεν έχει μείνει αλώβητο.
Κάποιοι αναγκάστηκαν να φύγουν. Είτε σε κοντινά, αλλά πιο ασφαλή χωριά, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που, έχοντας τη δυνατότητα, έστειλαν τα παιδιά τους ή και τους ηλικιωμένους γονείς τους στη Θεσσαλονίκη ή άλλες μεγάλες πόλεις και εκείνοι έμειναν πίσω. Και όσοι έχουν μείνει, ζουν με το φόβο της συνέχισης των κατολισθήσεων και νέων ζημιών ή και για την ίδια τη ζωή τους βεβαίως. Ενώ δεν συζητείται καν πόσο θα μεγεθύνονταν οι επιπτώσεις στην περίπτωση ενός σεισμού ή μια σφοδρής νεροποντής. Όμως οι διαρκείς εκκλήσεις τους να προχωρήσουν τάχιστα οι διαδικασίες μετεγκατάστασης τους δεν έχουν ακόμη εισακουστεί.
Πλειάδα επιστημόνων συμφωνεί με τις ανησυχίες των κατοίκων του χωριού. Η κινητοποίηση της επιστημονικής κοινότητας ήταν εξαρχής έντονη. Αλλά όχι αρκετή για να ταρακουνήσει, όπως φαίνεται, το κεντρικό κράτος. Από τις 7 Νοεμβρίου 2017, 5 μήνες μετά την κατολίσθηση, ο καθηγητής Δυναμικής Τεκτονικής, Εφαρμοσμένης Γεωλογίας & Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών, -και σήμερα πρόεδρος του ΟΑΣΠ-, Ευθύμιος Λέκκας, προειδοποίησε με έγγραφό του ότι τα κτίρια που βρίσκονται στην περιοχή που όρισε ως “κόκκινη ζώνη” κινδύνου (σχεδόν το 1/3 του χωριού) έπρεπε σταδιακά να εκκενωθούν για λόγους ασφαλείας και οι κάτοικοι τους πάραυτα να απομακρυνθούν.
Στα δε τέλη Αυγούστου του 2018, το ΙΓΜΕ χαρακτήρισε επίσης το 1/3 του οικισμού ακατάλληλο για κατοίκηση. Έξι είναι πλέον τα πορίσματα που «δείχνουν» προς την ίδια κατεύθυνση: απαλλοτρίωση των εκτάσεων και μετεγκατάσταση των κατοίκων. Αλλά αντί αποφάσεων και δραστικών κινήσεων, το κεντρικό κράτος παραμένει απαθές. Επί οκτώ χρόνια, δεν είναι λίγα. Παρότι κατά καιρούς, τα τοπικά, ακόμη όμως και εθνικής εμβέλειας Μέσα Ενημέρωσης αναδεικνύουν, με διάφορες αφορμές, το θέμα και τη μεγάλη εκκρεμότητα που παρατείνεται επικίνδυνα.
«Τους προειδοποιούμε συνεχώς. Πρέπει να φύγουμε, είναι επικίνδυνο να ζούμε εδώ. Υπάρχει κίνδυνος ακόμα και μιας τραγωδίας». Λόγια του Σ. Μάνου, που ακούγονται ως «κραυγή αγωνίας» για την αβελτηρία των αρμοδίων. Σύμφωνα δε με τη δικηγόρο Αριάδνη Νούκα «η κατάρρευση του μαντρότοιχου που σημειώθηκε προ δεκαημέρου, επιβεβαιώνει, με τον πλέον σαφή τρόπο, τον διαρκή και σοβαρό κίνδυνο που εξακολουθεί να υφίσταται στην περιοχή των Βαλτονέρων. Πρόκειται για εξέλιξη που ενισχύει την ανάγκη άμεσης παρέμβασης της Πολιτείας, ιδίως εντός της οριοθετημένης “κόκκινης ζώνης”, όπου το έδαφος παραμένει ασταθές και οι ανθρώπινες ζωές εκτεθειμένες».

Η προειδοποίηση του καθηγητή Ευθύμη Λέκκα από το 2017
Η ιστορική δικαστική απόφαση
Στο οκταετές αυτό τέλμα, κάτι φάνηκε να κινείται στις αρχές της φετινής χρονιάς, όταν πρώτα το Δημοτικό Συμβούλιο Αμυνταίου και εν συνεχεία το Περιφερειακό Συμβούλιο Δυτικής Μακεδονίας, ομόφωνα, αποφάσισαν υπέρ της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης. Και στη συνέχεια η υπόθεση, όπως πρέπει, πέρασε για τα περαιτέρω στα χέρια της Αθήνας και της κεντρικής διοίκησης. Έκτοτε αγνοείται. Καμιά εξέλιξη ακόμη δεν προέκυψε. Ούτε μετά την πρόσφατη κατάρρευση της περίφραξης.
Υπήρξαν ωστόσο ελπιδοφόρες εξελίξεις σε ένα άλλο επίπεδο, αυτό της Δικαιοσύνης. Το Πρωτοδικείο Αθηνών με απόφασή του τον περασμένο Απρίλιο, αναγνώρισε την επικινδυνότητα της παραμονής στα Βαλτόνερα, ιδίως εντός της “κόκκινης ζώνης”. Αποδέχθηκε, όσον αφορά τα αίτια, ότι τα φαινόμενα ρωγμώσεων και καθιζήσεων στον οικισμό οφείλονται στην αλλαγή του υδρογεωλογικού καθεστώτος της περιοχής, ως αποτέλεσμα της υπεράντλησης των υπόγειων υδροφορέων από τη ΔΕΗ για την ασφάλεια του ορυχείου. Και επιδίκασε αποζημιώσεις ύψους 3,35 εκατ. ευρώ σε 31 κατοίκους, οι οποίοι κινήθηκαν δικαστικά, για την ηθική και υλική βλάβη που υπέστησαν.
Ακόμη, για τα Γεωλογικά και Υδρογεωλογικά Στοιχεία, το Δικαστήριο έκανε αποδεκτές τις μελέτες του ΑΠΘ και του ΕΚΠΑ, που απέδειξαν τέσσερα πράγματα:
Α) Σημαντική πτώση της στάθμης των υπόγειων υδάτων (>50 μ.)
Β) Δημιουργία “κώνου πτώσης” της υδροστατικής στάθμης που επεκτείνεται μέχρι και 2 χιλιόμετρα, περιλαμβάνοντας τον οικισμό
Γ) Σύνδεση των ρωγμώσεων και των εδαφικών υποχωρήσεων με την άντληση από το ορυχείο
Δ) Αποκλεισμό της σεισμικής ή τεκτονικής δραστηριότητας ως αιτίας
Επίσης, όσον αφορά τις Κοινωνικές και Οικιστικές Επιπτώσεις αναγνωρίστηκε ότι ολόκληρος ο οικισμός βρίσκεται σε κατάσταση επισφαλούς διαβίωσης. Ακόμη σημειώθηκε η ύπαρξη “κόκκινης ζώνης” που απαιτεί απομάκρυνση κατοίκων.
«… σε άμεσο κίνδυνο, λόγω των εδαφικών ρωγμώσεων, βρίσκεται ο οικισμός Βαλτονέρων στο σύνολό του, καθώς λόγω της προαναφερόμενης κατάστασης του εδάφους και των φαινομένων εδαφικών ρωγμώσεων και διαρρήξεων υφίσταται κίνδυνος σε περίπτωση εκδήλωσης άλλων φαινομένων, όπως μιας ασθενούς σεισμικής δόνησης, να προκληθεί εκτεταμένη ζημία ή ακόμα και κατάρρευση στα ήδη καταπονημένα κτίρια και απειλείται η ευστάθεια του εδάφους της πληττόμενης περιοχής. Δεδομένης λοιπόν της ως άνω επικινδυνότητας η διαμονή στον οικισμό Βαλτονέρων καθώς και η καλλιέργεια των αγρών καθίσταται επισφαλής» αναφέρει χαρακτηριστικά η απόφαση.
Επισημάνθηκε ότι τα ακίνητα των εναγόντων έχουν ουσιαστικά απωλέσει τη χρήση και την αξία τους λόγω των φαινομένων, ενώ αναγνωρίστηκε η ευθύνη της ΔΕΗ ως κατόχου πηγής αυξημένου κινδύνου για την περιβαλλοντική ζημία.
Και βέβαια, επιδικάστηκαν αποζημιώσεις στους 31 ενάγοντες για την ηθική και υλική βλάβη που υπέστησαν, ως συνέπεια της περιβαλλοντικής υποβάθμισης.
Η απόφαση αποτελεί μία από τις πιο τεκμηριωμένες και ισχυρές που έχουν εκδοθεί για περιβαλλοντική ζημία στην Ελλάδα και δημιουργεί νομικό προηγούμενο για την ευθύνη μεγάλων φορέων απέναντι στις τοπικές κοινωνίες.

Η Αριάδνη Νούκα
Μιλώντας για την απόφαση η δικηγόρος που χειρίστηκε την υπόθεση για λογαριασμό των κατοίκων, Αριάδνη Νούκα δήλωσε στο Πρώτο Θέμα ότι αυτή «έχει ήδη αναγνωρίσει, με πλήρη τεκμηρίωση, τις ευθύνες των υπαιτίων, τον κίνδυνο και έχει επιδικάσει αποζημιώσεις στους κατοίκους. Η πραγματικότητα είναι πλέον νομικά και επιστημονικά αναγνωρισμένη.
Το ερώτημα πλέον είναι: θα περιμένουμε να χαθούν ζωές για να κινητοποιηθούν οι αρμόδιοι;
Αναμένουμε την άμεση ενεργοποίηση των αρμόδιων αρχών για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων προστασίας, πρόληψης και αποκατάστασης. Η προστασία της ανθρώπινης ζωής και της ασφάλειας των πολιτών αποτελεί πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας».
Βεβαίως ακολουθεί η κρίση της υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό.
Από την άλλη, «τρέχει» και μια μήνυση, από το 2021, του Δήμου Αμυνταίου κατά παντός υπευθύνου, η οποία οδήγησε σε πραγματογνωμοσύνη και ακολούθως ενοποίηση των πορισμάτων των έξι μελετών. Μετά από αναβολή, η εκδίκασή της έχει προσδιοριστεί για τον Μάρτιο του 2026, με υπόλογο τη διοίκηση της ΔΕΗ.

Αριστερά η Αριάδνη Νούκα, η δικηγόρος που χειρίστηκε την υπόθεση για λογαριασμό των κατοίκων και δεξιά η Δήμητρα Κατσουρίδου, ένα παιδί του χωριού, που στερήθηκε της όρασης, αλλά με τεράστια δύναμη και θέληση κατάφερε να μπει στο Βιβλίο των Ρεκόρ Γκίνες.
Η ιστορία του χωριού
Τα Βαλτόνερα είναι ένα όμορφο χωριό και οι κάτοικοί του είναι περήφανοι γι’ αυτό, όσο κι αν είναι αναγκασμένοι να το εγκαταλείψουν λόγω ανωτέρας βίας. Βρίσκεται στο κέντρο μιας πεδινής περιοχής, η οποία μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1950 ήταν βάλτος που τελικά αποξηράνθηκε. Εξ ου και η ονομασία του χωριού. Το έλος αποτελούσε τα απομεινάρια αρχαιότερης λίμνης, κάτι που εξηγεί και το σαθρό του εδάφους. Στις όχθες της είχαν αναπτυχθεί προϊστορικές εγκαταστάσεις, όπως αυτή που έχει εντοπιστεί στις παρυφές του χωριού και χρονολογείται στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού.
Σε αυτές τις αντίξοες συνθήκες εγκαταστάθηκαν το 1922 στην περιοχή πρόσφυγες από τον Πόντο, οι οποίοι ασχολήθηκαν με τη γεωργοκτηνοτροφία, ιδιαίτερα μετά την αποξήρανση του έλους και την αποκάλυψη καλλιεργήσιμων εκτάσεων.
Τα Βαλτόνερα το 2003 ξεπέρασαν σε φήμη τα σύνορα της χώρας, χάρη στη Δήμητρα Κατσουρίδου, ένα παιδί του χωριού, που στερήθηκε της όρασης, αλλά με τεράστια δύναμη και θέληση κατάφερε να μπει στο Βιβλίο των Ρεκόρ Γκίνες, συγκεντρώνοντας 8514 ξύστρες, που μάζευε επί 11 χρόνια, τη μεγαλύτερη συλλογή στον κόσμο. Το «κοριτσάκι με τις ξύστρες», δυστυχώς έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 46 ετών, τον Φεβρουάριο του 2020. Τώρα όμως, τα Βαλτόνερα επανέρχονται στη δημοσιότητα ως μια περίπτωση-επιτομή της κρατικής ολιγωρίας και αδιαφορίας απέναντι στις ανάγκες των ακριτικών κοινωνιών.
protothema.gr
Δείτε φωτογραφίες:















































Αν γίνει γεωφυσική διασκόπηση ΜΕΣΑ στα Βαλτόνερα, πολλοί θα χάσουν τον ύπνο τους. Ιδίως οι μεγαλόσχημοι καθηγητάδες.