του Μήκα Ελίμειου
Γ@μ@ του κέρατον μ΄ του τράγιου γ@μ@, τα “πηδηχτώ” απ΄ του παραθύρ΄!
Τι έπαθις μπρέ, μπόντους σι τσίμπσιν κι βρίιζ σαν να βρίσκισι σι χαμαιτυπείου; Ακούου τ΄γυναίκα μ΄ να μι λιέει μέσα απ΄του δουμάτιου, καθώς ιγώ άφηνα τα ψώνια απ΄τ΄λαϊκή κι απ΄του σούπιρ μάρκιτ, σην κουζίνα.
Ι, άσι μι κι σύ μάρ, μι τ΄ς αγράμματ΄που έμπλιξάμι.
Ποιοί μπρέ είνι οι αγράμματ΄κι πώς έμπλιξάμι;
Τώρα που γυρνούσα απ΄του σούπιρ μάρκιτ κι τ΄λαϊκή, άκουγα στου ράδιου ουραία τραγούδια μι χάλκινα κι κλαρίνα. Σι μια στιγμή λιέει ου ικφουνητής, του τραγούδι αυτό μας το ζήτησε ο, είπιν ιένα όνουμα κι συνέχισιν, από τα Σκύδρα! Ποιά Σκύδρα ρά μ@λ@κ@, μάθι γιουγραφία, άνξι κι κάνα λιξικό να ξιγκαβουθείς κι να πείς σουστά του όνουμα! Αλλά θέλου να π΄στέβου ου ακρουατής τουν είπιν αντάμα μι τ΄όνομα ότ΄είνι απ΄την Σκύδρα, γιατί αυτός δεν είπιν απ΄τη Σκύδρα κι΄είπιν απ΄τα Σκύδρα;
-Κιι γιατί ισύ συίσκις, ιδώ δεν συίσκις που μας άφκαν μι τ΄ς βαλίτσις στου χέρ΄κι δεν πήγαμι σην Κόζιαν΄αυτό σι πείραξιν;
Όχ΄μαρ, αλλά τς τάχου μαζουμένα, η άλλην ιπρουχτές στου χαζουκούτ΄ίλιγιν τ΄Σιάτστα, τα Σιάτιστα, ντίπ αστοιχίουτ΄είνι;
-Καλά που είσι ισύ γραμματζένους κι όλ΄οι άλλ΄είνι αγράμματ΄!
Δεν λιέου αυτό μαρ, αλλά τουλάχιστουν όταν γράφου κάτ΄ ή όταν έφκιανα τ΄ς ικπουμπές μ΄, ανοίγου κι άνοιγα κι κάνα λιξικό για να μην κάμου αλάθουν.
-Καλά άστα αυτά τώρα, για πέμι, είχιν κόσμουν η λαϊκή κι του σούπιρ μάρκιτ;
Γιουμάτ΄ απού κόσμουν κι η λαϊκή κι του σούπιρ μάρκιτ! Λίγ΄ήταν αυτοί που γιόμουζαν τα καρουτσάκια μι τρόφιμα, στ΄λαϊκή ήταν κανονικά δεν ίγλιπα πανικόν.
-Ιδώ δεν ισχύει η απαγόριψ΄; Ου κόσμους δεν είνι δίπλα ου ιένας απ΄τουν άλλουν; Γιατί απαγόριψαν τ΄ς απουκρές;
Τι ώρα είναι; Έντικα! -Πάμι να πιούμι κάναν καφέ να ξισυιστίς, να ηριμίις μην πάθς κι τίπουτα κι έχουμι κι άλλα, όσο για ΄ν Κόζιαν, πάμι αδέφτιρου!!
Μήκας Ελίμειος
29 Φεβρ.,2020