Ταξιδεύουμε με τις σκέψεις του Καβάφη στο σήμερα (Γράφει η Γιάννα Γκουτζιαμάνη)

12 Απριλίου 2020
19:16

 

Μέσα σ’ ένα χώρο κλειστό, νύχτα με απαλή μουσική, αναπολούμε. Η νύχτα μυρίζει Άνοιξη, μια ευωδία από ανθισμένα λουλούδια έρχεται από μακριά και φέρνει φωνές ζεστές, αγαπημένες από ανθρώπους που δεν είναι κοντά μας και μας μιλούν με ψίθυρους, τραγουδάνε, εξομολογούνται, μας θυμίζουν όμορφες στιγμές που ζήσαμε μαζί, και κάποιο χέρι ανάβει ένα, δυο, τρία και άλλα κεριά, μικρά, χρυσά, ζεστά για να μας δείξουν το δρόμο για το μέλλον μας, κι όσο ακολουθούμε τη γραμμή μπροστά με τ’ αναμμένα κεριά, πίσω μας μακραίνει η σκοτεινή γραμμή με τα σβηστά κεριά. Κοιτάζουμε τη γραμμή με φόβο, με τρομαγμένα μάτια, με ταραγμένο νου και προσπαθούμε ν’ αποφύγουμε το βέβαιο κίνδυνο που παραμονεύει στο σκοτάδι και μας απειλεί . Όμως, όχι. λάθος. Δεν το νιώσαμε καλά. Κάτι άλλο, μια άλλη καταστροφή μας συνεπαίρνει , και πρέπει να πούμε ένα Ναι ή ένα Όχι σ’ αυτούς που χωρίς λύπη, χωρίς αιδώ, μεγάλα και υψηλά τριγύρω μας έχτισαν τείχη, χωρίς να το καταλάβουμε κι εκεί μέσα ασφυκτιούμε, θέλουμε να βγούμε έξω, γιατί εκεί είχαμε πολλά να κάνουμε, μας περιμένουν φίλοι, εκδρομές, διασκέδαση, παιχνίδια, τρέξιμο, δουλειές, υποχρεώσεις, οικογένεια, φωνές, τραγούδια, ήχοι δυνατοί, ψιθυριστοί μας καλούν να βγούμε, να φύγουμε, όμως εμείς μέσα σε σκοτεινές κάμαρες τριγυρνάμε για να βρούμε τα παράθυρα, μια παρηγοριά, αλλά δεν βρίσκονται, ή δεν μπορούμε να τα βρούμε. Είναι σίγουρο ότι το θέλουμε;

Κι όπως είναι μεσάνυχτα, απ’ έξω ακούγονται φωνές, μουσικές εξαίσιες, περνά ένας αόρατος θίασος, δεν έχουμε καιρό, πρέπει να αποχαιρετήσουμε την πόλη αυτή, δεν είναι τόπος πια για μας. Υποχωρούν σιγά σιγά γύρω μας όλα όσα χτίσαμε εδώ: η τύχη μας, τα έργα μας, σχέδια, όνειρα. Είναι δύσκολο, αλλά πρέπει να ακούσουμε για τελευταία φορά τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου και να αποχαιρετήσουμε την Αλεξάνδρεια που χάνουμε.

Και τί μας περιμένει εκεί έξω; Μια πόλη δύσκολη, στενάχωρη, μια ζωή χωρίς ευκαιρίες, δράση, περιπέτειες, επιτυχίες, εκπλήξεις. Και παίρνουμε την απόφαση να φύγουμε μακριά, σε άλλες θάλασσες, σε άλλες πόλεις, αλλά….. κάθε προσπάθεια είναι μια καταδίκη, παντού μας ακολουθεί αυτό που βλέπουμε πίσω μας, τα ερείπια μιας ζωής.

Και πάμε οδοιπόροι για τα Σούσα. Εκεί μας περιμένει στην αυλή του ο μονάρχης Αρταξέρξης και μας προσφέρει σατραπείες, πλούτη, χλιδή. Κι εμείς τα δεχόμαστε με απελπισία αυτά τα πράγματα που δεν τα θέλουμε, γιατί φθόνοι και αντιζηλίες μας εμπόδισαν να χαρούμε τις επιτυχίες μας. Υποκύψαμε στις δυσκολίες και τώρα θα ζήσουμε με τα πλούτη, αλλά ,

Μας λείπουν τα όμορφα, η παρέα, τα εύγε, το θέατρο, η ευγένεια, η άμιλλα, η αγάπη, πώς θα ζήσουμε χωρίς αυτά;

Κάποιος να μας δώσει μια απάντηση, να πάμε στους Δελφούς, με δώρα ακριβά, οι ιερείς έχουν μια σοφή απάντηση για όλα. Εκεί περιμένουν κι οι πρέσβεις απ’ την Αλεξάνδρεια μιαν απάντηση για τους δυο αντίζηλους Πτολεμαίους βασιλείς, για το ποιος θα πάρει την εξουσία. Κι ενώ περιμένουν με αγωνία, τα νέα έφτασαν από τη Ρώμη βαριά. Η μοιρασιά έγινε εκεί.

Τι μας απομένει λοιπόν; Η μοίρα των αδύναμων, των εξαρτημένων είναι κοινή μ’ εκείνην των Τρώων;

Κομμάτι κατορθώνουμε, κομμάτι και αγωνιζόμαστε κι ελπίζουμε ότι θα νικήσουμε της τύχης την καταφορά. Μα πάντα κάτι βγαίνει και μας σταματά. Είναι ο Αχιλλεύς, οι αδυναμίες, οι φόβοι μας, η αγριότητα της εξουσίας, που με φωνές μεγάλες μας τρομάζουν. Γι αυτό, όταν έρθει η μεγάλη κρίση, ταράττεται η ψυχή μας, παραλύει. Πολλοί λένε πως η πτώσις μας είναι βεβαία. Θα το δεχτούμε; Θ’ αφήσουμε να αποφασίσουν οι άλλοι για μας;

Τώρα όμως να γυρίσουμε πίσω, στην πόλη μας, στην Αλεξάνδρεια.

Κόσμος πολύς περιμένει στην πλατεία συναθροισμένοι. Και ρωτάμε, γιατί; Είναι οι βάρβαροι να φτάσουν σήμερα. Και άλλοι ρωτούν: γιατί η βουλή δεν νομοθετεί; Γιατί οι βάρβαροι σαν έρθουν θα νομοθετήσουν. Γιατί οι πολιτικοί μας φόρεσαν δαχτυλίδια λαμπρά, σμαράγδια γυαλιστερά; Γιατί τέτοια θαμπώνουν τους βαρβάρους. Γιατί οι ρήτορες δεν βγάζουν λόγους; Γιατί οι βάρβαροι βαριούνται ευφράδειες και δημηγορίες.

Και μονομιάς ανησυχία και σύγχυσις. Τα πρόσωπα έγιναν πολύ σοβαρά.

Κι εμείς ρωτάμε: γιατί αδειάζουν γρήγορα οι δρόμοι κι οι πλατείες κι όλοι γυρνούν στα σπίτια τους πολύ συλλογισμένοι;. Γιατί οι βάρβαροι δεν ήρθαν και είπαν πως βάρβαροι πια δεν υπάρχουν.

Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους; Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις.

Κοζάνη 13-5-2013

Γκουτζιαμάνη Γιάννα

Ένα σχόλιο

Αφήστε μία απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

*

Προσοχή!!! Για να δημοσιεύονται, από 'δω και στο εξής, τα σχόλιά σας, θα πρέπει να επιλέγετε, την παρακάτω επιλογή  "Διάβασα και αποδέχομαι τους Πολιτική απορρήτου  " που σημαίνει ότι διαβάσατε κι αποδέχεστε την πολιτική απορρήτου του kozan.gr. Αν, κάποια φορά, ξεχάσετε να το κάνετε θα λάβετε μια ειδοποίηση ότι δεν το πατήσατε (αρα δεν αποδεχτήκατε την πολιτική απορρήτου). Σε αυτή την περίπτωση, για να μη χαθεί το σχόλιο σας, πατήστε να γυρίσετε πίσω  και ξαναπατήστε "δημοσίευση", τσεκάροντας, προηγουμένως, την προαναφερόμενη επιλογή. Η συμπλήρωση των πεδίων όνομα, Ηλ. διεύθυνση και ιστότοπος, της παραπάνω φόρμας, δεν είναι υποχρεωτική.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

Μείνετε συντονισμένοι