Μπήκε ο Δεκέμβρης. Το φως της μέρας υποχώρησε μπροστά στο κυριαρχικό σκοτάδι της νύχτας, που απλώθηκε πυκνόφυλλο και σκέπασε τη φύση.
Στη σιγαλιά του κουρνιάζουν τα ζωντανά και περιμένουν υπομονετικά να μεγαλώσει σπυρί σπυρί η μέρα και να τρέξουν στο ερωτικό κάλεσμα της Άνοιξης. Ένας μόνο δεν μπορεί να ακολουθήσει αβίαστα τους ρυθμούς της φύσης, ο άνθρωπος.
Το φως και το σκοτάδι παλεύουν μέσα του άγρια, ποιο θα νικήσει. Το φως της αγάπης με τα φωτάκια του χριστουγεννιάτικου δέντρου και των κεριών αναμετριέται με το σκοτάδι του κακού. Έτσι ζήσαμε « Κάτι μέρες…», που αυτή η αναμέτρηση μας έφερε ανατριχίλα.
Η νύχτα αντί να «σπιθίζει από δροσοσταλίδες και άστρα», γέμισε από φωνές – βέλη που σπέρνουν φόβο και ανασφάλεια: ακρίβεια, βαρύς χειμώνας, πλειστηριασμοί, υποκλοπές, παρακολουθήσεις, ενεργειακή κρίση, προκλητικά σκάνδαλα, εκατομμύρια πάνε κι έρχονται σε υπόγειες διαδρομές, η εξουσία χαμογελά σαρδόνια, αστυνομική βία και καταστολή τρομοκρατούν και οι σφαίρες χτυπούν στο κεφάλι, στέλνουν στο θάνατο τον Κώστα Φραγκούλη, το Νίκο Σαμπάνη τον Αλέξη Γρηγορόπουλο, τον Παύλο Φύσσα, το Ζακ Κωστόπουλο, γιατί ήταν νέοι κι ανυπότακτοι στον αυταρχισμό.
Τρέμει η γη για το κρίμα, που τους δέχτηκε τόσο πρόωρα και άδικα στην αγκαλιά της, μαζί και τις μαχαιρωμένες και πυροβολημένες γυναίκες, τους θαλασσοπνιγμένους.
Οι δολοφόνοι μένουν ατιμώρητοι. Και φοβίζουν περισσότερο αυτά που είναι να΄ρθουν.
Οργισμένες φωνές των πονεμένων σκίζουν τον αέρα: «Απαιτούμε δηκεοσίνι».
Δεν Ήμαστε Καθόλου σαν Εκείνους, Όλοι Σιωπούμε, δεν είμαστε Ίσοι απέναντι στο Νόμο. Μας τρομάζει ο καθρέφτης μας, Ίσως να δούμε τον εαυτό μας στο πρόσωπό τους. ( Ίσως να μη βλέπουμε πέρα από τον εαυτό μας).
Πώς άλλαξε έτσι το πρόσωπο της Δικαιοσύνης; Σκυφτό το κεφάλι της, θολό το βλέμμα της, τραυλίζει ακατάληπτες αποφάσεις. Τα χέρια της δεν είναι καθαρά, το φόρεμα της σκισμένο από τις σφαίρες των δολοφόνων.
Ποιος θα την ξεπλύνει και θα αποκαταστήσει τη σεβάσμια αυστηρή μορφή της;
Οι οργισμένες φωνές στρέφονται προς τη Δημοκρατία. Είναι η μόνη που μπορεί να δώσει τα εχέγγυα και στη Δικαιοσύνη. Μόνο που κι εκείνη είναι λαβωμένη. Κάποιοι άλλοι, οι «άνωθεν» την ακρωτηρίασαν, τη φίμωσαν και την αλυσόδεσαν.
Και τότε ποιος θα αποκαταστήσει το δίκιο;
. . .
25 Όσο να σε λυπηθεί
της αγάπης ο Θεός, ( ή ο Λαός)
και να ξημερώσει μιαν αυγή,
και να σε καλέσει ο λυτρωμός,
30 ω Ψυχή παραδαρμένη από το κρίμα! (ή από το χρήμα)
Και θ’ ακούσεις τη φωνή του λυτρωτή,
θα γδυθείς της αμαρτίας το ντύμα,
και ξανά κυβερνημένη κι αλαφρή,
35 θα σαλέψεις σαν τη χλόη, σαν το πουλί,
σαν τον κόρφο το γυναικείο, σαν το κύμα
και μην έχοντας πιο κάτου άλλο σκαλί
να κατρακυλήσεις πιο βαθιά
στου Κακού τη σκάλα,
για τ’ ανέβασμα ξανά που σε καλεί,
40 θα αιστανθείς να σου φυτρώσουν, ω χαρά!
τα φτερά,
τα φτερά τα πρωτινά σου τα μεγάλα!
Από το “Δωδεκάλογο του γύφτου” Κωστής Παλαμάς
ΥΓ
Υπό το βάρος των ημερών μας οι λέξεις θεός και κρίμα παραχωρούν τη θέση τους στις λαός και χρήμα (πάντα με την κατανόηση του αναγνώστη)
Χρυσόθεμις ( Γ. Ρίτσος )
. . .
«Η κάθε μέρα κάτι μας αφήνει για τη νύχτα. Είναι δύσκολος κάποτε ο ύπνος, αν κάτι δεν έχεις να αντιπαραθέσεις στο σκοτάδι που ενεδρεύει»
. . .
Κοζάνη 18-12-2022
Γκουτζιαμάνη Γιάννα