«Δυστυχώς δημόσια συζήτηση για τα δάση και τις δασικές εκτάσεις γίνεται μόνο το καλοκαίρι, όταν δηλαδή αυτά καίγονται. Και τότε όμως η συζήτηση περιστρέφεται αποκλειστικά γύρω από την καταστροφή και τις αποτυχημένες προσπάθειες καταστολής των πυρκαγιών. Υπεύθυνη για τη δασοπυρόσβεση είναι εδώ και 25 χρόνια η Πυροσβεστική. Νωρίτερα ήταν η Δασική Υπηρεσία. Μέσα σε αυτά τα 25 χρόνια έχει αποδειχθεί πως η επιλογή αυτή ήταν αποτυχημένη. Οι δασικές εκτάσεις που κάηκαν την περίοδο 1998-2023 είναι πολλαπλάσιες από αυτές που είχαν καεί την προηγούμενη 25ετία, 1972-1997. Και αυτό δεν το υποστηρίζουν μόνο οι δασολόγοι, το έχουν παραδεχθεί και υψηλόβαθμα στελέχη της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας. Πολλοί είναι οι λόγοι για την αύξηση των δασικών πυρκαγιών, ο βασικότερος όμως είναι πως δεν δίνεται σημασία στην πρόληψη. Τα κονδύλια που παίρνει κάθε χρόνο η Δασική Υπηρεσία για την πρόληψη είναι ελάχιστα μπροστά σε αυτά που πάνε για την καταστολή. Η Υπηρεσία βρίσκεται στα όρια της διάλυσης καθώς δεν έχει γίνει καμία πρόσληψη εδώ και 15 χρόνια.
Χωρίς πρόληψη η εύφλεκτη βιομάζα αυξάνεται και έτσι αυξάνονται και οι πυρκαγιές. Η βόσκηση αγροτικών ζώων, μπορεί να μειώσει σημαντικά την εύφλεκτη βιομάζα. Είναι ένα οικολογικό εργαλείο ιδιαίτερα αποτελεσματικό. Όπου δεν υπάρχει βόσκηση ή όπου δεν επιτρέπεται, οι καθαρισμοί θα πρέπει να γίνουν από τον άνθρωπο. Αυτό σημαίνει πως όλα τα δάση και οι δασικές εκτάσεις θα πρέπει να διαχειρίζονται. Πρόληψη επίσης είναι και ο γρήγορος εντοπισμός της φωτιάς με περιπολίες, πυροφυλάκια, drone. Όταν εντοπίζεται γρήγορα η φωτιά σβήνει εύκολα.
Σε αντίθεση με ότι ακούγεται και γράφεται, η Πυροσβεστική Υπηρεσία είναι άρτια εξοπλισμένη (3.700 Πυροσβεστικά οχήματα και περίπου 90 εναέρια μέσα) και αρκετά καλά στελεχωμένη (κάθε χρόνο προσλαμβάνονται 200 αξιωματικοί και υπαξιωματικοί, ενώ πέρσι προσλήφθηκαν και 500 δασοπυροσβέστες). Το αίτημα για περισσότερα Καναντέρ και διορισμούς είναι εντελώς λανθασμένο. Ζητά στην ουσία ακόμη περισσότερη καταστολή αντί να ζητά πρόληψη. Τις φωτιές άλλωστε σβήνουν οι επίγειες δυνάμεις, οι εναέριες έχουν κυρίως βοηθητικό ρόλο.
Οι δασικές πυρκαγιές δεν μπαίνουν για να εγκατασταθούν στη συνέχεια ανεμογεννήτριες. Η νομοθεσία επιτρέπει την εγκατάσταση ΑΠΕ σε δάση και δασικές εκτάσεις. Δεν χρειάζεται δηλαδή να καούν για να τοποθετηθούν σε αυτές νέες ΑΠΕ. Άλλωστε ποιος θα έκαιγε τουριστικές εγκαταστάσεις, όπως συμβαίνει στη Ρόδο, για να φτιάξει ανεμογεννήτριες. Τα μεσογειακά οικοσυστήματα καίγονταν πάντοτε. Για το λόγο αυτό η βλάστηση που κυριαρχεί σε αυτά είναι προσαρμοσμένη στη φωτιά και έχει αναπτύξει μηχανισμούς για τη φυσική της αναγέννηση. Η κλιματική αλλαγή επιδεινώνει τις συνθήκες, δεν μπορεί όμως να αποτελεί άλλοθι. Αφού ξέρεις ότι θα υπάρχουν συχνότερες πυρκαγιές παίρνεις τα μέτρα σου και δεν μιλάς για “φυσικά φαινόμενα”. Το αποτυχημένο μοντέλο δασοπυρόσβεσης πρέπει να αντικατασταθεί. Θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην πρόληψη, όπως γίνεται και σε άλλες μεσογειακές χώρες. Θα πρέπει να ενισχυθεί σημαντικά η Δασική Υπηρεσία ώστε τα διαχειριστικά σχέδια να υλοποιούνται και να μην μένουν στα χαρτιά. Θα πρέπει επιτέλους να αξιοποιηθεί το πόρισμα της επιτροπής Goldamer, στην οποία συμμετείχαν οι κορυφαίοι πυρκαγιολόγοι, και στο οποίο περιλαμβάνεται πληθώρα προτάσεων και μέτρων στη σωστή κατεύθυνση».
Ίσως ισχυριστεί κάποιος ο κ. καθηγητής αναζωπυρώνει την αντιπαλότητα, που εκδηλώθηκε με τη μεταφορά του έργου της δασοπυρόσβεσης από τη δασική στην πυροσβεστική Υπηρεσία. Υπάρχουν όμως σημεία άξια προσοχής. «Το προλαμβάνειν κρείττον του θεραπεύειν» έλεγαν οι πρόγονοί μας. Αναμφισβήτητα η δασική Υπηρεσία, όπως και πολλές άλλες του Δημοσίου τομέα, και κυρίως το ΕΣΥ, έχουν υποστελεχωθεί επικίνδυνα κατά την περίοδο των μνημονίων. Χρειάζεται διαρκής επαγρύπνηση για την έγκαιρη αντίληψη εκδηλουμένων πυρκαγιών. Και πρέπει να δεχθούμε ότι η ανευθυνότητα των πολιτών αυξάνει σε κράτος αναξιόπιστο. Το κύριο πάντως ερώτημα είναι: Οφείλονται όλες οι πυρκαγιές σε «τυχαίους» παράγοντες; Δεν υπάρχουν εμπρησμοί; Δεν βρίσκει άραγε η πυροσβεστική Υπηρεσία στοιχεία, που να τους τεκμηριώνουν; Μετά τις καταστρεπτικές πυρκαγιές στην Πελοπόννησο (2007), ο τότε αρμόδιος υπουργός είχε κάνει λόγο για ασύμμετρη απειλή. Ασαφής βέβαια ό «μισόλογος», όμως απαράδεκτος ο χλευασμός από πλευράς της τότε αντιπολίτευσης. Πέρα από τους πυρομανείς, που αναφύονται σε κοινωνίες που βιώνουν παρακμή, υπάρχουν πάντοτε και οργανωμένα συμφέροντα, που επωφελούνται από τις πυρκαγιές. Αποχαρακτηρισμοί δασικών εκτάσεων κατά το παρελθόν έχουν συμβεί. Και αν ανεμογεννήτριες είναι δυνατόν να εγκατασταθούν και σε δασικές εκτάσεις, αυτό δεν αίρει την όποια επιφύλαξη έχει μερίδα πολιτών για τις καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις των κρατούντων ότι θα ακολουθήσει αναδάσωση. Δυστυχώς η Πολιτεία κάνει κάθε τι ώστε να αποτρέψει την πρωτοβουλία τοπικών παραγόντων για αναδασώσεις. Πρώτοι οι μαθητές έπρεπε να προτρέπονται προς την κατεύθυνση αυτή.
Όσο για τα μέσα πυρόσβεσης δεν είναι κακό να ενισχυθούν ακόμη περισσότερο. Αν οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ ενδιαφέρονταν κάπως για το εσωτερικό της χώρας αντί να προκαλούν πολέμους, θα είχαν έναν κατά πολύ πιο ισχυρό αντιπυρικό μηχανισμό και δεν θα καιγόταν κάθε χρόνο η Καλιφόρνια. Το ίδιο ισχύει και για την Αυστραλία και τις μεσογειακές χώρες, μέλη του ΝΑΤΟ. Θα μπορούσαν οι ΗΠΑ να μας πωλούν πυροσβεστικά μέσα αντί για σύνεργα του πολέμου. Δυστυχώς όμως αυτοί που κυβερνούν τον πλανήτη έδειξαν ότι δεν νοιάζονται για την ευημερία των λαών. Συνεπώς «ασύμμετρη» απειλή υπάρχει, δηλαδή με καθαρά λόγια κάποιες πυρκαγιές πολύ πιθανόν να οφείλονται σε εμπρησμούς με εντολή έσωθεν ή έξωθεν προς εξυπηρέτηση αθλίων συμφερόντων.
Σημαντική είναι η παρατήρηση του καθηγητού για τον ρόλο που διαδραματίζει στην προστασία του δάσους η βόσκηση. Και εμείς παρακολουθούμε με απάθεια να σφάζονται τα κοπάδια μας το ένα μετά το άλλο. Πέρα από την προστασία του δάσους τα κοπάδια συμβάλλουν καθοριστικά στη διατροφή μας. Το συνειδητοποιούμε, τί μας περιμένει;
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»