Η καύση σκουπιδιών είναι μια μέθοδος διαχείρισης αποβλήτων, που παράγει ενέργεια, προκαλώντας δυσμενείς οικολογικές, υγειονομικές και κοινωνικές συνέπειες, λόγω της απελευθέρωσης τοξικών ουσιών όπως οι διοξίνες και τα βαρέα μέταλλα.
Πρόκειται για μια ξεπερασμένη πρακτική, η οποία δημιουργεί προβλήματα συμβατότητας με την ισχύουσα γενική νομοθεσία περί αποβλήτων, καθώς ενδέχεται να χαρακτηριστεί ισοδύναμη της ταφής. Η διεθνής εμπειρία δείχνει καθαρά ότι η καύση σκουπιδιών δεν είναι λύση, αλλά είναι πρόβλημα.
Η κατασκευή της Μονάδας Επεξεργασίας Απορριμμάτων, αντιστρατεύεται την ανακύκλωση. Σημειώνεται ότι από το 2020, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και τα Ταμεία Συνοχής δεν χρηματοδοτούν πλέον νέες μονάδες καύσης, επειδή θεωρούνται εμπόδιο στην κυκλική οικονομία.
Οι εξεζητημένες απαιτήσεις των μονάδων καύσης οδηγούν σε, σχεδόν, αναγκαστική επιβολή της ιδιωτικοποίησης της διαχείρισης των αποβλήτων, σε βάρος του δημόσιου και κοινωνικού ελέγχου σε έναν τόσο κρίσιμο τομέα. Είναι ταυτόχρονα μια ακριβή λύση που απαιτεί τεράστιες επενδύσεις και δημιουργεί μακροχρόνιες οικονομικές υποχρεώσεις.
Η εξασφάλιση της βιωσιμότητας των μονάδων καύσης, απαιτεί μακροχρόνια και εγγυημένη τροφοδοσία με απορριμματογενή καύσιμα. Απαιτεί τεράστια ποσά δημόσιου χρήματος για επενδύσεις αντιπεριβαλλοντικές και χαμηλής απασχολησιμότητας, ενώ, ταυτόχρονα, εκτοξεύει στα ύψη το κόστος διαχείρισης των αποβλήτων, το οποίο θα επωμιστούν τα πιο αδύναμα στρώματα.
Η καύση απορριμμάτων είναι ανταγωνιστική με την ανακύκλωση. Καταστρέφει πολύτιμους πόρους και παρεμποδίζει την προώθηση μιας πραγματικής κυκλικής οικονομίας. Εν έτη 2025 η βιώσιμη λύση δεν βρίσκεται στον καύση, αλλά στη μείωση, την επαναχρησιμοποίηση και την ανακύκλωση των απορριμμάτων, καθώς βασικός στόχος και ταυτόχρονα νομική υποχρέωση της χώρας μας είναι να πετύχει 60% ποσοστό ανακύκλωσης μέχρι το 2030, και 65% μέχρι το 2035.
Το εθνικό νομικό πλαίσιο θεωρητικά είναι, πλήρως, εναρμονισμένο με τις ευρωπαϊκές οδηγίες. Ωστόσο, είναι απαραίτητη η εφαρμογή των νόμων, για να μην εξακολουθεί η χώρα μας να αποτελεί τον ουραγό της Ε.Ε. σε θέματα διαχείρισης πόρων και αποδοτικότητας. Η διαχείριση απορριμμάτων είναι, συνταγματικά κατοχυρωμένη, αρμοδιότητα των Δήμων. Η επίδειξη θεσμικής μονοκρατορίας του κεντρικού κράτους, παραπέμπει σ’ άλλες εποχές. Και, ασφαλώς, η ενεργειακή αξιοποίηση δεν μπορεί να προχωρήσει ως τεχνοκρατική ή επιχειρηματική επιλογή, αλλά μόνο μέσα από έναν σχεδιασμό που σέβεται το περιβάλλον και τη φωνή και την ανησυχία των πολιτών.
Δυστυχώς, η ίδια λογική επιχειρείται να εφαρμοστεί: στη διαχείριση των υδάτων, με συγκέντρωση αρμοδιοτήτων σε κεντρικούς φορείς, στις πολεοδομίες, με αφαίρεση αρμοδιοτήτων από τους Δήμους, αντί για ενίσχυση, στη μόνιμη υποστελέχωση, που οδηγεί την πρωτοβάθμια αυτοδιοίκηση σε δυσλειτουργία, αλλά και στη διαχείριση του «Τέλους Ανθεκτικότητας», το οποίο χώρα μας παρακρατείται από το κεντρικό κράτος και δεν αποδίδεται στους Δήμους, όπως συμβαίνει στο σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών.
Η Περιφέρειά μας βιώνει μια άκρως δύσκολη κατάσταση, όπως αποτυπώνεται στην Ετήσια Έκθεση 2025 του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ, που δημοσιεύτηκε στις 17 Ιουνίου. Αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις σε όλα τα επίπεδα. Δημογραφικά έχει καταρρεύσει καταγράφοντας τη μεγαλύτερη ποσοστιαία μείωση πληθυσμού στην Ελλάδα, φτάνοντας το 13,7% την περίοδο 2009-2024. Παράλληλα, ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός της περιφέρειας (ηλικίες 15-64 ετών) συρρικνώθηκε κατά 7,9% την ίδια περίοδο. Η ανασφάλεια και η φτώχεια, αποτυπώθηκε στην υποχώρηση του δείκτη γεννητικότητας και αύξηση της μετανάστευσης προς το εξωτερικό.
Όλοι εμείς που γεννηθήκαμε, κατοικούμε, δραστηριοποιούμαστε στην ακριτική Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας, που αποτέλεσε την ενεργειακή καρδιά της Πατρίδας μας για 50 χρόνια και το πλήρωσε ακριβά, ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ λύσεις, που προτάσσουν την πρόληψη, την ανακύκλωση και την κυκλική οικονομία, αντί για επιλογές που εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους για το περιβάλλον, όπως η καύση απορριμμάτων και η παραγωγή τοξικής τέφρας.
Η ΕΜΔΥΔΑΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΕΚΦΡΑΖΟΝΤΑΣ ΡΗΤΑ ΚΑΙ ΚΑΤΗΓΟΡΗΜΑΤΙΚΑ
ΤΗΝ ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΚΑΥΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΡΡΙΜΑΤΩΝ.
ΔΙΕΚΔΙΚΕΙ:
- Δημόσια, κοινωνικά ελεγχόμενο σχεδιασμό διαχείρισης απορριμμάτων, με προτεραιότητα την πρόληψη,την ανακύκλωση, την επαναχρησιμοποίηση, την διαλογή στην πηγή και την κομποστοποίηση.
- Εφαρμογή της εθνικής και κοινοτικής νομοθεσίας, με σεβασμό στον άνθρωπο και το περιβάλλον.
- Παράταση της λειτουργίας της λιγνιτικής μονάδας Πτολεμαΐδα 5 και των μονάδων του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου μέχρι το 2035.