Xαρές Ιβαγγέλια (Γράφει ο Δημήτρης Βούρκας)

21 Ιουνίου 2021
11:51
Κανένα σχόλιο

Για να μην σας πάρου στουν λιμό μ΄, δεν είμι κι σίγουρους, μι φαίνητι άκσα ιπρουχτές ότ΄ φέτους τα γέν΄ τα πανηύργια κι ου νιάημιρους, πχιός μας τσακών΄, αλλά τα πρέπ΄να φκιάσουμι τα ιμβόλια πρώτα. Ιδώια αδουκήθκα κάτ΄ που έγραψιν ου φίλους μ΄ ου Καλιάκους, όχ΄αυτός απ΄τα Μπουγντανάθκα, αλλά ου άλλους ου Καλιάκους* απ΄΄ν Ανθήνα ου στιχουργός, πώς να τουν πεις σην Κόζιαν΄, Κυριάκο; μπουρεί κι έτσ΄.
Άκσιτι τι έγραψιν ου άνθρουπους, …έχω κάνει δύο Astra Zeneca αλλά ο γιατρός μου επιμένει να κάνω και το « άστρα μη με μαλώνεται…δεν γμντ κάτι θα ξέρει παραπάνω από μένα… Αυτά απ΄λιέτι, ας ΄ρθούμι τώρα κι στα πανηύργια κι στουν νιάημιρου, αυτά που ινδιαφέρν κι τουν πουλύ κόσμουν κι ιδιαίτιρα σην Κόζιαν΄ αλλά κι τα γύρου χουριά που δεν παέν κι πουλύ ουπίσου.
Ου παραπάν κόσμους καρτιράει πώς κι πώς να ΄ρθεί ου νιάημιρους για να φκειάσ΄ τα ψώνια τ΄, όχ΄ ότ΄ δεν ψουνίζ΄ απ΄τα μαγαζιά τ΄ς πόλης αλλά τόχ΄ αντέτ΄μουχαμέτ΄ ν΄αγουράσ ΄ κάτ΄ , μα χαλβάς νιαημιριώτ΄κους τα είνι, τσιγγαλίδια για τα μκρά, βιβλία για κομόσις κυρίις, τίπουτα πισκίρια πρόχειρα για ΄ν κουζίνα, ιργαλεία για να βγάν΄τα κουκούτσια απ΄τα κιράσια, να φκιάν΄τρύπις στα μήλα, ξύστρις κι αργια τα κυδώνια κι ότ΄βάλ΄του μπγιαλό του καθένα κι τ΄ς καθιμιάς.
Άλλ΄παέν΄να πιούν καμιά μπύρα στ΄ς πουλλές ψησταριές (βρώμικα, για τ΄ς Αθηναίοι) κι να δούν κι να χαζέψν τ΄ς κυρίις να ψουνίζν κι μιτά να έχν να λιέν κι να κασμιρέβν. Ήταν κι η κυρία τάδε μι ΄ν ψηλά τ΄μυτ΄ ή η άλλ΄ π΄αλλάζ΄δρόμουν για να μην πιράσ ΄δίπλα σ΄κι σι πεί καλημέρα ή καλησπέρα, τόσου…ακατάδιχτ΄! Τόσα κι τόσα που μπορεί να γέν ιτία για κασμέρ΄. Έχ΄τρανή πλάκα.
Αυτό που είνι “εκ των ων ουκ άνευ” , όπως λιέει κι ου φίλους μ΄ ου Κώστας, κατά κόρον, σύμβουλους μαθηματικών ιδώ στο Βραχώρ’, δηλαδή αυτό που είνι ιντιλώς απαραίτητο και χωρίς αυτό δεν μπουρούμι να φκιάσουμι καμιά συζήτησ΄ είνι τα ισώρουχα κι προυπάντων τα βρακιά των αντρών. Όσου για τ΄ς γυναίκις δεν μπουρεί ου καθένας να έχ΄’άπουψ΄ για καμιάν, ικτός απ΄τ΄γυναίκα τ΄ ή και για καμνιάν άλλ΄ σι ιδικές πιριπτώσεις. Άσι που δεν γλέπς κι τι αγουράζν. Όσου για τ΄ς άντρις, δεν έχν κανγκάνα πρόβλημα τα λιέν κι στου fάτσα- bλιούκ΄ μι του χνέρ΄που έπαθαν ιπέρσ΄ απ΄δεν γίνγκιν ου νιάημιρους. Κι όσ΄ δεν αγόρασαν ιπρόπιρσ΄ πουλλά, ήταν να τ΄ς κλαίς.
Τ΄ς προυάλις πήρα τηλέφουνο τουν Σ. κι άκσιτι τι μ΄είπιν «Ου κόφτς είνι του πάν για μια τρανή ιπιχείρησ΄, στρών΄του ύφασμα πινήντα κουμμάτια, μπουρεί κι παραπάν κι μι του ηλικτρικό ψαλίδ΄κόβ΄τα κουμμάτια του πανταλουνιού για να παέν στ΄ συνέχεια στ΄ς ραπτουμηχανές να τα γαζώσν.
Αν είσι καλός μάστιουρας μπουρεί να βγάλτς κι παραπάν κουμμάτια απού του τόπ΄ κι ου Σ. μπουρούσιν να του φκιάσ΄αυτό, δηλαδή έκαμνιν οικουνουμία στου κόψιμου κι απ΄του τόπ΄που υπολόγιζαν οι υπέφθυν΄να βγάλν τόσα, αυτός έβγανιν παραπάν.
Η χάρη τ΄έφτασιν κι στ΄ς μιγάλ΄μόδιστρ΄, δούλιψιν στουν Κ. στουν Λ. Γ. κι αυτό δεν του ήξιρα, δεν μι του ΄πιν ου Σ., ήταν καλό πιδί κι καλός οικουγινιάρχης, ντροπαλό πιδί, είχιν κι μια μ΄κρή βιουτιχνία κι έφκιανιν πανταλόνια τζίν, το ΄μαθα απού τουν άλλουν μόδιστρου που τώρα βρίσκιτι στου ιξουτιρικό, τουν Τ.Ρ όταν κάθουμάσταν μια μέρα στου Κουλουνάκ΄για καφέν αντάμα μι κοινή φίλη μας τιλιπιρσόνα Ζ. ιτότι δεν έφκιανιν ικπουμπές ήταν πίσου απ΄τ΄ς κάμιρις.
Μι πήριν απ΄λιέτι τηλέφουνου ου Σ., είχαμι κιρόν να μιλήσουμι κι στουν πάτου τ΄ συνουμιλίας μας τουν ρώτσα κι για τ΄ς μάσκις, ιπιδή λίγου πουλύ πίστιβα ότ, τα ξέρ΄μιαν κι είνι του συναφιού σι αυτήν τ΄ δλειά κι για έναν παραπάν λόγουν, ήταν κι του θέμα τ΄ς ιβδουμάδας.
Άκσι να σι πώ Τάκη, είνι μιγάλ΄η ιστουρία κι έτυχιν κι ου χρόνους να είνι κατάλληλους.
Τα ιργουστάσια κι οι βιουτιχνίις απ΄ δλέβν φασόν, τα πιρισσότιρα τουν Αύγουστου σφαλνούν κι δίν΄άδειις στου προυσουπικό τ΄ς, άδεια δεν παίρν΄μούνγκι ου κόφτς. Αυτός παίρν΄όταν γυρνούν απ΄τ΄ς άδειις όλ΄οι άλλ΄. Πχοί είνι οι άλλ΄; είνι οι γαζώτρειις κι οι υπόλοιπ΄που ασχουλούντι μι του μουντάρισμα τουν κουμματιών ώσπου να είνι έτοιμου για να βγεί σ΄ν αγουρά, ή πανταλόνια είνι αυτά ή φούστις, ή ρόμπις, σ΄πιρίπτωσή μας ήταν βρακιά, τα ξέρου αυτά τα πιδιά που έχν αυτήν τ΄βιουτιχνία κι λέγιτι… μ΄είπιν του όνουμα. Δίν΄σι ΄πουλλά μαγαζιά καλά σι όλ΄ ν΄Ιλλάδα, αλλά κι μκρότιρα κι σι πουλητές λαϊκών ακόμα κι τώρα που τα αρχινούσιν κι ου νιάημιρος, έρραψαν μιγάλις πουσότητις. Για φαντάσ΄, Λάρσα, Τούρναβου, Αλασσώνα, Σέρβια, Καϊλιάρια Κόζιαν΄, Χρούπ΄στα, Τσουτύλ΄,Γριβινό κι πόσις άλλις μ΄κρότιρις πόλεις, πόσα χράζουντι!
Σ., κατά σύμπτουσ΄τέτχια μπόξιρ παίρνω κι γώ, είνι βαμπακιρά κι έχν πέντι κομμάτια συναρμουλουγημένα, ανοίγν΄μπρουστά μι κουμπιά αλλά απ΄ότ΄ ξέρου τα έχν κι καλά μαγαζιά να φανταστείς έχν κι μια σειρά κουλιξιόν,τουν λιέου. Φκιάν καλή δλειά, μι λιέει.
Μια κι είχαν λοιπόν τα κουμμάτια ασυναρμουλόγητα, έτυχιν να γίνιτι διαγωνισμός για τ΄ς μάσκις, πήραν μέρους κι γίνγκαν μειουδώτις για έναν τρανό αριθμό μασκών. Έκουψαν τα κουμμάτια λίγου, έραψαν κι τα λάστιχα κι έτοιμου του προυϊόν.
Να είσι καλά ρά Σ.,για τ΄ν ινημέρωσ΄, δώσι χιριτισμούς σ΄ν οικουγένειά σ΄. Αυτήν ήταν η ινημέρουσ΄για τ΄ς μάσκις κι τα βρακιά.
Τώρα φέτους τι τα γέν΄;
Τα πάρου τηλέφουνου τουν Καλιάκου απού τα Μπουγντανάθκανα να τουν ρουτήσου, τι στου καλό, άνθρουπους τ΄ς πιάτσας ήταν κι λιέου ήταν γιατί τώρα είνι συνταξιούχους.
Έλα Καλιάκου, τι φκιάντς αρά; (είμιστι κι λίγου δέφτιρα ξαδέρφια!)
-Εισί είσι Τάκη; Πώς κι έτσ΄αρά μι θυμήθκις;
Μη μ΄αρχινίισ΄για τουν Πάουκ γιατί δεν σι πήρα γι΄αφτό!
-Ιτότις τι χαλέβς να σι πώ;
Να μι πείς αν ξέρς΄κιόλαντς, αν γέν τα πανηύρια κι ου νιάημιρους!
-Σι τσάκουσιν ου πόνους ικεί σιακάτ ή σκουπέβς ν΄ανιβείς σιαπάν!
Απού πιριέργια ρά σι ρουτώ, αλλά μπουρεί να κι ν΄ανιβώ!
-Απ΄ότ΄άκσα τα πανηύρια μάλλουν δεν τα γέν, όσου για τουν νιάημιρου σι λίγις μέρις τα ξέρουμι, ιφτυχώς να λιές γιατί άμα γέν΄είστι για κλιάματα!
Γιατί του λιές αυτό, ρά;
-Εμ άμα θυμθώ τα πανηύρια στου Δουκίμ΄, στου Αγγιλόκαστρου, στου Μουναστηράκ΄ικεί σιαπάν σ΄Βόνιτσα, είνι να σας κλαίν οι ρέγγις! Είστι που είστι στου κόκκινου τότι τα πάτι στου βαθύ κόκκινου!
Κι που τα ξέρς αρά Καλιάκου είσι αφτά τα πανηύρια;
-Αστόισις αρά που υπηρέτσα σ΄ν Αιρουπουρία ικεί στου Βραχώρ΄, ιένα χρόνου;
Ιφχαριστώ ρά Καλιάκου, να είσι καλά!
Έχει γούστου να μην γέν΄κι για τρίτ΄χρουνιά ου νιάημιρους, σκέφτουμι τι τα γέν΄όλ΄αφτοί που αγόραζαν βρακιά απ΄τουν Νιάημιρου. Πόσου να κρατήσν κι αφτά μι του τόσου πλύσιμου κι του αμπάλουμα; έχν τριφτεί, δεν σκιών΄άλλου.
Κι πόσα να προυλάβν οι βιουτιχνίις να φκιιάσν, γι αφτό άμα γέν΄, καλό είνι να παέντι απού βραδίς κι να είστι απ΄τ΄ς πρώτ΄τ΄χαραή, αλλιώς πάρτι ύφασμα κι ράψτι!!
Άιντι ρά τα λιέμι
*Καλιάκους απ΄΄ν Ανθήνα = Κυριάκος Ντούμος, στιχουργός, ηθοποιός, έχει γράψει πάρα πολλούς στίχους τραγουδιών, έτσι ενδεικτικά αναφέρω τα τραγούδια, Για να σε εκδικηθώ, με τον Δημήτρη Μητροπάνο και τον Λάκη Παπαδόπουλο. Σ΄ένα εξπρές, μουσική του Γιάννη Σπανού με την Βίκυ Μοσχολιού.
Μήκας Ελίμειος
Εμπεσός, Αιτωλ/νίας
20 Ιουνίου 2021

Αφήστε μία απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

*

Προσοχή!!! Για να δημοσιεύονται, από 'δω και στο εξής, τα σχόλιά σας, θα πρέπει να επιλέγετε, την παρακάτω επιλογή  "Διάβασα και αποδέχομαι τους Πολιτική απορρήτου  " που σημαίνει ότι διαβάσατε κι αποδέχεστε την πολιτική απορρήτου του kozan.gr. Αν, κάποια φορά, ξεχάσετε να το κάνετε θα λάβετε μια ειδοποίηση ότι δεν το πατήσατε (αρα δεν αποδεχτήκατε την πολιτική απορρήτου). Σε αυτή την περίπτωση, για να μη χαθεί το σχόλιο σας, πατήστε να γυρίσετε πίσω  και ξαναπατήστε "δημοσίευση", τσεκάροντας, προηγουμένως, την προαναφερόμενη επιλογή. Η συμπλήρωση των πεδίων όνομα, Ηλ. διεύθυνση και ιστότοπος, της παραπάνω φόρμας, δεν είναι υποχρεωτική.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

Μείνετε συντονισμένοι